• Ελληνικά
    • English
  • Ελληνικά 
    • Ελληνικά
    • English
  • Σύνδεση
Πλοήγηση Παραδόσεις ανά Κείμενο 
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Παραδόσεις
  • Πλοήγηση Παραδόσεις ανά Κείμενο
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Παραδόσεις
  • Πλοήγηση Παραδόσεις ανά Κείμενο
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.

Πλοήγηση Παραδόσεις ανά Κείμενο

  • 0-9
  • A
  • B
  • C
  • D
  • E
  • F
  • G
  • H
  • I
  • J
  • K
  • L
  • M
  • N
  • O
  • P
  • Q
  • R
  • S
  • T
  • U
  • V
  • W
  • X
  • Y
  • Z
  • Α
  • Β
  • Γ
  • Δ
  • Ε
  • Ζ
  • Η
  • Θ
  • Ι
  • Κ
  • Λ
  • Μ
  • Ν
  • Ξ
  • Ο
  • Π
  • Ρ
  • Σ
  • Τ
  • Υ
  • Φ
  • Χ
  • Ψ
  • Ω

Ταξινόμηση κατά:

Σειρά:

Αποτελέσματα:

Αποτελέσματα 50-69 από 6798

  • κείμενο
  • χρόνος καταγραφής
  • ημερομηνία υποβολής
  • αύξουσα
  • φθίνουσα
  • 5
  • 10
  • 20
  • 40
  • 60
  • 80
  • 100
  • Άδης = ο κάτω κόσμος 

    Λάσκαρης, Ν. (1924)
  • Άδος = Άδης, ο τόπος της κολάσεως εν Φαρασίω. 

    Καρολίδης, Π. Κ. (1885)
  • Περί Αγίου Σπυρίδωνος

    Άη Σπυρίδωνα επααίνενε και του παdηξένε ένας φτωχός και τούπενε : “Άη Σπυρίδωνα, επήα στου πλούσιου, του γύρεψα γέννημα να πάω στο μύλο ν' αλέσω να φάν τα παιδιά μου και δε μουδωκένε. Τούπα, σα μου λάχουν τα λεφρτά θα σου τα φέρω, λέει του, δε σου δώνω”. Είπε dου ο Άη Σπυρίδωνας : “Πάαινε κι έννοια σου!” Σαν επάαινένε ο φτωχός ερρσούδιενε και ηλεένε : Καλέ Προφήτη μου Ηλία και Άη Σπυρίδωνα μου, καλέ...
    

    Κορακίτης, Δ. (1920)
  • Άγιος Φίλιππος

    “Άης Φίλιππας ένα βράδυ ήρθε στο χωριό (ήτονε ζευγάς) κι ηύρηκε τα φιλικά dου σπίθια χωρίς πασκαλινό. Πηιάνει λοιπό κι ευτός και σφάζει το 'να dου βούδι α το ζευγάρ που 'χε κι ήκανε τη δουλειά dου και τώνε πάει κριάς να πασκάσουσι. Την άλλην ημέρα παεί και βρίσκει ξανά το ζευγάρι τα βούδια χωρίς να λείπη καένα. Ταύτο τ' άη Φιλίππου πρέπει όλοι να πασκάσουσι”
    

    Οικονομίδης, Δημήτριος (1934)
  • Άγιος Φίλιππος

    Άης Φίλιππος, λέ, είχε δυό βούδια και τάσφαξε gαι τα μοίρασε 'ςτσοί φτωχοί τη bαραμονη τ' Άη Φιλίππου κ' ήιασε.
    

    Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1930)
  • Βηματάρισσα

    Άθως μόνον εν τη φράση “Παναγία η βηματάρισσα” = εικών της παλαιά εν τη μονή του Βατοπεδίου κειμένη εν τω ιερώ βήματι όπισθεν της αγίας τραπέζης, περί της οποίας υπάρχει παράδοσις οτι συνετέλεσε δια θαύματος εις την ίδρυσιν του μοναστηριού.
    

    Παπαδόπουλος, Άνθιμος Α.
  • Άι – Παντελεήμονα. Αυτός ήταν στον τόπο που 'ναι τώρα ο Μιχαήλ, αυτός έπαιρνε πρώτα τς ψυχές. Αυτός όμως ήταν λέημονας και δεν τς έπαιρνε. Κι κοντά μπήκε ο Μιχαήλ με τη σπάθα. 

    Οικονομίδης, Δημήτριος Β. (1961)
  • Άϊ Γιάννης Γιαννιώτης

    Άϊ Γιάννης Γιαννιώτης, Μάρτης της θρησκείας και του έθνους αποκεφαλισθείς υπό των Τούρκων, αφού επί του μηνάρη όπου τον είχον αναββάσει να προσευχηθή εις τον Μωάμεθ έψαλλε το “Χριστός Ανέστη”. Η οικία του εκεύτο εις την συνοικίαν πλιθοκοπείο (Ιωαννίνων)
    

    Ρέκας, Β. Δ.
  • Βρύση του κουτσού, έξω από το μοναστήρι της Αγίας Παρακευής

    Άκουσ' από τη μάννα μου οτι ο πατέρας της πηγαίνοντας για τους Μελισσουργούς πέρασ' απ΄ αυτή την βρύση και είδε μια γριά φορτωμένη μ' ένα τσουβάλι. Την ερωτάει – Πού πάς; βαβούλα, αυτή την ώρα και τι έχεις φορτωμένο στο σακκί και ζούπ'σε το τσουβάλι με την αγκλίτσα τ' για να δή τι έχει. Η γριά χωρίς να δώση απάντηση πήρε τον κατήφορο και πήγαινε προς το πλάϊ, κεί που δεν ήταν δρόμος. Σε λίγο άκουσ'...
    

    Οικονομίδης, Δημήτριος Β. (1959)
  • Άκουσα από τον μπαμπά μου οτι ο αχερόδρομος (Γαλαξίας) ήταν ένας που έκλεψε άχερα στο κάρο απάνω κ' έπεφτε από πίσω λίγο λίγο και είδαν τα άχερα, πήραν τον δρόμο και βρήκαν τον κλέφτη. Αυτό μας το έλεγαν για να μη πάμε και κλέψωμε άχερα και ξευτιλιστούμε. 

    Ήμελλος, Στέφανος Δ. (1961)
  • Άκουσα απ’ την Αναστάσαινα, ότ’ είναι γυναίκες και χορεύουνε. Ότι πέρασ’ ένας εκεί κι ηθέλανε να τον χαβώσ’νε (να τον πάρουνε) της άρπαξε το μαντήλι, του το ζήταε, δεν της το’ δωσε, όσο που την ανάγκασε να γίνη γυναίκα του (παραδόθ’κε). Έπειτα έτυχε να θέλ’ να χορέψ’νε. Του ζήτησ’ το μαντήλ’ της το ‘δωκε. – Δεν πα’ να χορέψ’ς, γυναίκα; - Θα πάω, αλλά θέλω να μ’ δώσ’ς το μαντήλ’. Της το ΄δωσε. Αλλά... 

    Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1959)
  • Άκουσα και όργανα μια φορά. Κι φωνή πρώτης γραμμής. (σε ξάγναντο). 

    Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1959)
  • Ο Άγιος Γεώργιος του Μυρωδάτου

    Άκουσαν μια βοή μεγάλη και κάποιος άρρωστος έγινε καλά. Είδαν και μια λάψι
    

    Ήμελλος, Στέφανος Δ. (1961)
  • Άκριντο νερό (κρένω = ομιλώ) νερού λαμβανόμενον εκ φυλακής του κυλομύλου κατα το μεσονύκτιον συνίθως και έχουν την δύναμιην να θεραπεύη νόσους τινάς. Ο φέρων αυτόν δεν πρέπει να ομιλήση καπ' οδού, έτσω και αν συναντήση ή χαιρετίση της αυτού. 

    Παπαγεωργίου, Ιωάννης (1913)
  • Άλης (ο) πνεύμα κακοποιόν. Προσωποποίησης της αιμορραγίας επί τω λεγώ. 

    Άγνωστος συλλογέας (1927)
  • Άλις: Πνεύμα κακοποιόν, προσωποποίησις της αιμορραγίας επί της λεχούς. Προς αποτροπήν αυτού απαιτείται η παρουσία ανδρός ή χηνός. 

    Τουργούτης, Αλ. (1892)
  • Άλλ' νιά βουλά ήταν νιά γύφτ'σσα κι πέθανε. Αυτήν τν ίθαψαν στουν Άη Γεωργ' τν εκσάν μιργιά που νη γικκλησία. Αυτήν σκώνιταν απού μεσ' απο του χώμα κι παίνι μέσ' σ'τα σπίτια. Κι τότε τν ξέχουσαν κι τν ηύραν ζουντανή. Ζουντανίψης. Ήταν κόκκιν', μαλλιασμέν'... Τότι πήγαν οι παπάδις κ'οι άντρις τν ξέχουσαν κι βάργαν μι του λουστό, κι αυτήν' τουν έπγιαν του λουστό κι τουν κρατάιν άναψαν φουτιά αδικεί... 

    Λουκόπουλος, Δημήτριος (1914)
  • Άλλη εκδοχή είναι πως εσταυρώσανε το Νησί όταν εδιώξανε την Πανούκλα, να μην ξαναγυρίση. Είχε παρουσιαστή η Χολέρα. Είδανε το βράδυ μια φωτιά να φεύγη κι εφώναζε: “Με διώχνει ο Λάμπης!” (Πρβλ. Πολίτου παραδόσεις αριθ. 910 σελ. 555). Το Νησί ήτανε κατοικημένο και το έρμαξε ασθένεια και γι' αυτό το σταυρώσανε, να μην ξανάρθη η αρρώστεια. Ήτανε άγριος κόσμος εδώ και γι' αυτό εκάμανε κι ένα σωρό εκκλ... 

    Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1957)
  • Άγιος Γεώργιος

    Άλλη μίνια κόρη ήταν στη βρύση για νερό. Κι βγήκε 'να θηριό να τήνε φάη. Βγήκε ο Άη Γεώργης τόνε καρφώνει στο στόμα κια γλύτωσ' η κόρη. Αυτό το νερό έχει θάματα!
    

    Ιωαννίδου, Μ. (1938)
  • Βρικόλακες

    Άλλη μια φορά ήτον ένας άθρωπος 'ς τα Ρίκια κ'έψηνε κρέας, τότες επαρουσιάστηκε ένας καταχανάς και του λέει : Πως σε λένε; Κι αυτός του λέει πως τον λένε Κυριαπατό. Ο καταχανάς είχε σκοπό να του φάη το κρέας κι αυτό μαζί. Μα ο άθρωπος αυτός το κατάλαβε και του 'παιξε το κρέας 'ς τη μούρη και τον εστράβωσε. Κι αυτός εφώναζε ο Κυριαπατός μ'εστράβωσε κ' εμαζωχτήκανε κι άλλοι καταχανά δες, μ'αυτός ήτονε...
    

    Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1939)
  • «
  • »

Πλοήγηση

Όλο το ΑποθετήριοΑρχείο & ΣυλλογέςΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμεναΑυτή η συλλογήΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμενα

Ο λογαριασμός μου

Σύνδεση
Επικοινωνήστε μαζί μας | Αποστολή σχολίων
Κέντρον Λαογραφίας E-Mail: keel@academyofathens.gr
Δημιουργία/Σχεδιασμός ELiDOC
Λογισμικό DSpace Copyright © 2015  Duraspace


Το Έργο «Εθνικό δίκτυο ψηφιακής τεκμηρίωσης της άυλης και υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς» στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ψηφιακή Σύγκλιση» του ΕΣΠΑ 2007-2013, συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από εθνικούς πόρους.