• Ελληνικά
    • English
  • Ελληνικά 
    • Ελληνικά
    • English
  • Σύνδεση
Αναζήτηση 
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Αναζήτηση
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Αναζήτηση
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.

Αναζήτηση

Προβολή προηγμένων φίλτρωνΑπόκρυψη προηγμένων φίλτρων

Φίλτρα

Χρησιμοποιείστε φίλτρα για να περιορίσετε τα αποτελέσματα αναζήτησης.

Αποτελέσματα 81-90 από 28982

  • Επιλογές Ταξινόμησης:
  • Συνάφεια
  • Τίτλος Αυξ.
  • Τίτλος Φθιν.
  • Ημερ. Υποβολής Αυξ.
  • Ημερ. Υποβολής Φθιν.
  • Αποτελέσματα ανά σελίδα:
  • 5
  • 10
  • 20
  • 40
  • 60
  • 80
  • 100
Thumbnail

Τον καιρό που ήρθανε από την Πόλη τα δώδεκα Αρχοντόπουλα , εχτίσανε απαδά που θωρείται και είναι το χαμάμι, μιαν εκκλησά τριμάρτυρη. Άγιοι Δέκα, Άη Γιώργης και Αγία Φωτεινή. Τα κονίσματα κείνον τον καιρό ήτανε σγουραφιστά στσι τοίχους. Ύστερα περάσανε χρόνοι πολλοί και διαμοιραστήκανε οι Φράγκοι το βασίλειο της Πόλης . Τότες η Κρήτη ήπεσε στο μεριδικό τω Βενετσάνω. Οι Βενετσάνοι ήτονε Χρισθιανοί αμά φραγκόσκυλοι. Δεν εχαλάσανε τσι εκκλησιές, μόνο τσι αφήκανε να λειτουργούνε. Εχτίσανε όμως και δικές τως εκκλησίες και τοτέσας εχτίσανε μπεσπελή κολητά στην τριμάρτυρη, βενετσάνικη εκκλησία «τον Άγιο Μάρκο» και την αυλή την είχανε ως είδος Νεκροταφείο. Οι Βενετσάνοι εχτίσανε και μπεντένια μα γίνηκε μεγάλος σεισμός και τος τα γκρέμισε. Τότες πρέπει να γκρεμίστηκε και ο Άγιος Μάρκος κι’ επόμεινε ένας τοίχος ορθός, απούτονε απάνω σκαλισμένος ο Άγιος Μάρκος . Ήθελε πρέπει ο Άγιος - μεγάλη η Χάρι Ντου και νάναι βοήθειά σας – να σταθή να βλέπη τσι χρισθιανούς, να μην πάθουνε κακό, μούδε απού τσι Βενετσάνους μούδε απού τσι μπουρμάδες , απού ‘τανε μελλούμενο να πάρουνε το Κάστρο. Ύστερις εχτίσανε καινούργια μπεντένια κι’ εφήκανε πόρτες για να μπαινοβγαίνουν οι άθρωποι και τοσέ βγάλανε ονόματα των πορτώ. Εμάς ετούτη ‘πόρτα απούναι κοντά μας λέγεται «τω Χανιώ η Πόρτα». Πολλά κακά επάθανε οι Καστρινοί απού τσι βενετσάνους μα σκιάς ελατρεύγανε την πίστη ντως στα φανερά, γιατί ήρθανε ύστερα οι σκύλλοι απού ήσανε τρισχερότεροι, κι κάψανε τσι εκλλησές, κι’ εκάμα τζη τζαμιά και χαμάμια. Ετοτέσας ντελόγο επήρανε οι Τούρκοι την τριμάρτυρη και την εκάμανε χαμάμι και το χαρίσανε του Μαυραλή. Εσπρίσανε τσι τοίχους για να σβύσουνε οι εικόνες, μα οι τοίχοι ανεξερνούσανε τον ασβέστη και ήβγαινε. Το χαμάμι δεν εζεσταίνουντανε με όσα ξύλα και να του βάνανε και τσι έπιασε φόβος τσι Τούρκους. Τώπανε κουρφά κουρφά σε ένα Χριστιανό και αυτός τσι εσυμβούλεψε να φωνιάξουν ένα γέρο παπά να κάμη αγιασμό. Εφωνάξανε τον παπά, ήκαμε τον αγιασμό, το χαμάμι εζεστάθηκε. Κάθε ντις και ντάη, ο Μαυράλης εφώναζε τον παπά, και απίς απόθανε το ίδιο εκάνανε οι μοιρασχόροι ντου κι’ ακόμα και σήμερα, αυτοί οι Τούρκοι που τώχουνε, ως τώβρανε ετσά το λαλούνε, κάθε μήνα παπά φέρνουνς και τόσε κάνει αγιασμό. - Ετσά ήτονε τα πράμματα, η τριμάρτυρη χαμάμι, ο Άγιος Μάρκος γκρεμισμένος, οντέν ήφταξε στον Κούλε ένα καΐκι Αρμένηδες μαζύ με το Δεσπότη ντως. Ο Τούρκος ο Παχιάς δεν ήθελε να τσ’ αφήση να βγούνε όξω, γιατί οι τούρκοι είχανε πολλή αμάχη με τσι αρμένηδες. Τότες ο Δεσπότης ήπεψε ριτζατζήδες (παρακαλετάδες) του Παχιά και τόνε παρακάλεσε να τον αφήση να ρίξη σαΐτα κι όπου πέση να του χαρίση «όσο τόπο πιάνει η προβιά ενούς χρονιάρικου αρνιού». Σαν τώκουσε ο Παχηάς ετσουκνογέλασε και ήπενε «Άϊ σαν είναι για τοσονά λίγο μπράμμα άστε τόνε κ’ αυτό να παίξη τη σαΐτα ντου». Ρίχνει το λοιπόν τη σαΐτα ο Δεσπότης και πάει μια ολιά παρά κάτω απού τον Άγιο Μάρκο. Ύστερα βγαίνει με την προβιά στο χέρι και πάει να προσκυνήση τον παχιά. Ύστερα απίς επροσκύνησε, τούδωκε ο παχιάς χαρτί με βουλωτήρι «πως έχει χέρι δικαίωμα να πιάση τόσο τόπο, όσο μπορά πιάση μιαν αρνίστικη προβιά» Εξαναπροσκήνησε ο αρμενοδεσπότης κι ήφυγε. Δυό Τούρκοι τσαούσηδες τον επήγανε στο μέρος απού ήπεσε η σαΐτα. Τότες μάνι μάνι ο Δεπότις ήβγαλε ένα ψαλίδι κι’ ήκοψε την προβιά στενή στενή μονοκόμματη λουρίδα κι εστερέωσε τη μίαν άκραν με μια πέτρα. Οι τσαούσηδες του εναντιώθηκανε, μα ο δεσπότης ήρχιζε να τσι σιργουλεύγη : «προβιά ήκοψα μπέηδες, προβιά λέει και το χαρτί, δεν ήκοψα άλλο πράμμα». Δεν εκαντίζανε όμως αυτοί και επήγανε οπίσω στον παχιά και του κάμαν τα σκιαέθια. Τότες ο παχιάς ήπενε : «Βαλάϊ όρκο ήκαμα και δεν μπορά τονε πάρω πίσω, μα εκαταφερέ μου τηνε ο σκαταρμένης. Αφήτε τονε δα να δούμενε το ίντα δα ξετελέψη.» Εστερέωσε τότες ο δεσπότης και την άλλην άκρα τση προβιάς και την εξάπλωσε κι’ έκαμε κύκλο, κι ετσά ήπιοσε πολύ σπιτότοπο. Ήχτισε την πρώτην αρμενόκκληα, τον Άγιο Ιωάννη τον βαφτιστή, και γύρου γύρου σπίθια κι’ έκατσαν οι αρμένηδες. Ηπήρε και τον Άγιο Μάρκο με την περιοχή. Τον τοίχο απού είχενε σκαλισμένο τον Άγιο Μάρκο, τον ήφηκε τοίχο του σπιθιού ντου, ως τονέ θωρείτε και σήμερο. Στο περιαύλιο ηύρενε κόκκαλα και τα σκέπασε. Εφήκανε ένα κομμάτι για μπαξέ και το αποδέλοιπο το κάμανε σπίθια για το δεσπότη. Σ’ αυτό το δεσποτικό εκάθουνταν κι ο ντέρ μπαμπάς απούκαμε νύφη τη θεία μου που μ’ ανέθρεψε και μου χάρισε τα σπίθια που καθουμέστανε και που θα κάθεστε και σείς καλό να σάσε κάμουνε. Άμα να το κατέχετε, πως ο τόπος ετούτος είναι άγιος και να κάνετε κι σείς ότι με θωρείτε και κάνω κι’ εγώ, και που θα το κάνω, ώστε να σή αέρας η τρίχα μου. (Εθύμιαζε πρωί βράδυ τον Άγιο Μάρκο, και τα σημεία όπου ευρέθηκαν κόκκαλα, όταν επί των ημερών της έγινε μια εκσκαφή θεμελίων για τροποποίηση της κστοικίας της. Άγιε Μάρκο μου κι Άγιε Μύρω μου απόύ κατέχευε τα κουρφά και τα φανερά», αυτή ήταν η διαρκής επίκλησις της). Ο Άγιος Μάρκος ανάγλυφος όπως ακριβώς τον γνώρισε η μάμμη μας μεγαλώνοντας μέσα στο δεσποτικό σπίτι, βρίσκεται και σήμερα το σπίτι της αδελφής μου στην οδό Ματίου 3. – Είναι γνωστόν πως οι Βενετσιάνοι είχαν για προστάτη τους τον Άγιο Μάρκο, καθώς είναι γνωστόν και το γιατί. Στο Μεγάλο Ναό του Αγίου Μάρκου που είχαν κτίσει στο Ηράκλειο, εκυμάτιζε περήφανα η σημαία, και με αυτήν παραβάλλει ο ερωτευμένος την εκλεκτή του όταν την επονομάζει «ομορφοκαωμένη του παντιέρα τ’ Άη Μάρκου». (Μαυραλή = Όρα και Συλαμιανάκι Αγ. Μηνάς σελ. 48 – 49 όπου αναφέρει το χαμάμι που Αλή βέη και συμπληρώνει «ίσως πρόκειται περί Ναού». Όχι ίσως αλλά πρόκειται. Και εγώ ενθυμούμαι τις τοιχογραφίες μέσα στο λουτρό μέχρι του 1915. Μετά την Ένωση της Κρήτης, όλα τα γέρικα κόκκαλα της Γειτονιάς, ήλπιζαν, πως το χαμάμι θα ξαναγινότανε Εκκλησία. Όταν όμως αγοράστηκε από τον Γεώργιο Βαρδάκι το χαμάμι κατεδαφίστηκε εξ ολοκλήρου. Τα βέβηλα χέργια δεν εφείσθησαν ουδέ των τοιχογραφιών. Ανοίχτηκε και δρόμος, η νυν Ματίου, με έξοδον προς την Κεντρικήν οδόν. Το ακριβές του πράγματος γνωρίζομε μείς που ζήσαμε τρείς γενεές στον Ιερό αυτό χώρο). 

Φραγκάκι, Ευαγγελία Κ. (1949)
Thumbnail

Τόσο γερνώ, τόσο θωρώ 

Κανδηλώρος, Τάκης Χ. (1907)
Γηράσκω αεί διδασκώμενος...
Thumbnail

Ένα από τα ωραιότερα μνημεία της χριστιανικής μας τέχνης αληθινό καύχημα της Ελληνικής Ορθοδοξίας, είνε και η Εκατονταπυλιανή της Πάρου. Γύρω από την αρχαιοτάτη αυτή εκκλησία πλέκονται διάφορες ιστορίες και θρύλοι. Σημαντικώτερος είνε ο ακόλουθος : Στον καιρό του βασιλέως Λέοντος, πειραταί Άραβες, με ορμητήριο την Κρήτη, έκαναν καταστρεπτικές επιδρομές στα Ελληνικά παράλια και προ πάντων στα νησιά του Αιγίου. Ο βασιλεύς έστειλε το στρατηγό Ημέριο για να καταδιώξη τους επιδρομείς και ν' απαλλάξη τους υπήκοους του από την τυρρανία τους. Αλλ' άνεμος σφοδρός ανάγκασε τον Ημέριο να ρίξη Άγκυρα στην Πάρο, όπου έμεινε αρκετές ημέρες. Το στρατηγο αυτόν ακολουθούσε στην εκστρατεία κι ένας λόγιος της εποχής, ο “Συμεών ο σοφός”, ο οποίος εβγήκε στο νησί, το εμελέτησε κι έγραψε περίεργες πληροφορίες για το εκκλησιαστικό του μνημειο και για ότι άλλο αξιοπερίεργο είχε. Την εποχή εκείνη, ο ναός της Εκατονταπυλιανής ήταν ακόμη σε όλη την ωμορφιά της μαρμαρένιας λευκότητος του. Το μακρό περιστύλιο του, τα λεπτοσκαλισμένα κοσμήματα του, ο λπούτος των αφιέρωμάτων και των πολυελαίων, επέσυραν το θαυμασμό των προσκυνητών που εμαζεύοντο από παντού... Σήμερα, δυστυχώς, όλο εκείνο το μεγαλείο, είναι σκεπασμένο με τον ασδέστη και τις διάφορες επιδιορθώσεις. Εν τούτοις, ακόμη και σήμερα, ο προσκυνητής νοιώθει βαθειά συγκίνηση μπρός στο αριστούργημα αυτό της αρχιτεκτονικής, Όταν μπή κανείς στο Ιερό του ναού, βλέπει, ως είδος αμφιθεάτρου, ένα μεγαλοπρεπές Δωδεκάθρονο, όπου εκάθονταν οι αρχιερείς και ιερείς στις μεγάλες λειτουργείες. Στη μέση του Ιερού, επάνω από την Αγία Τράπεζα, υπάρχει επίσης ένα θαυμάσιο μεγάλο κιβούρι, μονόλιθο, στηριζόμενο σε τέσσερις στήλες από γρανίτη. Είνε φανερό οτι είνε παρμένο από αρχαίο Ελληνικό ναό, ίσως της Δήλου. Το κιβούρι αυτό ο αρχηγός των Αράβων Νίσσυρις θέλησε να το αρπάξη, για να το αφιερώση στο τέμενος της Άγαρ, της προμάμης του Αραβικού λαού. Αλλ' ενώ η πύλη του ναού ήταν αρκετά ευρύχωρη για να το βγάλουν έξω, όταν έφταναν εκεί το κιβούρι μεγάλωνε – μεγάλωνε και δεν χωρούσε να περάση. Τέλος οι πειραταί κουράστηκαν, το άφησαν χαμου κι έφυγαν. Δεξιά, σ' ένα ξεχωριστό διαμέρισμα του ναού, ΄σωζεται ακόμη η Κολυμβήθρα , που έχει σχήμα σταυρού. Σ' αυτή κατεβαίνει κάνεις με τρία σκαλοπάτι. Στη μέση της Κολυμβήθρας υψώνεται η λεγόμενη “Ιερά νήσις” όπου στεκότανε ο ιερέας κι' εβάφτιζε. Στη Κολυμβήθρα αυτή έλαβαν το βάφτισμα οι τελευταίοι Ελληνες ειδολολάτραι. Αριστερά στην άλλη πτέρυγα υπάρχει μια επιτάφια πλάκα. Και ο προσκυνητής σταματά φιλοπερίεργος να μάθη ποιόν κρύβει ο τάφος αυτός. Κάποιος καλόγηρος της Μονής διηγείται τότε στον επισκέπτη ότι μια γυναίκα είνε κεί μέσα θαμμένη. Θεόκτιστη τ' όνομα της και δραματική η ιστορία της. Στα παληά χρόνια, ξένοι κυνηγοί βγήκαν στην Πάρο, για να κυνηγήσουν ελάφια και άλλα άγρια ζώα. Ένας από τους κυνηγούς αυτούς ξέκοψε από τους άλλους, για να πάη στην Εκατονταπηλιανή να προσκυνήση. Φτάνει στην εκκλησία, κατά το μούχρωμα, μπάινει μέσα και βλέπει στα δεξιά της Αγίας Τραπέζης κάτι αεροσάλευτο, σαν άσπρο πανί ή σαν δίχτυ αράχνης που το κούνησε ο άνεμος. Ο κυνηγός κάνει να πάη κοντά, όταν άξαφνα ακούει μια φωνή που έβγαινε από το άσπρο μαγνάδι κι' έλεγε τρομαγμένη : - Μην πλησιάσης! ... Είμαι γυναίκα γυμνή: Ρίξε μου ρούχα να σκεπασθώ, και θα σου πώ ποιά είμαι!... Ο κυνηγός της έρριξε το μαντύα του, που η γυναίκα τον εφόρεσε, και αφού έκανε το σημείο του σταυρού, άρχισε τη διήγησι της : Ήτανε καλόγρηα απο την Μεθύμνη της Λέσβου. Από μικρή, ταγμένη στα θεία, μπήκε σε μοναστήρι γυναικών. Σε ηλικία 18 ετών θέλησε να επισκεφθή μια μια αδελφή της παντρεμένη στη Μεθύμνη και ξεκίνησε για κεί. Στο δρόμο, ένα μπουλούκι πειρατών του Νισσύρι την εσκλάβωσε, την έφερε στο καράβι και μαζύ με άλλες την έφερε στην Πάρο, όπου εσκόπευαν να μείνουν λίγο καιρό οι πειραταί έως ότου κάνουν πανιά για το Αλγέρι. Μια νύχτα όμως, η Λεσβία καλόγρηα κατώρθωσε να ξεφύγη από τα χέρια των πειρατών και τρέχοντας να χωθή στο δάσος. Κ' εξακολουθούσε να τρέχει ολοένα, αψηφώντας τα λιθάρια και τ' αγκάθια, ξεσκίζοντας τα πόδια της, περίτρομη, λαχανιασμένη. Τέλος δεν μπορούσε να περπατήση απ' την κούρασι κ' έπεσε χάμου, σαν νεκρή!... Την άλλη μέρα, το πρωΐ, η ακτίνες του Ηλίου την έξύπνησαν. Η καλόγρηα ανασηκώθηκε, έρριξε μια ματιά γύρω της και πέρα κατά τη θάλασσα και με χαρά είδε τα καράβια των πειρατών ν' αρμενίζουν μακρυά, περ' από την Πάρο... Από τότε – είπε στον κυνηγό – είχαν περάσει 30 χρόνια. Και κατοικούσε πειά μέσα στο ναό και τρεφότανε με άγρια χόρτα και νερό πηγής, “βοηθουμένη από τη χάρι της Υπεραγίας Θεοτόκου”. Και όταν τα ρούχα της εξεσχίζοντο, την εσκέπαζε η δύναμις του Θεού που κυβέρνα και σκεπάζει τα πάντα!... Αφού είπε αυτά η καλογρήα, έπεσε στα γόνατα κ' ευχαρίστησε τον Κύριο. Έπειτα, παρακάλεσε τον κυνηγό όταν θα ξαναγυρίση να της φέρη μέσα σε καθαρό κουτί Άγιο Αντίδωρο, και να μην πή τίποτς σε κανένα γι' αυτήν. Ο Κυνηγός της το υποσχέθηκε, κ' έφυγε. Σύμφωνα με την επιθυμία της Αγίας , επείτα από λίγον καιρό, ο κυνηγός εξαναγύρισε στην Πάρο και διευθύνθηκε στον έρημο ναό της Εκατονταπυλιανής. Στην αρχή δεν τη βρήκε εκεί την καλόγρηα, γιατί, φαίνεται κρυβότανε από τα μάτια του κόσμου. Αφού όμως οι κυνηγοί απομακρύνθηκαν, η Θεόκτιστη παρουσιάστηκε ντυμένη με το μαντύα του κυνηγού. Αυτός, άμα είδε την ερημήτισσα θέλησε να πέση στα γόνατα της και να την προσκυνήση, μα εκείνη του εφώναξε δυνατά : - Μην κάνης σε μένα μετάνοια! Σκέψου οτι βαστάζεις τα Θεία Μυστήρια!... Ο κυνηγός συγκινημένος επλησίασε, και η Θεοκτίστη κλαίγοντας από χαρά, επήρε από τα χέρια του κυνηγού το Τίμιο Σώμα που της το είχε φέρει μέσα σε ξύλινο κουτί, ευωδιασμένο, από πυξό. Η Θεόκτιστη άνοιξε το κουτί, εκοινώνησε και είπε : - Νύν απολύσις την δούλην σου, Δέσποτα, οτι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριον σου! ... Τώρα που έλαβα την άφεσι των αμαρτιών μου θα πάω όπου προστάζει το κράτος σου!...Έπειτα από τ αλόγια αυτά, εσήκωσε τα λιπόσαρκα χέρια της ώρα πολλή, προσευχήθηκε σιωπηλά, και αφού αποχαραίτησε τον κυνηγό χάθηκε. Όταν ύστερ' από λίγες ημέρες ο κυνηγός γυρίζοντας από την εκδρομή του στα βόρεια του νησιού, θέλησε να ιδή και να λάβη την ευλογία της Θεόκτιστης για βοήθεια στο ταξείδι του, τη βρήκε νεκρή μέσα στο Ιερό της Εκατονταπυλιανής, τυλιγμένη με το μαντύα του, με τα χέρια σταυρωμένα και τη γαλήνη στο θείο της πρόσωπό. 

Άγνωστος συλλογέας (1929)
Thumbnail

Ήρθι στ' αμήν αυτό για πιθαμό 

Λουκόπουλος, Δημήτριος (1923)
Δηλαδή, εις το τελευταίον στάδιον της ζωής του δια να αποθάνη (πρβλ νύν)...
Thumbnail

Έπεσα τ' άστρα τσαί 'φάα τα οι χοίροι 

Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.; Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1935)
Επί αριστοκρατικών ποτε οικογενειών, νυν περριελθουσών εις εκπτώσιν της θέσεως των...
Thumbnail

Άνθρακες ο θησαυρός 

Κορύλλος, Χρήστος Π. (1910)
Τω καιρώ εκείνω ευτελής, το νυν πολύτιμος...
Thumbnail

Ο άντρας μες 'στο σπίτι, ο διάβολος στην πόρτα 

Σακελλαριάδης, Χ. (1919)
Της παροιμίας ταύτης, νυν ήκασα τυχαίως εν Βυτίνη δεν ηδυνήθη να εξακριβώσω την πραγματική της σημασίαν. Ίσως θέλει να δηλωθή ότι όταν ο ανήρ αντί να εξέρχεται ωρός εργασίαν, εξ εναντίας μένει εις τον οίκον, τότε αναγκαίως ανακολουθούσι διχόνοια...
Thumbnail

Δε θα σε πάρη το χοτζέτ από το σπίτι 

Ιωαννίδου, Μ. (1937)
Λέγεται π. χ. Τι θα σου κάνη αν ελεήσης κάποιον λίγο πράγμα...
Χοτζέτ, το νυν ταπί...
Ελέγετο επί Τουρκοκρατίας το χαρτί κυριότητος του σπιτιού...
Thumbnail

Ήρθε στο αμήν 

Κανδηλώρος, Τάκης Χ. (1909)
Εις κακώσεων
Thumbnail

Ήρθε στο αμήν 

Κανδηλώρος, Τάκης Χ. (1907)
Εις βαρείας νόσου
  • «
  • 1
  • . . .
  • 6
  • 7
  • 8
  • 9
  • 10
  • 11
  • 12
  • . . .
  • 2899
  • »

Πλοήγηση

Όλο το ΑποθετήριοΑρχείο & ΣυλλογέςΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμεναΑυτό το ΑρχείοΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμενα

Ο λογαριασμός μου

Σύνδεση

Περιήγηση ανά

ΤύποςΠαροιμίες (24461)Παραδόσεις (4521)ΣυλλογέαςΛουκάτος, Δημήτριος Σ. (1987)Κορύλλος, Χρήστος Π. (1385)Λουκόπουλος, Δημήτριος (1320)Κυριαζής, Νίκος Γ. (1180)Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1142)Λιουδάκη, Μαρία (941)Άγνωστος συλλογέας (827)Βογιατζίδης, Ι. Κ. (736)Σταμούλη – Σαραντή, Ελπινίκη (730)Παπαδόπουλος, Άνθιμος Α. (698)... Προβολή ΠερισσότερωνΤόπος καταγραφήςΚύπρος (1818)Αχαΐα, Πάτρα (1376)Νάξος, Απείρανθος (1248)Καππαδοκία, Φάρασα (744)Κρήτη (743)Ρόδος (720)Άνδρος (712)Αρκαδία, Γορτυνία (705)Ανατολική Θράκη (683)Άδηλου τόπου (620)... Προβολή ΠερισσότερωνΧρόνος καταγραφής1980 - 1987 (1)1970 - 1979 (179)1960 - 1969 (3652)1950 - 1959 (6664)1940 - 1949 (4038)1930 - 1939 (4714)1920 - 1929 (3412)1910 - 1919 (4655)1900 - 1909 (1667)
Επικοινωνήστε μαζί μας | Αποστολή σχολίων
Κέντρον Λαογραφίας E-Mail: keel@academyofathens.gr
Δημιουργία/Σχεδιασμός ELiDOC
Λογισμικό DSpace Copyright © 2015  Duraspace


Το Έργο «Εθνικό δίκτυο ψηφιακής τεκμηρίωσης της άυλης και υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς» στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ψηφιακή Σύγκλιση» του ΕΣΠΑ 2007-2013, συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από εθνικούς πόρους.