• Ελληνικά
    • English
  • Ελληνικά 
    • Ελληνικά
    • English
  • Σύνδεση
Τόπος καταγραφής 
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Παραδόσεις
  • Τόπος καταγραφής
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Παραδόσεις
  • Τόπος καταγραφής
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.

Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής

  • 0-9
  • A
  • B
  • C
  • D
  • E
  • F
  • G
  • H
  • I
  • J
  • K
  • L
  • M
  • N
  • O
  • P
  • Q
  • R
  • S
  • T
  • U
  • V
  • W
  • X
  • Y
  • Z
  • Α
  • Β
  • Γ
  • Δ
  • Ε
  • Ζ
  • Η
  • Θ
  • Ι
  • Κ
  • Λ
  • Μ
  • Ν
  • Ξ
  • Ο
  • Π
  • Ρ
  • Σ
  • Τ
  • Υ
  • Φ
  • Χ
  • Ψ
  • Ω

Ταξινόμηση κατά:

Σειρά:

Αποτελέσματα:

Αποτελέσματα 26-45 από 284

  • κείμενο
  • χρόνος καταγραφής
  • ημερομηνία υποβολής
  • αύξουσα
  • φθίνουσα
  • 5
  • 10
  • 20
  • 40
  • 60
  • 80
  • 100
  • Β', Ου Γιαννάκ'ς είν έν αστέρ ούπ φαίνιτι κεί π φαίνιτι του χ'μώνα η Μάρου, αλλά δεν έχ' τ' λαμπράδα όπ' έχ' η Μάρου. Κατά τον Γεώργιον Τσαμαδιάν ποιμενόπαιδα αγράμματον, διατρίβοντα κατά το πλείστον εις τα Βαρδούσια της Αιτωλίας. Προφσνώε η Μάρω είνε Έσπερος, ο δε Γιαννάκης είνε ο Εωσφόρος, κατ' αμφότερας λοίπον τας περιπτώσεις η Αφροδίτη κατά την δημώση λαϊκην αστρονομίαν. 

    Λουκόπουλος, Δημήτριος (1914)
  • Τι να μη μαρτυρήσης

    Βάρβαρο ατσίμπιγο, σπαραγγιά μονόκλωνη και κείνο το χορτάρι, που γίνεται στο ζωριό του μύλου, και κείνο που έχει η γυναίκα η γκαστρωμένη αποκάτω από το νύχι της το μεγάλο του ποδαριού της, να μην το μαρτυρήσης.» Έτσι είχαν πει μια φορά οι άλλοι διαμόνοι στον αρχηγό τους, που πιάστηκε σε δόκανο αγριοκερασίσιο, που είχε στήσει ένας τσοπάνος από τα Άγραφα. Αυτός έστησε το δόκανο να πιάση το δαίμονα,...
    

    Λουκόπουλος, Δημήτριος (1948)
  • Το λιόκρινο

    Βγαίνει το Μεγ. Σαββάτο κι άμα ξέρη κανείς που βγαίνει, μπορεί να πάη και να πετάξη ρούχο μάλλινο και ξύεται αυτό και πέφτουν τα κέρατα του και τα παίρνει. Με το λιόκρινο γρεύει ο σεληνιασμανος άνθρωπος.
    

    Λουκόπουλος, Δημήτριος (1927)
  • Βόμπιρας. [γίν'κες βόμπιρας να φάς ούλς τς άλλνους= δαιμονικόν όν, το οποίον θα εξοντώσης την οικογένειάν σου.] 

    Λουκόπουλος, Δημήτριος (1922)
  • Βουρκόλακας= δαίμων εις νεκρούς αμαρτωλούς, εξ ού η φράσιν ο τάδε εβρουκόλακιασε. 

    Δουκάκης, Δημήτριος Χρ. (1921)
  • Γ' Χουργιά είνι αστέρια πουλλά μαζούλα. Όθι είνι πουλλά αστέρια, δέκα, δεκαπέντι είνι χουργιό. Λοιπόν χωριό, είναι πάς αστερισμός. ΙΑ'. Αυγερινός είνι η Μάρου ή ου Γιαννάκ'ς. Όλας τας ανώτερω λαϊκάς αστρονομικάς γνώσεις ηρύσθην παρά του ειρημένου Γ. Τσαμαδιά, και τας κατέγραψα εις την γλώσσαν αυτού, εν Κεφαλοβρύσω, δ' όμως, όπου δεν ήτο δυνατό ένεκα του χειμώνος, καθ' όν εγίνετο η καταγραφή, να ζήτησω... 

    Λουκόπουλος, Δημήτριος (1914)
  • Γ'. Ζ'γαριά είνε τρι' αστέρια, ένα λαμπρό κι δυό μντά. Αγνοώ περί τινός αστερισμού πρόκειται. Δ. Σταυρός παέι κουντά ς τς Ζ' γαριά έχ' πέντ αστέργια. Ε' Πούλια, έχι έξ αστέρια. Προφανώς η Πλειάς. ΣΤ'. Αλιτρουπόδα, βγαίν' κουντά τμ Πούλια, κ' έχ' εξ αστέρια, αλλά δεν έινι ούλα μαζί. Ζ'. Ιφταπάρθενους χουρός, πααίν κουντά τμ Πούλια κ' έχ' ιννιά αστέργια. Η'. Ιφταπάρθινους χουρός, είνι άλλους αυτός κι... 

    Λουκόπουλος, Δημήτριος (1914)
  • Για το Σοβολάκου, το χωριό που βύθισε λένε, πως εκεί ήταν ένας Δεσπότης. Είχε ηλικία 85 χρονών και μόλα ταύτα τα είχε μπλέξει με γυναίκα. Το χωριό τον κατηγόρησε στον Πατριάρχη. Τον κάλεσε να δώσει λόγο. Να πάη μπροστά του. Μπήκε καβάλα και πήγαινε στην Πόλη. Καθώς ξεκίνησε, στάθηκε και καταράστηκε το χωριό και γι’ αυτό βύθισε μέσα. 

    Λουκόπουλος, Δημήτριος (1928)
  • Τα ψάρια (αβηρικόν)

    Γιατί κάποτε εκεί ήρθαν τα ψαριά. Τότε που βούλωσε ο Γείδαρης. Έπεσε ένας βράχος απ’ τον Κοκκινόβραχο την ημέρα της Αγίας Κατερίνης που ήρθε η μεγάλη κατεβασιά. Βούλε το ποτάμι και κύλησε το νερό πίσω. Ίπνηξε όλον τον κάμπο. Ύστερα ξέσπασε πάλι, έφυγε το νερό κι έμειναν τα ψάρια.
    

    Λουκόπουλος, Δημήτριος (1927)
  • Για το στοίχειωμα του γεφυριού Βασιλικό Πέραμα

    Γιουφύρ’ δε στέκιτι, άμα δε στχειώσι άνθρουπου ή κανα ζώου. Στου Βασιλ’κό Πέραμα (τα’λεύ’ εισ’ γιάτ’ πέρας ναι βασ’λουπούλα απάν-γεφύρι στα μέσα δήμου Παμφιάς ην Αμπρακίας) είχανι στχειώσ’ έναν Αράπ’ κι ναι Αράπ’σσα κι τα ίγλιπαν π’πουλέμαγαν κι φύλαγαν τν καμάρα. Κ’ τότι πόπιφτι η καμάρα άπησαν φουνή πόλιι : Κράτ’ Αράπ’ ! Κράτ’ Αράπ’! κράττττ! Κραααατ’! –Κράτ κι απουκράτ! Τώρα η καμάρα έπισι! Είπ’...
    

    Λουκόπουλος, Δημήτριος (1925)
  • Γριβίτσα =κορυδαλλός ωδικός. Η παράδοσις λέγει ότι έχασε τον άνδρα της,όσις ωτομάλετο Γρίβας και τρέχει ανά τα όρη και φωνάζει Γρίβα μ'! Γρίβα μ'. 

    Λουκόπουλος, Δημήτριος
  • Το άλεσμα στα πάγανα

    Δεν κάνει να αλέθουμε το δωδεκαήμερο, που’ναι τα πάγανα, γιατί τότε στο μύλο προ πάντων μαζεύονται πάγανα και δεν κάνει να πάμε. Είναι κακό. Κάποτε ένας αποφάσισε και πήγε ν’αλέση. Εκεί βρήκε ένα πάγανο ολόγυμνο. Ως που ν’αλέση, έβαλε μια σούφλα γουρουνίσιο κρέας να το ψήση. Το πάγανο έφερε κι αυτό βαθράκια, τα σούφλισε και τα ‘ψαινε κοντά στη σούφλα, που ‘χε ο άνθρωπος, και τα’άγγιουγε απάνω στο...
    

    Λουκόπουλος, Δημήτριος (1948)
  • Στο κομμένο κορίτσι

    (Διάβα στο Κριατσοβούνι. Την περνά κανείς πηγαίνοντας απ’ Αρτοτίνα στο Κριάτσι). Παραπάνω απ’ το Διακόπι της Στρωμίνιανης ερχόνταν κατά το Κριάτσι ένα κορίτσι από την Αρτοτίνα ας πούμε. Κι ένας από την Αρτοτίνα την αγάπαγε και κίνεσε κοντά με άλλον έναν. Και το κορίτσι με άλλον έναν ερχέτανε. Και πήγαν αυτοί οι δύο και το φτασαν στο δρόμο εκείνον, στη ραχούλα πάνω. Και το ζύγωσε αυτός το κορίτσι και...
    

    Λουκόπουλος, Δημήτριος (1927)
  • Γιατί πίνουν εις υγελιαν οι άνθρωποι άμα πίνουν κρασί

    Ένας βασιλιάς μια φορά πολέμησε με κάποιον άλλον βασιλιά και τον νίκησε. Τον πήρε σκλάβο και του έκοψε το κεφάλι. Το κάρακλο του κεφαλιού το χρύσωσε απο μέσα και απο όξω και έφκειασε έτσι μια κούπα μεγάλη για να πίνη κρασί. Ύστερα κάλεσε όλους τους αξιωματικούς και τους μεγάλους σε τραπέζι. Άμα φάγανε έπιαν κρασί. Πρώτας έπιε ο βασιλιάς με την κούπα και είπε πριν πιή σε υγειάν της Νίκης μας πίνω το...
    

    Λουκόπουλος, Δημήτριος (1919)
  • Ένας Κ.Αυφαντής απ’ την Αράχοβα νειρεύτηκε. Παρουσιάστηκε ένας γέρος και του είπε : να ειπής του γυιού σου, όσα λεπτά ηύρε,του αρκούνε και να μην ψάχνη γι’ άλλα. Κίνησε αυτός και πήγε στον πατέρα του, τον Κορόια και του τα είπε αυτά. Το παιδί του, που έχει πεθάνει τώρα,αλήθεια ηύρε χρήματα στο Ντζιακράρη, αλλά ξακολούθαε να ψάχνη κι ΄πεφκειασε και καινούργιο σπίτι. Κάποτε όμως ανέβηκε απάνω στο σπίτι... 

    Λουκόπουλος, Δημήτριος
  • Ένας Κουσσ'νιώτς πήι στ' ράχ' στν Κουσσίνα νια βουλά κι ηύρι ένα λιάρου βόιδ' κι αυτό ήτανι του Στ'χειό τς Κουσσίνας κι έκαψη να του σκιάξ' κι τουν πλάκουσι τς κουντριές κι τουν σκότουσι. Ίσια ίσια π'βώδουσι κι του μαρτύρσι τι έπαθι κίπικ πέθανε. 

    Λουκόπουλος, Δημήτριος (1925)
  • Πως πιάστηκε ένας σατανάς

    Ένας μια φορά από το Καρπενήσι τάΐζε τα πρόβατά του αλάτι απάνω ‘ς το Βελούχι. Εκεί κοντά που τάϊζε τα πρόβατα είχε στημένα δόκανα (σίδερα). Κάθε μέρα όμως τα βρίσκε σκανταλισμένα τα σίδερα και δεν ήξερε ποιος τα σκανταλάει τα σίδερα. Ήρθαν οι σαϊτάνηδες που έφερναν από το Μπούμιστο (του Ξηρόμερου) την κλαπάτσα για να γλαπατσιάσουν τα πρόβατά του. (Θα κλαπάτσιαζαν τα πρόβατα αλλά αυτός άμα τάϊζε αλάτι,...
    

    Λουκόπουλος, Δημήτριος
  • Με ποιον τρόπο παντρεύτηκε ένας Νεράϊδα

    Ένας μια φορά ήθελε να παντρευτή και πάρη γυναίκα πολύ όμορφη. Δεν εύρισκε όμως και ήτανε πολύ στενοχωρημένος. Ρωτώντα, έμαθε από μια γριά πως οι Νεράϊδες είναι οι ομορφότερες γυναίκες του κόσμον. Αλλά για να μπορέση και πάρη γυναίκα Νεράϊδα, πρέπει να της πάρη το μαντήλι. Τα μαντήλια ‘ς τις Νεράϊδες είναι τα φτερά τους. Πήγε λοιπόν και αυτός σε ένα αλώνι όπου μαζευόντανε Νεράϊδες και χόρευαν. Ήρθαν...
    

    Λουκόπουλος, Δημήτριος
  • Ένας στα Γιάννινα είδε όνειρο πως στη Φραγγόσκαλα είναι μια πέτρα στρογγυλή. Απάνω στέκεται και βελάζει ένα τραγί παρδαλό. Εκείνε την πέτρα να τη σπάση και θα βρή θησαυρό. Ήρθε κείνος την έσπασε την πέτρα και βρήκε θησαυρό. (Φραγκόσκαλα είναι μια κοιλάδα κοντά στο Αγρίνιο. Από κει περνάει ο Αχελώος κι εκεί είναι σταθμός των ορεινών όταν κατεβαίνουν κι ανεβαίνουν κ’ χάνια) 

    Λουκόπουλος, Δημήτριος (1928)
  • Το φαρμάκι του φιδιού το γιατρεύει το ζώχι ΄ς τον κάβουρα

    Ένας τσοπάνης έβοσκε τα γίδια του σ' ένα βαρκό. Εκεί ΄ς το βάρκο ήτανε ψόφιο ένα μεγάλο φίδι. Πέρα πέρα ήτανε και ένα μεγάλο ζώχι. Ο κάβουρας έτρωε πολύ από το κρέας του φιδιού έπειτα πάγαινε 'ς το ζώχι και έτρωγε μια χαψιά. Γύριζε ξανάτρωε φίδι και έπειτα ζώχι. Τούτο το παρατηρήσε ο τσοπάνος πήγε λοιπόν και έκοψς το ζώχι για να ιδή τι θα γίνη. Ο κάβουρας τς δουλειά του. Αφού έφαε φίδι πήγε ΄ς το...
    

    Λουκόπουλος, Δημήτριος
  • «
  • »

Πλοήγηση

Όλο το ΑποθετήριοΑρχείο & ΣυλλογέςΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμεναΑυτή η συλλογήΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμενα

Ο λογαριασμός μου

Σύνδεση
Επικοινωνήστε μαζί μας | Αποστολή σχολίων
Κέντρον Λαογραφίας E-Mail: keel@academyofathens.gr
Δημιουργία/Σχεδιασμός ELiDOC
Λογισμικό DSpace Copyright © 2015  Duraspace


Το Έργο «Εθνικό δίκτυο ψηφιακής τεκμηρίωσης της άυλης και υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς» στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ψηφιακή Σύγκλιση» του ΕΣΠΑ 2007-2013, συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από εθνικούς πόρους.