Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1801-1874 από 1874
Είχα το παιδί κ' είχα τη χαρά κ' ήψηνα του πέντε αυγά κ' ήτρωγα τα τέσσερα κι' απου τ' άλλου το μισό κι' απου τ' άλλο το gορκό
(1917)
Λέγεται επί των πλεονεκτών και των λίαν φαιδωλών
Πού τ' αγάπουν τογ καλόμ μου,τζ' απού τον είχα έννοιαν, πέντε χρόνους τον εφίλουν, τζ' εν τον είδ' αν είσεγ γένεια
(1940)
Εις περιπτώσεις καθ' ας είναι καταφανής η έλλειψις αγάπης και ενδιαφέροντος. Φέρεται ως έχουσα την αρχήν της εις μύθον, κατά τον οποίον σύζυγος κληθείσα εις αναγνώρισιν φονευθέντος, είπεν ότι ναι μεν ούτος ομοιάζει προς ...
Κείνος που δε θέλ' να καμτσουρίσνα τη γυναίκα τ' δεν πηγαίν' στη χαρά
Μη δίνεις αφορμή σα δε θέλεις να σε πειράζουν. Στη χαρά (γάμο), όπου πηγαίνει κόσμος πολύς μπορεί τη γυναίκα σου να την κοιτάξουν με μάτι πρόστυχο και να της κάμουν και νόημα ερωτικό
Όπ' ακούς πολλές απρούνες παίρνε μικρό καλάθ'
Μη δίνεις πίστη σαυτούς που υπόσχονται πολλά και μεγάλα. Απρούνες = βατσουνιά ή βάτος, καρπός συγγενικός με τα δαμάσκηνα και αβράμηλα στρογγυλός, ίσος με φουντούκι και, σαν ωριμάσει,μαύρος στρογγυλοκούκουτσος.Ίσως από το ...
Μη δείχνεις το μέρος που κατουρείς, μην πάει ο άλλος και χέσ'
Για τους ανοήτους ανθρώπους, που αφηγούνται τις ασχημιές τους στους άλλους, ωσάν να τους προσκαλούν να κάμουν κι αυτοί το ίδιο. Αυτοί θα κάμουν το χειρότερο. Όποιος λέγει το μυστικό του και καυχιέται για μια βρωμοδουλιά, ...
Βάστα Θανάσ'
Φράση παροιμιώδης για την υπομονή και τη δύναμη της θελήσεω. Κάποτε ένας πότης, άρρωστος από το πιοτό, που του το απαγόρεψε ο γιατρός, σαν έγινε καλά και βγήκε να περπατήσει, πέρασε κι από το δρόμο όπου είταν το καπηλειό, ...
Τη γουρουνιού τη μύτ' κι αν την κόψ' ς, πάλ' κείνο ά σκαλισ'
Όπως δε μπορείς ν' αλλάξεις τα φυσικά του γουρουνιού, όσο κι αν κοπιάσεις και αν του κόψεις ακόμα και τη μύτη, έτσι και τους χυδαίου ανθρώπου είναι αδύνατο ν' αλλάξεις τι συνήθειες με τη διδασκαλία. Μεταφορ.γουρούνι είαι ...
Όσταν ελέπ' άτην τα πέντ' ατ' γελούν
(1939)
Όταν τη βλέπει, και τα πέντε του γελούν...
Τη αγαπάει πολύ: όταν τη βλέπει και τ' αυτιά του (η έκφραση εννοεί, φαίνεται τις πέντε αισθήσεις)...
Τη αγαπάει πολύ: όταν τη βλέπει και τ' αυτιά του (η έκφραση εννοεί, φαίνεται τις πέντε αισθήσεις)...
Σαράdα φας, σαράdα πιής, σαράνdα δώσ' για την ψυχή σ'
(1937)
Λέγονταν την ημέρα των αγίων Σαράντα Μαρτύρων, διότι αυτήν την ημέρα ζύμωναν κι έψηναν στο σάτσι αλαγίτες και ήταν συνήθεια να μοιράζουν και για την ψυχή τους...
Σ΄ τσού είκοσι μυαλό, σ΄ τσου τριάντα βιό και σ΄ τσου σαράντα γυναίκα· ειδ΄ αλλιώς είτε βίος, είτε μυαλό, είτε γυναίκα
(1952)
Αν κανείς ως είκοσι χρονών δε δείξη μυαλό, ως τριάντα δεν κερδίζη το ψωμί του, κι΄ ως σαράντα δεν παντρευτή, ας μην έχη ελπίδες γι΄ αργότερα. είτε=ούτε...
-Σύρω: Σούρτα φέρ' τα. Όλο πηγαίνει κ' έρχεται, βιαστικός και έμφροντις. -Σέρν' ο ποντικός την ουρά τ', σέρνει και τα ποντικούδια τ'. Όταν κανείς πηγαίνη κάπου κι' έχη κι άλλους μαζί του. -Το πολύ το σύρε κι έλα φέρνει και καμία τρέλλα. -Σύρε κι έλα στην Ασκό, πέντε χρόνια μερτικό.
(1956)
Οι σχέσεις πρέπει να είναι μετρημένες.
Κόπος πολύς με εξευτελιστική απολαβή. Στα περασμένα χρόνια οι ναύται έπαιρναν αντί ωρισμένο μισθό, ελάχιστο μερίδιο από το ναύλο. (Ασκός χωριό 1050 κατ. στη Μαύρη Θάλασσα. Υπήγετο ...
Παρά μια τεσσαράκοντα
(1889)
Παρά μια τεσσαράκοντα (έφαγε)
Ανηλεώς εδάρη
Που μένα τουν Αλή σι σένα τουν Καραλή ου γάϊδαρους που μ' έδουσις νέ λαλεί π' λαλεί. Για σαράντα πέντι, για διαβόλους σι παίρνει.
(1923)
Σι σένα = Είς σε., νέ = ούτε
Αν σε φάω εγώ η οχυιά έχει ο Θεός κι η Παναγιά. Αν σε φάη το κονάκι αλοιφίτσα με κεράκι. Αν σε φάη ο γυιός μου αστρίτης πάρτε αξίνες και ξινάρια και σαράντα παλληκάρια
Δια τούτο δηλούται το αποτέλεσμα το οποίο θα προκύξη εκ της δήξεως υφ΄ενός εκάστου των άνω αναφερομένων όφεων
Αν σε τσιμπήση ο Γιάννης βάλε άτσοχα να γιάνη, αν σε τσιμπήση ο Μάρκος σκάψε το λάκκο σου σαράντα σκαλοπάτια βάθος, κι αν σε τσιμπήση η Μαριά σκάψε ακόμη πιο βαθειά
(1963)
Γιάννης = λαφίτης, Μάρκος = τυφλίτης, Μαριά = οχιά
Στες είκοσι γαρύφαλλο, και εις τες τριάντα βιόλα και εις τες σαράντα γιασεμί και στους πενήντα 'μόλα
(1949)
Μόλα = αμόλα. Ναυτικός όρος to cast off a ship's moorings
Αυτός είναι σαν του σκύλου το ράδι που το βάλανε σαράντα χρόνια σ' ένα καλαμουκάνι για να γίνη ίσο κ' ύστερα το βγάλανε κ' ήτανε πάλι στραβό
(1962)
Για κείνους που είναι στραβόξυλα και δεν μπορούν να διορθωθούν παρ' όλες τις προσπάθειες που κάνουμε λέμε την παροιμία
Μέτρα εκατό και κόβε ένα
Ομοία τη: Πέντε μέτρα και δέκα μέτρα...
Τον πήγε μπες μπουζούκ
(1916)
Ιδηλίασε...
Μπουζούκ = πέντε κ' μισό...
Μπουζούκ = πέντε κ' μισό...
Σαράdα φας, σαραdα πιής, σαραdα δώκις για τη ψυχή σ'
(1941)
Λέγεται δια την μνήμην των αγίων 40 Μαρτύρων κατά την οποίαν κατασκευάζουν λαλάγγια και το έχουν σε καλό να φάγουν 40 και να δώσουν εις άλλους 40 λαλαγγάκια για σχώριο
Σαράνdα 'δω σαράνdα 'κει κακός γκριμός π' μι πήρι
(1915)
Ερμηνεία: Επί της εξαντλήσεως ποσού τινος χρημάτων παρά τους υπολογισμούς ως εκ των πολλαπλών και απροόπτων αναγκών του οίκου
Των Αγιών Σαράντων είναι, ας χορέψωμεν κι ας είναι
(1870)
Καλογηρικόν των αγίων 40 μαρτύρων
Τάϊζε με και μένα λάδι κι ας τονε κι ας αλλαργάρη
(1927)
Διάλογος αφεντικού, κυρίου και του σκύλου του.
Ο αφεντικός λέγει προς τον σκύλλον του: - όντε τρώς ολαγος φύτρο πέντε οργυιές πάει το μπήγο.
Σκύλος:- Τάϊζε με και μένα λάδι κι ας τονε κι ας αλλαργάρη.
Φύτρο: Περιληπτικώς αντί του πληθ. αριθ. φύτρα...
Τσ' ακμάτρας το παιδί χορουδάκια 'μάθαινε, gι' όσο dου τα 'μάθαινε, dόσο 'κείνο τάθελε
(1963)
Των Αγίων Σαράντα είναι πάντα τη Σαρακοστή κι επειδή τη Σαρακοστή δεν χορεύανε οι παλαιοί, αν τύχαινε κάποτε να χορέψουν αυτή την ημέρα, το λέγανε...
Το gούτσι – gούτσι τέσσερις τσαί το προβάτι πέdε τσαί τουτη η κλεφτολυ'ερή μέρες πενήdα – πέdε
(1943)
Παρατήρησις πόσον καιρό κυοφορούν τα ζώα. Ο χοίρος 4 μήνες, το πρόβατο πέντε μήνες, η γάτα 55 ημέρες...
Ο Μαας, εμ πεντοφάς τζαι εφταψούμης
(1940)
Τον μήνα τουτον, η ημέρα είναι μεγάλη ώστε ο πολυασχολημένος χωρικός να τρώγη πολύ. Το πέντε και εφτά με την σημασίαν του πολύς...
Απου θέλει τα πολλά χάνει τζιαι τα λλία
(1956)
Λλία = ολίγα...
Παρά δέκα και καρτέρει, κάλλιον πέντε και στο χέρι...
Παρά δέκα και καρτέρει, κάλλιον πέντε και στο χέρι...
Α σο πολλά το κυριελέησον εχάσα τα 'ξιπέντε
(1940)
Απ' το πολύ το κυριελέησον έχασα τα έξι, πέντε (τα 'χασα)...
Χαρακτηριστικό για την ταραχή, όταν δεν ξέρει τι κάνει κανείς...
Χαρακτηριστικό για την ταραχή, όταν δεν ξέρει τι κάνει κανείς...
Από ένα κακοπληρωτή κ' ένα τσουβάλι άχερο
(1956)
Ερμηνεία: Από κακοπληρωτή ότι και να πάρης είναι όφελος. Το άχυρο ήταν εποχή που το έδιναν δωρεάν, πάντοτε ήταν πολύ φθηνό ένα μεγάλο τσουβάλι είχε δυόμιση ως πέντε γρόσια το πολύ...
Νο! Νο! Νο έχες τσ' ας με κράτειες!
(1943)
Στη δημασία του γνωστού: Κάλλιο πέντε και στο χέρι παρά δέκα και καρτέρει...
Ακολουθεί κείμενο......
Ακολουθεί κείμενο......
Κλέφτης και δυνάμεος
(1876)
Επί στίχ. Ψελλού, σελ. 544: Ενι και κλέπτης και σκληρός, δημώδης λόγος ου η λύσις δι είκοστ και πέντε πολιτικών στίχων εύρηται...
Σελ. 562: Και κλέπτης και ισχυρός...
Σελ. 562: Και κλέπτης και ισχυρός...
Μάρτης ο πεντάγνωμος και Μας ο πενταπίττης
Ερμηνεία: Διότι αι ημέραι κατ' αυτόν είναι μεγάλαι, και οι άνθρωποι τρώγουσι περισσότερον, πέντε πίττες...
Πέdε μέτρα κι' ένα κόβγε
(1963)
Δηλαδή πριν κάμης κάτι, πρέπει να το υπολογίζης καλά, να το μετράς πέντε φορές και μετά να το κόβης...
Μάρτης πενταδείλινος και πάλι πεινασμένος
(1939)
Πενταδείλινος = κατά του οποίον δειλινίζουν πέντε φορές, 6, 159, 39...
Δυο μέτρα κι' ένα κόβε
(1907)
Δυό ή πέντε...
Σύνεσις...
Σύνεσις...
Ιννιά έχει ου μήνας!
(1910)
Ταυτόσημας τη: Όξον φτώχεια
Φάει αυγό να ξαναβγ'ω
(1910)
Σημ.: Εκ τους παθόντας υπό ευλογίας απαγορεύεται κατά του λαού,αυστηρώς να φάγουν αυγό επί σαράντα ημέρας, δι' όπερ και ο αφορισμός ούτος....
Σ σα σεράντα χρόνα μιαν το καμέλ' πα χορεύ'
(1931)
Σ τα σαράντα χρόνια μια φορά χορεύει κ' η καμήλα...
Δικαιολογία πράξεως απροσδοκήτου σχετικώς προς τον εκτελέσαντα...
Δικαιολογία πράξεως απροσδοκήτου σχετικώς προς τον εκτελέσαντα...
Το κλειδωμένον η πόρτα σεράντα dέdα δεβάζ'
(1918)
Η κλειδωμένη πόρτα σαράντα δυστυχίες απομακρύνει...
Dέdα τα, μοιραία κακά, λυπηραί της τύχης περιπέτειαι...
Dέdα τα, μοιραία κακά, λυπηραί της τύχης περιπέτειαι...
Μεις είμεστε σεράνdα νομάτοι, πενενdάβου μας κατέχουμε
(1951)
Εμείς είμαστε σαράντα νομάτοι (λίγοι) και γνωριζόμαστε μεταξύ μας...
Στα μικρά χωριά και στις γειτονιές ξέρει ο ένας τον άλλον...
Στα μικρά χωριά και στις γειτονιές ξέρει ο ένας τον άλλον...
Στού Μπαλίκ Παζάρ ένας παπάς κρέμιτι
Η φράση λέγεται όταν λυθή η ζώνη κανενός και κρέμεται δίχως να το πάρει μυρωδιά. Ο Παπαθανάσ' κρέμται, λένε στις Σαράντα Εκκλησιές...
Η μερμήκα πα με τ' εκεινές το γαντάρ' σεράντα πατουμάνα έρθεν
(1929)
Και το μερμήγκι με το δικό του το καντάρι σαράντα πατουμάνια ζύγισε. πατμάν' και πατουμάν' μονάς βάρους εξ οκάδων...
Έκαστος κρίνων εαυτόν διά του ιδίου μέτρου ουδέποτε υποτιμά και κατ' ελάχιστον την αξίαν του...
Έκαστος κρίνων εαυτόν διά του ιδίου μέτρου ουδέποτε υποτιμά και κατ' ελάχιστον την αξίαν του...
Το κλειδωμένον η πόρτα σεράντα δέdα δεβάζ'
(1931)
Η κλειδωμένη πόρτα σαράντα κακά απομακρύνει...
Γνωμικόν...
Γνωμικόν...
Ο Μάρτης ο μονόφαος, ο μονόχεστος, ο πεdάρδαχτος κι' ο τιναχτοκοφινάς
(1963)
μαλλί, ώστε να γεμίση πέντε αδράχτια. Τέλος λέγεται τιναχτοκοφινάς, επειδή ότι υπάρχει ακόμη μέσα στο σπίτι αναζητείται και καταναλίσκεται...
Μπήκ' η λύκους στού μαντρί, αλλοιά απόχει τού ένα
(1956)
κοπαδιού είναι σάν από ιδιαίτερη πάστα φτιαγμένο. Άν σμίξετε πέντε μπουλούκια, θά έχετε μέν έν μεγάλο κοπάδι, αλλά μέ τήν πρώτη ταραχή, σχίζονται κατά μπουλούκια, όπως ότα ήτανε χωρισμένα. Άν λοιπόν στό κοπάδι είναι ένα μοναχό πρόβατο, θά ξεκόψη καί ίσως...
Άμα δεν έχεις γαμπρό, ούτε γομάρι στην πόρτα σου
(1963)
υφιστάμενος της μητέρας της, ο σύζυγος, ο γαμπρός δηλαδή, είναι υποτελής της πεθεράς, γομάρι στην πόρτα της, κατά την παροιμία. Η παροιμία δεν λέγεται εις τα σουλιωτοχώρια (τα επτά παλιά χωριά και πέντε σημερινά), ούτε την περιοχήν Ντουσκάρας, ούτε κάτω από...
Δώκαν dα πένdε παράδε να χορέψει, τζο χόρεψε. Στέρου, σαμού έβgε σό χορό, δώκαν dα δέκα παράδε να σταθεί, μή χορέψει, τζό στάθη
(1951)
Του δώσανε πέντε παράδες να χορέψει, δέ χόρεψε. Ύστερα, σά βγήκε στό χορό, του δώσανε δέκα παράδες να σταθεί, να μή χορέψει, δέ στάθηκε. Όταν ένας στήν αρχή κάνει πώς δέ θέλει κάτι, μά ύστερα δέ μπορείς να τον συγκρατήσεις. Ποντ. Α. Π. αρ. 405...
Χωριό με δώδεκα σπίτια και με δέκα τρείς γερόντους
(1926)
' όψιν, οι πάντες θέλουσι την αρχηγίαν νομίζοντες εαυτούς ικανούς επιτηδείους προς όλα. Οι Ιταλοί διακωμωδούντες το εθνικόν μας τούτο ελάττωμα λέγουν: Γραικοί πέντε γνώμες: quatro Greci cinque comando : ήτοι τέσσερες...
Βάλτου ρίγαν'
Είναι μπαγιάτικο
Άχερα έχ' η κούτρα σ' εσένα
Δηλαδή δεν έχει διόλου μυαλό
Βάλτου ρήγανη
Δηλαδή είναι βρώμικο και μπαγιάτικο. Έχ' ανάγκη απ' αλάτι ή ρήγανη
Ξάει κοιλιές κι΄ κάμν΄ φανάρια
Για τους ακαμάτηδες και ανιπρόκοπους
Σα δεν έγινα νύφ' είδα μπάρεμ πε την τρύπα
Για κείνους που επιμένουν να ξαίρουν πράγματα ανάρμοστα σ' αυτούς. Ή για κείνους που έχουν κάποια ανάλογη πείρα σε κάτι τι
Απ' τα πενήντα κι τουν ανήφουρου, κόπους κι πόνους
(1938)
Ανήφορου = κι' επάνω
Όπως ο κόσμος κι ο Κοσμάς
Για κείνον που συμμορφώνεται εύκολα με τις περιστάσεις
Ζ΄ ναίκας ΄ς τα σεράνdα κατζία να πγέσ΄ τόϊνα · ατσείνο πάλι νdα ΄νανοστείς και τσαί νdα πγέσ΄
(1951)
Της γυναίκας από τα σαράντα λόγια να πιάσεις (δεχτείς) το ένα · και κείνο πάλι να το σκεφτείς καλά και να το πιάσεις...
Η γεναίκα έβαλεν τόδ δκιάολον μέσ΄ το κουζίν
(1940)
είχε προετοιμάση ότι εχρειάζετο, έβαλε δια στούππωμα φύλλον συκής, το έδεσε και αφήκεν εκεί μέσα τον διάβολον επί σαράντα ημερονύχτια...
Τη μερμήκαν είπαν άτεν “πόσα οκάδας έρχεσσαι;”, “Σεράντα πατμάνια”, είπεν, “Αΐκον ψέμαν πα γίνεται;”, είπαν άτεν, “Εγώ με τ' εμόν το καντάρ' εξύχτα”, είπεν
(1931)
Είπαν στο μερμήγκι “πόσες οκάδες είσαι;”, “σαράντα πατμάνια” είπε, “γίνεται και τέτοιο ψέμα;” του είπαν, “Εγώ με το δικό μου το καντάρι ζυγίστηκα” είπε...
Ο ποταμός, λέει, σαράdα χρόνοι τα ζητά τα δικαιώματά dου
(1963)
Δηλαδή αν εκτραπή ο ποταμός σε άλλη κοίτη, είναι δυνατό να γυρίση και μετά σαράντα ακόμη χρόνια στην παλαιά του. Λέγεται, όταν κάποιος παρόχθιος περιλάβη σε κτήμα του μέρος κοίτης ποταμού, επίσης, όταν ο ποταμό περιλάβη πάλι στην κοίτη του το τμήμα...
Η γεναία έβαλεν τόδ δειάολον μέσ΄ το κουζίν
(1940)
είχε προετοιμάση ότι εχρειάζετο, έβαλε δια στούππωμα φύλλον συκής, το έδεσε και αφήκεν εκεί μέσα τον διάβολον επί σαράντα ημερονύχτια...
Άλλα ν τ' άλλα κι' άλλο της Παρασκευής το γάλα
(1909)
εκόλασες ούλους; Γιατί το καμες; Σάν με ρωτάτε τους λέ' ο ασκητής, να σάς το ειπώ, μά ναρθή ούλο το χωριό να μή λείπη κανένας. Το χωριό είδε πώς έλειπε μιά γυναίκα με το παιδί της, πού δεν ήτανε σαράντα ημερών. Έστειλε ναρθή η γυναίκα με το παιδί και σάν...