Αναζήτηση
Αποτελέσματα 4701-4800 από 5036
Που αδάρου κάμη χάρη, άδαρος λοάται πάλι
(1963)
Λέγεται σε περίπτωση αγνωμοσύνης δηλ. είναι ανόητος όποιος κάνει χάρη σε αγνώμονα
Άμα λείπ' ο κάτης α τη 'ωνιά, παίζουν οι ποdικοί τσ' αμάδες
(1963)
Αμάδες = παιχνίδι που παίζουν τα παιδιά και οι νέοι με στρογγυλές επίπεδες πέτρες
Όποιος δεν έχει 'έρο, ναοράζη
(1963)
Δηλαδή ο ηλικιωμένος είναι πολύτιμος για την πείρα του
Ήρτανε τα ταγούλια στη γειτονιά μας; Καρτέρα τα και στ γωνιά μας
(1941)
Επί γειτόνων στρατολογηθέντων, φορολογηθέντων ή νυμφευθέντων. Μετ' αυτούς έρχεται η σειρά μας
Είναι μακρυιά το σκοτάδι; Κλείσ' τα μάτια να το ιδής
(1929)
Λέγεται επ' εκείνων οίτινες ισχυρίζονται άγνοιαν και αμφιβάλλουν δια τινα πράξιν, ενώ αυτή είναι οφθαλμοφανής, σαφής και ευεξήγητος
Άσπρος σκύλος στο παζάρι, είν' στο μπαμπακά ζαράρι
(1956)
Ερμηνεία: Η σύγκριση σε δύο όμοια πράγματα είναι ζημία
Άσωστο κ' απλέρωτο
(1956)
Όλο το ίδιο λέγει, και το ξαναλέγει
Αλλοί να τα πουλής αυτά (κι αλλού να μπαλουθής)
Ερμηνεία: Επί των αξαπατάν επί ζητουντων
Σαν πεινώ και δε νυστάζω όσο θέλεις σκέπασε με
(1902)
Ερμηνεία: Επί ανωφελούς προσπάθειας
Ανεκατωμένος ο ερχόμενος
(1949)
Κατά παρωδίαν του εγαγγελ. Ρητού: “Ευλογημένος ο ερχόμενος”
Αρρωστοφαγιά, κατεβασιά της πείνας
(1948)
Πείνα 111
Όποιος προσκυνα και κλάνει μόνο τσοι μετάνοιες χάνει
(1917)
Λέγεται επί των κολάκων, οίτινες κομπαστικώς εν τη Εκκλησία προσεύχονται
Πότε πίτα τσι λαδί πότε πίτα μοναχή
(1902)
Ερμηνεία: Επί των ολιγαρκών
Στου αρρώστου το προσκέφαλο πεθαμμένοι παραστέκουν
(1956)
Λέγουν όταν πέθνησκε ο γερός που περιποιούντανε τον άρρωστο κι ο άρρωστος γίνονταν καλά
Στου αρρώστου το κεφάλι πεθαμμένοι κάθουνταν
(1956)
Λίγες είναι οι ώρες του αρρώστου
Ο Θεός φτωχό ορφανό κάνει, άμοιρο δε κάνει
(1956)
Ο Θεός φροντίζει και για το ορφανό, θα το βοηθήση να μεγαλώση και γίνη καλός άνθρωπος
Δεν ρωτουν οι αγάδες τους γύφτους, όταν κάνουν το μπαϊράμη
(1889)
Ερμηνεία: Επί των εχόντων ελαχίστην αξίαν
Όποιος κάθηται στεριά και πέλαγα γυρεύγει, άνεμος 'ς τον κώλον του κουκκιά του μαγερεύγει
(1906)
Ερμηνεία: Διά τους μη ευχαριστημένους διά την θέσιν αυτών
Της Αγίας Μαρίνας τα σύκα, του Αη Λιά σταφύλι
(1910)
17 Ιουλίου.
Ερχόντανεν η λυγερή κι εγόρασε λανάρι
(1940)
Αρχόντηνε η λυγερή κι αγόρασε λανάρι (εργαλείο όπου ξαίνουν το μαλλί). Για τους φανταγμένους, που πάνε και παίρνουν πράματα άχρηστα, το λανάρι δεν το χρειάζεται κανείς κάθε μέρα – ο φανταγμένος νομίζει ότι αν το 'χει κι ...
Αγαπάει τα ξ'νόμ'λα
(1941)
Επί των φιλερώτων
Κατρήθκι απ' τα γέλια
(1941)
Επί ασυγκρατήτου γέλωτος
Λιγοθύμισ' απ' τα γέλια
(1941)
Είδα εγώ πολούς σπανούς, μα 'χανε που και τρίχα
(1892)
Ερμηνεία: Επί των μη εχόντων ούτε ιερόν ούτε όσιον
Είδα γω πολλούς σπανούς είχαν κάπου κάπου τρίχα
(1889)
Ερμηνεία: Επί των υπερβαινόντων το όριον και μέτρον επί των αδιακρίτων
Της πουτάνας ο κ ... δεν γερναει ποτέ
(1954)
Την αμεριμνησία της κοινής γυναικός την παρουσιάζουν με την [ανωτέρω] παροιμίαν
Το πονηρό πουλί πιάνεται από την μύτην
(1912)
Ερμηνεία: Δια τον νομίζοντα εαυτον ευφυή και εμπίπτοντα εις παγίδα τινα
Άσπρο είναι το χιόν' άμα το πατούνα ούλ'
(1936)
Ερμηνεία: Όλα τα καλά πράγματα δεν έχουν την αρμόζουσα σ' αυτά θέση
Ηβγήτσεν ασπροπρόσωπος
(1956)
Ερμηνεία : Απεδείχθη έντιμος
Κάθε αρχή έει τσαί τέλος
(1956)
Πέσ' αβγό να σπάης την πέτρα
(1957)
Αταίριαστο ζευγάρ', χέρσο χωράφ'
(1965)
Πόσο μεγάλο κακό κι ανώφελο είναι στο ανδρόγυνο η μη κατανόηση στον αγώνα της ζωής
Τ' άσπρα πρόβατα παντρεύουν κούτσουρα
(1965)
Για τη σημασία που έχει η προίκα
Η αρχοντιά μυρίζ' από μακρυά
(1965)
Στην ξερή πέτρα να πάη θα βγάλει νερό
(1889)
Ερμηνεία: Επί ικανοτάτων
Εξήντα στ' άλογο κι' ογδόντα ντο σαμάρι
(1889)
Ερμηνεία: Επί των διδόντων πλείονα εις τα μικρού λόγου άξια και τουναντίον
Ο Θεός πέμπει την αρρώστεια με το τσουβάλι, και με τη βελόνα τήνε παίρνει
(1938)
Η αρρώστεια έρχεται μαζεμένη, δηλ. απότομα, και σιγά-σιγά γίνεται ο άρρωστος καλά
Σαράντα τ' άλογο κ' εξήντα το σαμάρι
(1882)
Ερμηνεία: Επί δυσαναλόγων
Τα παλιά τα κονίσματα τα βάνουν 'ς τομ πάτο
(1893)
Ερμηνεία: Επί περιφρονουμένων γερόντων
Άσπρος σκύλλος μαύρος σκύλλος και όλ' οι σκύλλοι μια γενειά
(1896)
Ερμηνεία: Επί των εχόντων ομοίαν φύσιν
Πέθαν' η πεθερούλα μου πλάτυν' η αγκωνούλα μου
(1963)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Δεν άφησε ποδάρι
(1882)
Ερμηνεία: Όλους τους εσκότωσε
Τ' αλεπλή και τ' Αλμαλή κι του κουμπουρλάρ μαζί
(1938)
Την έλεγαν συνήθης οι αγωγιάται, όταν ήθελαν να ειπούν οτι πρόκειται περί ασήμαντων πραγμάτων. Τα τρία ταύτα μικρά ελληνικά χωριά είσαν εις τον κάμπον της Θράκης, κατοικούμενα από γεωργούς λεγόμενους περιφρονητικώς “κουτσουράδες”
Ού Θεός ουρφανόν κάμν' άμοιρουν δεν κάμν'
(1952)
Λέγεται ως ενδεικτικόν του ότι πολλάκις η έμφυτος ιδιοφυϊα υπερνικά την δια προσπαθειών και κόπων κτωμένων μάθησιν
Όποιος βλέπεται βλέπειτον κι ο Θεός
(1943)
Δηλαδή όποιος προσέχει τον προσέχει κι ο Θεός.
Άλλος στά πρώτα τ, κι άλλος στά υστερνά τ
(1941)
Ο κοπιάζων εν τή νεότητι απολαμβάνει κατά το γήρας ή άλλος γεννάται πλούσιος και πεθαίνει πτωχός και άλλος γεννάται πτωχός και πεθαίνει πλούσιος. 119
Αν χάθ'καν τα σκουλαρήκια απομέν' η αρχοντιά
(1965)
Φια όσους επτώχυναν, αλλά διατηρούν το αρχοντικό ήθος
Αρσενικός γάδαρος σύρνει πίσω του πουλάριν;
(1940)
Την επίβλεψιν και καθοδήγησιν των τέκνων έχει η μήτηρ
Νε σκόρδου έφαγιν νε σκουρδές βρουμάει
(1939)
Ερμηνεία: Επί αδιαντρόπουν, όστις έχει κάνει μιαν κακήν πράξειν και δεν δίδει ουδεμίαν σημασίαν
Δεν εταιργιάσανε τ' άστρα ντως
(1938)
Δεν συμφωνούν οι χαρακτήρες τους
Θέλει άσπρα να ξοδιάσης και να μη τα λογαριάσεις
(1956)
Για μια δουλειά που για να επιτύχη πρέπει να ξοδεύσης πολλά
Θέλει δέκα γιά ν' αρχίση και σαράντα να σωπάση
(1956)
Για κείνους που δε μιλούν, μα μιά κι αν αρχίσουν, δεν παύουν
Άσπρου ψωμί, άσπρου τυρί κ' ένα άσπρο πίσω
(1956)
Ερμηνεία: Για την φτήνεια των περασμένων χρόνων
Κάθε αρχή και δύσκολη
(1956)
Δύσκολα αποφασίζει κανείς να κάνη ένα τι, αλλά μιά και αρχίσει, θα γίνη. Η αρχή το ήμισυ του παντός
Το αρχοντοξέσπασμα να κλαίτε
(1956)
Ο αρχοντοξεπεσμένος είναι του λυπημού
Η αστραπή όπου πέσει καίει
(1956)
Όπου γίνει το κακό, εκεί γίνεται και η καταστροφή
Βόηθα κόκκινη της μαύρης, κι από με βοήθεια θάβρεις, βόηθα μου νύχτα και αυγή, και φαίνομαι καματερή
(1962)
Ι. Χρυσικοπούλου Συλλογή
Ούτε σκόρδο έφαγε ούτε σκορδιές μυρίζει
(1937)
Προσποιείται ότι δεν ξέρει τίποτε
Άσπρη ρασέ, μαύρη ρασέ, δεν είν' το πάπλωμα για σέ
(1908)
Ερμηνεία: Επί των ζητούντων να επέμβωσιν αναξίως εις έργον τι
Όποιος τρέχει στην αρχή στο τέλος αποσταίνει
(1965)
Για όσους ενεργούν με βία
Τ' Απρίλλη μέρες ζύμωνε τσ' αν έχης στράτες πήαινε
(1934)
Κατά τον Απρίλιον αι ημέραι έχουν ήδη τόσον μεγαλώσει ώστε να έχη η οικοδέσποινα καιρόν να ζυμώση το πρωί, να υπάγη εις μακρινάς εργασίας και πάλιν να επιστρέψη εγκαίρως δια το πλάσιμον και ψήσιμον των ψωμιών
Από πίττα που δεν τρως τι σε μέλλει κιάν καή
(1939)
Μήν ενδιαφέρεσαι για πράματα που δεν έχεις συμφέρον
Άρρωστη τζ' αγκαστρωμέν να πω του κάττου ππίσσι?
(1940)
Επί οκνηρών. Οκνηρά σύζυγος εγκυμονούσα, το σηκότι που έφερε ο άντρας της εκρέμασε εκεί πλησίον της. Όταν ούτος έμαθε τι απέγινε και ηρώτησε γιατί αφήκε τον γάτον να φάη το σηκότι, ήκουσε το ως ανωτέρω
Τάσπρα ξυπνούν τον άνθρωπον, τζαι το ψουμίν τοδδύλλον, τζαί το κριθθράριν τάλογον, τζαί το πουττίν τοβ βίλλον
(1940)
Διά πρόθυμον και δραστήριον δράσιν πρέπει να υπάρχει το κίνητρον
Αρκόντηνεν ο γείτος μας, τζ' αγόρασεβ βρουκάλιν, αμ' αγοράση τζαί σαρκάν, εθ θα μας συνυχάνει
(1940)
Ειρωνικώς, δι' όσα άλλοι θρωρούσι σημαντικά και άξια λόγου
Μήτε η αρκογκιά κληρονομιά μήτε το μούλκιμ πάντα
(1940)
Μούλκι, κτηματολογικώς, σημαίνει πλήρη ιδιοκτησίαν ως η οικία, δένδρον, διατιθεμένην κατά βούλησιν εν το χωράφι είναι αραζή, εφ' ου άνευ κρατικής αδείας είναι αδύνατον να ανεγερθή οικία
Μήτε η αρκογκιά κληρονομιά, μηδέ τ' οφφίτζι πάντα
(1940)
Λόγοι παρηγορίας δι' ατυχούντας αλλά και υπομνήσεως ότι ουδέν είναι σταθερόν ή διαρκές εις τον βίον
Άρκος τζαί πελλός, κατά που τους δόξει
(1940)
Ιδιότροποι και εκκεντρικοί προβαίνουσιν εις πράξεις ασυνήθεις
Αυτή είναι για το ράφι
(1915)
Ερμηνεία: Θα μείνη άγαμος
Έδ διά τ' αντζέλου του νερόν
(1940)
Επί των άκρως φιλαργύρων, οι οποίοι και εαυτούς στερούσι πολλών εκ φιλαργυρίας. Άγγελος είναι ο προστάτης μας άγγελος, κατ' ακολουθίαν ο εαυτός μας