Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1-100 από 250
Ω Θεέ μου, δόξαν να πούκαμες τ΄αμπέλια χα ...
(1876)
Νά = νάχης, χα = χάμαι...
Σημ. Ο Γραμ. Παλλαδάς έχει (σελ, 158 Σεφερ. Επίγρα. 85) Τον Θω καίε τας κνή ταν τ΄ ασπίδα και δόρυ και κρά. Γορδιοπριλάριος Άνθιο Τιμόθεω...
Σημ. Ο Γραμ. Παλλαδάς έχει (σελ, 158 Σεφερ. Επίγρα. 85) Τον Θω καίε τας κνή ταν τ΄ ασπίδα και δόρυ και κρά. Γορδιοπριλάριος Άνθιο Τιμόθεω...
Εμπρός καρδιά καί πίσω πόδια
(1876)
Γόνατα. Ειρωνικά διά τούς δειλούς
Άλειμμα θέλουν τα φαλάγγια
(1876)
Και μεταφορ. Δωροδοκία
Ίσα καταδίκαζα τα 'δα
(1876)
Σ' ελίμενα σαν το Μεσσία
(1876)
Ελιμένα = ανέμενα
Αμετανόητος καρδιά
(1876)
Η καρδιά τα μοιράζει όλα
(1876)
Τα μικρά γίνουνται μεγάλα
(1876)
Μικραί μεταστάσεις, μεγάλων αίται γίνονται
Άνεμος και του καπνού 'πήαν
(1876)
Μέγαν και γάλαν εγινήκαν
(1876)
Μέγαν = ηγαπήθησαν
Τα λόγια 'ναι κούφια καρύδια
(1876)
Τ' ακαμάτη το μαχαίρι πάντα κόβγει
(1876)
Γιατί συχνά το ακονεί
Από δώ παίρνουν το γαίμα
(1876)
Και χειρονομία = όσα λέγεις είναι μηδέν
Πάει (ή ήλθε) να ξανανειώση το παξιμάδι
(1876)
Δια πτωχού επιστρέφοντα εις την πατρ
Πουλεί τον ήλιον κι' αγοράζει το λάδι
(1876)
Ο κοιμώμενος την ημέραν κι αγρυπνών την νύκτα
Στον ίδιον ήλιον επλώθαμεν τα ρούχα μας
(1876)
Αυτή την συγγέν. Έχομεν
Κάλλιο να σε φάη του φιδιού γλώσσα, παρ' ανθρωπινή
(1876)
Καταστρωή
Κάλλιο να σε φάη του θεριού γλώσσα, παρ' ανθρωπινή
(1876)
Καταστρωή
Όπου κι' αν πα η κουρούνα, τον κώλον της παίρνει μαζί
(1876)
Όπου κι' αν πα ο κλανιάς παίρνει τον κώλον του μαζί
Σαν το 'σφαξες, γδάρε το κι όλα!
(1876)
Τελείωσον, σαφίνισον, ξεπιμπίκισέ το
Μηδέ βολόναν ξένη να μην επιθυμήσης ποτέ
(1876)
Μηδέ βελόνης ω φίλτατε, επιθύμησον αλλοτρίας ποτέ φίλ = δωρικ. βολόν (;)
Ειντά 'χεις κάλλιο, γη τα σύκα;
(1876)
Παιδικόν κωμ.
Δός μ' αγέραν καί μέτρα μίλια
(1876)
Είπε το ιστιοφόρον πλοίον
Κόψε μ' αγά μου, ν' αγιάσω
(1876)
Καθένας το καλύτερόν του γυρεύγει
(1876)
Για το συμφέρον του, σύμφορόν του πολεμά
Ένας λουλός ρίχιν d' πέτρα μεσ' του πγιάδ' κι δέκα γνούσ'κοί δε μπουρούν να dη βγάλ'
(1876)
Ερμηνεία: Επί σφαλμάτων ενός, τα οποία πολλοί ύστερον εργαζόμενοι δεν ημπορούν να επανορθώσουν
Από του Σταυρού ίσα με τ' Άη Νικήτα έχ' η καλή (κακή) νοικοκυρά σύκα
(1876)
Ειρωνικός, 14/9 – 15/9 ή όλον τον χρόνον...
Σαράντα φας, σαράντα πιης, σαράντα μετανώσης
(1876)
Την εορτή των αγίων 40 μαρτύρων, 9 Μαρτίου...
Από μικρόν ως μεγάλο
(1876)
Α' βάση 5, 9, 30, 2, 19...
Εκ των αρχόντων η αναρχιά
(1876)
Είν' όλο μύτη και πορδή
(1876)
Γή όρτσα, γή πόζα
(1876)
Άρατα θέματα, κουκκιά μαειρεμένα
(1876)
Άρρητα αθέμιτα
Σχολάσατε και γνώτε
(1876)
Σχολάσατε ή γνωρίσατε το θέλημα του Θεού
Ο άσωτος υιός!
(1876)
Γραφές μαζώνει
(1876)
Είναι ετοιμοθάνατος
Ζυάζ' από τις αλαφριές
(1876)
Αλαφροκρατεί
Ως πρόβατον επί σφαγήν
(1876)
Σ' ένακαζάνι βράζομεν
(1876)
Τσουκάλι
Κι' από νουν, του σαργού
(1876)
Έχει νουν κι' ανανού
(1876)
Ο αρρωστημένος είναι σαν το μωρό
(1876)
Παράξενος
Ένας, καένας!
(1876)
Αέρα βγάλλουν οι στεριές
(1876)
Στον ατζαμή πάει το χαρτι
(1876)
Ήβγεν ασπροπρόσωπος
(1876)
Ιστορ.
Κάνει σαν ασκί
(1876)
Λες λες και τίποτι δεν λες
(1876)
Αμάλαος κι' ασκόνιστος
(1876)
Μόνο μόνο θέλει κι όλα
(1876)
Κάθε πράμα στην αρχήν του
(1876)
Παιδιόθεν
Πουλεί γουρούνι στ' ασκί
(1876)
Όγοιος πεινα, δεν τραουδεί
(1876)
Ήδωκεν τόπον τη οργή
(1876)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Ο καιρός οδηγός
(1876)
Ο Θεός μαντινιέρει τ' αρφανά
(1876)
Πιό άσκημος από τον διάβολο
(1876)
Ασκίν γεμάτον αέρα
(1876)
Υπερήφανος
Εβγήκεν ασπροπρόσωπος
(1876)
Μυθ. Με γιαούρτι
Σκίσου γη σαράντα οργυιές
(1876)
Κάλλιον οπού τον αποκλαίν
(1876)
Οπού = εκείνος ον
Χαρά στον οπού τον αποκλαίν
(1876)