• Ελληνικά
    • English
  • Ελληνικά 
    • Ελληνικά
    • English
  • Σύνδεση
Αναζήτηση 
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Αναζήτηση
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Αναζήτηση
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.

Αναζήτηση

Προβολή προηγμένων φίλτρωνΑπόκρυψη προηγμένων φίλτρων

Φίλτρα

Χρησιμοποιείστε φίλτρα για να περιορίσετε τα αποτελέσματα αναζήτησης.

Αποτελέσματα 21-30 από 1987

  • Επιλογές Ταξινόμησης:
  • Συνάφεια
  • Τίτλος Αυξ.
  • Τίτλος Φθιν.
  • Ημερ. Υποβολής Αυξ.
  • Ημερ. Υποβολής Φθιν.
  • Αποτελέσματα ανά σελίδα:
  • 5
  • 10
  • 20
  • 40
  • 60
  • 80
  • 100
Thumbnail

(τόπων) Στο Μοσκοβολισμένο στεφάνι (=βράχο). Ήτανε μια κοπέλα τίμια και καλή. Τη φτονέσανε όμως και την κατηγορήσανε πως ήταν έγκυος. Το ‘μαθε ο αδρεφός της κι’ ήρτε και τη σκότωσε. Καθώς την κυνήγαε, λίγο πριν τη σκοτώση, εκείνη του ‘λεγε :’’ Άδικα με σκοτώνεις, αδρεφέ μου, κι’ ελπίζον στο θεό να δείξη το άδικο. Το αίμα μου όθε πέσει θα μοσκοβολάη, το δικό σου να βρωμάη’’. – Λοιπόν όθε τη φέρνανε σκοτωμένη και την πιθώνανε, το αίμα της εμοσκοβόλαε και μοσκοβολάει ακόμα. Αισθάνεσαι και τώρα την ευωδιά στο μέρος αυτό. Έπειτα από χρόνια πέθανε κι ο αδερφός της. Έπεσε από κείνους τους βράχους και σκοτώθηκε. Εκείνο το μέρος τώρα βρωμάει. Είναι κι’ ένα δέντρο κοντά που βρωμάει και το λένε αλοιδοριά. 

Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1956)
Thumbnail

Ο Μελισόβας ήταν κλέφ’της με 40 παλληκάρια. Εδώ στο ύψωμα της Γουρνωτής (ήταν φρούριο). Απέναντι στο Τερτίπ’, ήταν Τούρκ’ Κι πήγαιναν και πολέμαγαν με τα σπαθιά. Τους κυνηγούσαν μέχρι τα ταμπούρια τς. Πηγαίναν τούτ’, γύρ’ζαν οι άλλ’. Αυτό το βιολί γίνοταν. Εν τέλει είχαν κι από κει να τα σισιπά (sic). Τα όπλα και τον χτυπούσαν, δεν τον έπαιρναν. Είχε τίμιο ξύλο. Ένας Τούρκος έλυωσε το δαχτ’λίδι του (που ήταν ασημένιο) και το ‘βαλε μέσ’ το μολύβ’ και τον χτύπ’σε. Το ‘κοψαν το κιφάλι και τον δείχναν. Ελάτι, βρε, να πάριτι του «Μελισόβα». Θύμωσαν οι Έλλινες, είπαν: «Τώρα θα ριχτούμε, σήμερα ή ζούμε ή πεθαίνουμεν. Τους ρίχνονται και τους σφάζουν αυτοί οι 39 και μαζί έσφαξαν και τον Τιρτίπη των Τούρκων κι από κει έμεινε τ’ όνομα (τοπωνύμιο). Του Τιρτίπ’ τα ταμπούρια (μ και π εναλλάσσονται. Τιρτίμης και Τιρτίμπης και Τιρτίπης). 

Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1959)
Thumbnail

Αν την ημέρα τση Παπαντής είναι συννεφιά και ψιχαλίζει, λέει η αρκούδα στ' αρκουδάκια της: “Όξου τ' αρκουδάκια μου και πέρασ' ο χειμώνας. Αν είναι καθαρή 'μέρα και ήλιος, λέει: Μέσα τ' αρκουδάκια μου και πίσω είν' ο χειμώνας 

Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1958)
Thumbnail

Στον Άη Νικόλα ήταν μια μάζα βάτα κι ερχόταν πρόβατα και βοσκούσαν. Ο τράγος πήγε και πιάστηκε στα βάτα και βέλασι. Πήγε ο τσοπάνος κι είδε την εικόνα και έχτισαν εκεί την εκκλησία. (δεν δείχνουν). 

Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1959)
Thumbnail

Τα «Σπίτια των Ελλήνων» είναι στον κρημνό. Ήτανε καταφύγια αυτά. Εμπαίνανε μέσα οι Παξινοί. Είχανε φούρνους και κατώγια. Είχε και πολεμίστρες για τους πειρατές. Εμαζεύανε θρόφιμα κι όταν τους βλέπανε έμπαινανε μέσα. Όταν ερχόντανε Αλτζερίνοι. Και μ’ ένα παλούκι τοςυ πιάνανε από το λαιμό και τους πετούσανε κάτω. [παλούκι= παλούκι διχαλωτό] 

Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1957)
Thumbnail

Στη βρύση του χωριού δεν πήγαιναν οι γυναίκες από τις 11 ως τις 2, γιατί καθόντανε η Λάμια στη Βρύση, που κάθονταν και χτενιζότανε. Μια γυναίκα έμορφη, ασπροφορεμένη και καθόταν και χτενιζόταν, μακριά μαλλιά και λουζόταν. (2 πετεινοί να κράξουν φεύγει). 

Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1959)
Thumbnail

Ένας Φραγκόπουλος ήτανε στο Φανάρι. Ερχότουνε νύχτα στη Δάφνη και στο Ανεμογδούρι απάντησε ένανε και τόνε χαιρετάει. - Μπόν σουάρ, Μεσιέ! - Μπονσουάρ. Ποιος είσαι; - Ήρθα προχθές να δω την πατρίδα σου και γυρίζω. Κατεβαίνει ο Φραγκόπουλος το πρωΐ στον Άμμο και ρωτάει. - Είναι κανένας Γάλλος εδώ; - Όχι! (Άρα ήτανε δαιμονικό). 

Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1960)
Thumbnail

Η Ερεικούσα και το Μαθράκι ήταν ακατοίκητα. Όταν επληθέψανε εδώ πέρα, αρχίσανε να καλλιεργούνε εκεί και να χτίζουνε καλύβες. Επαίρνανε τα ζευγάρια και τ’ Αλατρόξυλα κι επηγαίνανε στην Ερεικούσα. Έπειτα που εμεγάλωναν οι οικογένειες και πληθαίνανε τ’ αδέρφια, εμοιράζανε. (Ακόμα τώρα είμαστε συγγενείς). 

Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1960)
Thumbnail

Απάνω από τη Γράβα τση Παπαντής είναι τα Ελληνόσπιτα. Εκεί είναι 2 σπηλιές που τις είχανε χτίσει οι ντόπιοι και μπαίνανε μέσα τα γυναικόπαιδα και κρυβόντανε για τους Αλτζερίνους. Από τη θάλασσα δεν ανεβαίνεις. Από το νησί, να περάσης από την Καστανίδα. Είχανε κάτι φουρκάτες και του δίνανε μια του κάθε Αλτζερίνου και ‘πεφτε πίσω. 

Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1957)
Thumbnail

Η Οσία Μαρία ήταν μια πόρνη. Εις τον Άγιον τάφο επήγαινανε πολλοί προσκυνητάδες. Αυτή λέει του καπινάνιου : – Θα έρθω κι εγώ, δεν έχω να σε πλερώσω, αλλά σου δίνω το κορμί μου. Την πήρε λοιπόν κι πήγαινε κι εκεί που έφτασε, πάλι έκανε εμπόριο του κορμιού της. Την ώρα με το Άγιο Φως, εμπήκε κι αυτή στον Άγιο Τάφο, αλλά δεν μπορούσε να βγή, Ούθεν πήαινε, ήταν όλο τοίχος. Τότες εκατάλαβε όπου είναι αμαρτωλή. Άρχισε να δέεται. Θεέ μου, Χριστέ μου, να βρω την πόρτα να βγω – έρριξε και τα μαλλιά της πίσω και δε θα πράξω τίποτε. Άνοιξε η πόρτα και βγήκε. Από τότε πήρε δυό ψωμιά κι έβηκε (= έβη, έφυγε, εβγήκε) και πήε στην Έρημο και ασκήτευέ πολλα χρόνια. Εκεί βγαίνουνε παπάδες τη Μ. Σαρακοστή μην εύρουνε ασκητές ναν τσου μεταλάβουνε. Αυτή ήτανε γυμνή. Είδε από μακριά τον παπά, που ερχότανε. Φώναζει. «Άγιε του Θεού, άφησε το ξωφόρι σου ευτού να το βάλω και να σε πλησιάσω, γιατί είμαι γυμνή. Το άφησε ο παπάς και τραβήχτηκε, κείνη το φόρεσε και πήγε κοντά του, την ξεμολόγησε και τη μετάλαβε. Έφυγε ο παπάς. Την ίδια μέρα έκατσε κι έγραψε η Θεία Μαρία όλο το περιστατικό του (Αγ. Τάφου) το έτος και την ημέρα και … ποθαίνω. Τον άλλο χρόνο, ο ίδιος παπάς πήγε στην έρημο για να ‘βρή κανένανε να μεταλάβη και περνώντας από κεί την ηύρηκε αποθαμένη. Και ήτανε σαν να πέθανε εκείνη την ημέρα. Έτσι την ηύρηκε. Τη διάβασε πρώτα, κι ύστερα λέει : - Θεέ μου, πώς μα ταφιάσω το λείψανο; Κάνει κάτω έτσι και βλέπει ένα λεοντάρι που εσγάρλιζε το χώμα. Έπιασε ο παπάς από το ‘να μέρος και το λεοντάρι από τ’ άλλο και την ενταφιάσανε 

Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1960)
  • «
  • 1
  • 2
  • 3
  • 4
  • 5
  • 6
  • . . .
  • 199
  • »

Πλοήγηση

Όλο το ΑποθετήριοΑρχείο & ΣυλλογέςΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμεναΑυτό το ΑρχείοΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμενα

Ο λογαριασμός μου

Σύνδεση

Περιήγηση ανά

ΤύποςΠαροιμίες (1571)Παραδόσεις (416)Συλλογέας
Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1987)
Λουκόπουλος, Δημήτριος (708)Τόπος καταγραφήςΚαππαδοκία, Φάρασα (707)Ιθάκη (130)Κεφαλληνία, Παλική (121)Κεφαλληνία, Λειβαθώ (114)Παξοί (97)Λευκάδα, Μεγανήσι, Βαθύ (88)Κεφαλληνία (74)Κεφαλληνία, Πύλαρος (67)Κέρκυρα, Οθωνοί (52)Καρδίτσα, Ρεντίνα (42)... Προβολή ΠερισσότερωνΧρόνος καταγραφής1950 - 1960 (1813)1940 - 1949 (105)1936 - 1939 (69)
Επικοινωνήστε μαζί μας | Αποστολή σχολίων
Κέντρον Λαογραφίας E-Mail: keel@academyofathens.gr
Δημιουργία/Σχεδιασμός ELiDOC
Λογισμικό DSpace Copyright © 2015  Duraspace


Το Έργο «Εθνικό δίκτυο ψηφιακής τεκμηρίωσης της άυλης και υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς» στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ψηφιακή Σύγκλιση» του ΕΣΠΑ 2007-2013, συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από εθνικούς πόρους.