Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή"
-
Οπ' αbέλι dου κι όπου συκιά, δικιά dου
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται, όταν δεν διστάζη κανείς να καρπούται κάθε τι ξένο -
Οπ' αγαπά ο Θεός παιδεύγει
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Ερμηνεία: Λέγεται σαν παρηγοριά, σε άνθρωπο, που του τυχαίνουν αλλεπάλληλα ατυχήματα -
Οπ' αγαπά το gρέβατο και τη dροσοπεζούλα, πόσα καλά στερεύγεται η έρημή dου 'ούλα
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Dροσοπεζούλα = δροσερή πεζούλα, δροσερό κρεβάτι -
Οπ' αγαπάς, κατούρησε, κι όπου μισάς, χτενίσου, κι οπόχεις όχτρητα πολλή, κάτσε κουτσονυχίσου
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται όταν κάνωμε ή πρόκειται να κάμωμε μια από τις τρείς αυτές πράξεις σ' ένα ξένο σπίτι -
Οπόβρω τ' ανεβάτζο μου εκεί 'ν τα γονικά μου
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1926) -
Οπόβρω τ' ανεβάτζο μου, εκεί dα 'ονικά μου
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Ανεβάτζο=κάτι που ενισχύει, που ανεβάζει οικονομικώς. Ονικά=γονικά. Δηλαδή όπου ο άνθρωπος βρή συμφέρο, υποστήριξη, εκεί αισθάνεται σα να είναι στην οικογένειά του, στην πατρίδα του. -
Οπόχει θηλυκό bαιδί, πουτάνα να μη βρίση, κι' οπόχει αρσενικό, κερατά να μη bη
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Δηλαδή όταν έχη κανείς παιδιά, δεν πρέπει να κακολογή, επειδή είναι δυνατό και τα παιδιά του να υποπέσουν σε παραπτώματα//Οπόχει = Όποιος έχει, εκείνος που έχει -
Οπόχει κόρην ακριβή, του Μάρτ' ο νήλιος μη dη δη
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Ερμηνεία: Ο ήλιος του Μάρτη καίει πολύ -
Οπόχει κόρην ακριβή, του Μάρτη νήλιος μη dη δη
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Ερμηνεία: Ο ήλιος του Μάρτη καίει πολύ -
Οπόχει κόρην ακριβή, του Μάρτη νήλιος μη dη δη. Κι' οπόχει πάλι πι' ακριβή το πάγος του να μη dη δη
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Πι' ακριβή= πιο ακριβή -
Οπόχει κόρην ακριβή, του Μάρτη νήλιος μη dη δη. Κι' οπόχει πάλι πι' ακριβή του Μάρτη κρύο μη dη δη
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Πι' ακριβή= πιο ακριβή -
Οπόχει πόνο στη gαρδιά, στα μάουλα του δείχτει
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Οπόχει ή που κρύβγει. ...στα μάουλά του δείχτει ή ...στα μάουλα του το δείχτει -
Οπόχει ρούχ', ας τα φορή (ή χαρή) απού τ' Άη Ωργιού κι' εκεί
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Του Αγίου Γεωργίου πρωτοφορούσαν τα καλοκαιρινά τους. Τότε κυκλοφορεί κανείς έξω και φαίνεται το ρούχο του και το χαίρεται. Π.χ. -Ήβαλες, κιόλα τα καλοκαιρινά ; -Δεν έχεις ακουστά πως Οπόχει ρούχ' ας τα χαρή, απού τ' Αή ... -
Οπούβαλε dο έλαιο, νά βάλη καί το κλήμα
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Ήταν αρχικώς ευχή σέ βαφτίσια, ο νονός δηλ. νά γίνη καί παράνυμφος. Τά στέφανα γινότανε μέ κλήμα,πού τό περιτύλιγαν μέ βαμπάκι καί κορδελίτσα. Λέγεται, όταν προσφέρης σέ κάποιο μιά υπηρεσία καί ζητεί νά τήν ολοκληρώσης -
Ούτε οι σκύλλοι τω ρυμνώ να μη bεράσου τζαι πόνοι τζη
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1931)Δηλαδή τόσο δυνατοί πόνοι λυπάται κι ένα σκύλλο του δρόμου να τους υποφέρη -
Ούτε στα μονά σε βρίσκει κανείς ούτε στα ζυά
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται για δύσκολον άνθρωπο, που δεν μπορεί κανείς να συνεννοηθή μαζί του -
Ούτε στα μονά σε πιάνει κανείς μήτε στα ζυά
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται για άνθρωπο, που δεν μπορείς να συννενοηθής μαζί του -
Ούτσι, ούτσι, να σε βάλω στο σακκί!
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1926)Αυτό θάταν κομμάτι από καμμία ιστορία κι έχει μείνει ως είδος παροιμίας -
Ούτσι, ούτσι, ναbης (ή να σε βάλω) στο σακκί
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται, όταν βαθμιαίως επιτύχη κανείς κάτι και μάλιστα ξεγελώντας έναν άλλον