Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή"
-
Να 'δα οι ποdικοί, όdεν εσκέφτησα να κουδουνώσου dο γάτη
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται, όταν αποφασίζωμε να κάμωμε κάτι στο τέλος ανακαλύπτωμε ότι είναι ανώτερο από τις δυνάμεις μας -
Να 'δα του κουλουρονόρη σκύλου η νοριά
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Συνοδεύεται από κείμενο... -
Να 'ξέρετε οι λεύτερες, είdα 'ν' οι παdρεμένες, τα ρούχα σας επαίρνετε να φύετε, καμένες
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται και κυριολεκτικώς, αλλά και γενικώς για ό,τι δήποτε επιθυμούμε αγνοώντας ότι έχει και την κακή του όψη//Να 'ξέρατε = αν ξέρατε -
Να ΄υρίση ο τρόχος να πλουτίνη κι ο φτωχός
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται, όταν ένας φτωχός ικανοποιήση η ελπίζη να ικανοποιήση μια επιδίωξη του -
Να ΄υρίση ο τρόχος...
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Δηλαδή υπάρχει και για μας ελπίδα ν΄αλλάξουν τα πράγματα σοτ καλύτερο -
Να βάλης ρόκκα στη bαdα σου, να διπλώσου dα παΐδια σου
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Δηλαδή ο καθείς θεωρεί τη δική του δουλειά βαρύτερη από των άλλων -
Να δα η κουκουμάβλα
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται όταν νομίζωμε, πως ένα πράγμα δικό μας είναι το καλύτερο, όταν νομίζωμε, ότι αλλάζοντας τόπο αποβάλλομε τα ελαττώματά μας και όταν αποκαλύπτεται η ηλικία μας -
Να δα ή (ή σα dήν) αλεπού, όdεν είπεν bώς θάναι συκοχρονιά
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται όταν επιθυμή κανείς κάτι και γι΄αυτό θεωρεί βέβαιη την πραγματοποίηση του -
Να δά σα τζι θεριστάδες ότι νάβρουνε κανένα δεdρουλάκι και σταματήξουν απουκάτω, που λένε των αλλονώ : “ Πως κάνετε, καμένοι, μες στο ήλιο;”. Πως αντέχετε μες στο νήλιο; αι καμένο θέρος επά!
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται, όταν λησμονής τις δικές σου ταλαιπωρίες και λυπάσαι για παρόμοιες ενός άλλου. Οι θεριστές το λένε σαν αστείο -
Να δουλεύγης και να πάσκης, 'ια να μη θωρής να χάσκης
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Πάσκης = Πάσχης -
Να δουλεύω να πεινώ; ας κοιμούμαι κι ας περνώ
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται σε περίπτωση χαμηλής αμοιβής εργασίας -
Να κάτσωμε δεν είχαμε gαί να πέσωμεν εϋρεύγαμε
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Δηλαδή : ζητάμε πράγματα υπερβολικά, ενώ μας λείπουν τα στοιχειώδη -
Να κάτσωμε δεν είχαμε gαί να πέσωμεν ευρέβγαμε
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1928) -
Να κλαίν οι λεύτερες, να κλαίν gι οι παdρεμένες
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Όμοια με την προηγούμενη -
Να κλαίσιν εδα οι αζύμωτοι, να κλαί gι οι ζυμωμένοι
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται, όταν παραπονιέται κανείς για φτώχεια, για μια έλλειψη που πραγματικώς δεν την έχει ή την έχει λιγώτερο από άλλους -
Να κουβαλή ο άdρας με το φκυάρι και να βγάνη κι η ΄υναίκα με το κουτάλι, πάλι δεν bροφταίνει ο άdρας
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Φκυάρι= φτυάρι. Λέγεται για τη γυναίκα τη σπάταλη, που είναι κακή νοικοκυρά -
Να κουνώ το παιδί ναχω και κακιά gαρδιά;
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται, όταν κάποιος προσφέρεται και μοχθή με προθυμία και όχι μόνο δεν αναγνωρίζεται η προσφορά του, αλλά και τον δυσαρεστουν -
Να λεφτά και δό μου πράμα
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963) -
Να με λέ' Βοϊβοdίνα (ή: Παρεdρίνα) κι' ας ψοφώ κι' απού τη bείνα
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963) -
Να με λένε Δημαρχίνα κι' ας πεθάν' απού τη bείνα
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται όταν προτιμά κανείς τους τίτλους από την άνεση