Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή"
-
Πιττ' αbρός και πιττ' απίσω, ωάβγω θέλω να μιλήσω τση 'ειτόνισσας το δίκιο
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται για γλωσσούδες, τις ξενόγνοιαστες, που δεν αφίνουν τίποτε ασχολίαστο. Λέγεται ή μόνο ο πρώτος στίχος ή και οι τρεις. Από τον ακόλουθο μύθο; Ήτονε, λέει, μια gοπελούδα μια βολά κι ήτονε φαφλατού κι ότι ήθελεν ακούση ... -
Πλιότερο φαϊ τρώεται με το μέλι, παρά που τρώεται με το ξείδι
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1925) -
Πλιότεροι 'ν' οι παραπονεζούμενοι παρά τσ' απαραπόνεφτοι
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Ερμηνεία: Δηλαδή οι δυσαρεστημένοι στη ζωή είναι οι περισσότεροι -
Ποdικός ανεστεναζει να περάσ' α το ματζέ του
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1931)Δε βρίσκει δηλαδή τίποτα ο ποντικός να φάη -
Πόσα μίλια πάει ο άδαρος;
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Δηλαδή, ο χρόνος διεκπαιραιώσεως, το αποτέλεσμα, η ποσότητα, η ποιότητα μιας εργασίας εξαρτάται από το πρόσωπο που τη διεξάγει, που τη διευθύνει -
Πόσα μίλια πάει ο άδαρος; Κατά το αδαροgράχτη
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1925)Αδαροgράχτης = εκείνος που διευθύνει το γάϊδαρο στο δρόμο -
Πόσοι νεκροί που κάθουdαι στ' αρρώστου το κρεβάτι!
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Δηλαδή, το τέλος της ζωής είναι αβέβαιο. Είναι δυνατό ο ετοιμοθάνατος να σωθή και ο υγιής να πεθάνη αιφνιδίως -
Πόσοι οχτροί, που φαίνουdαι ιά bιστεμένοι φίλοι κι΄έχου φαρμάκι στη gαρδιά και ζάχαρη στ΄αχείλι
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963) -
Πότ' επρόκοψες, καμένη; Το Σαββάτο, που σηbαίνει; (ή σημαίνει)
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται για καθυστερημένη φιλεργία, δραστηριότητα κ.τ.λ. -
Πότ' εφτώχανες, λέει φτωχέ; Όdεν εξενοδούλευγα κι ήτρωα κι' από λόου μου
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Δηλαδή όταν εργάζεται κανείς σε ξένη εργασία, πρέπει τουλάχιστον να τρώη εκεί που εργάζεται -
Πότ' ο Ιάννης δε bορεί, πότ' ο κώλος του πονεί
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται για άνθρωπο, που είναι διαρκώς αδιάθετος, τραυματισμένος -
Πότ' ο Ιάννης δε bορεί, πότ' ο κώλος του πονεί
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1930)Για τους συχνά αδιαθετούντας -
Πότε πίττα με λαρδί, πότε πίττα μοναχή, πίτε και μητε καθόλου
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται κι' όταν έχη κανείς πολύ καλό φαγητό κι' όταν έχη μέτριο κι' όταν έχη πενιχρό και κυρίως στήν τρίτη περίπτωση, σάν παρηγοριά. Λέγεται φυσικά και μεταφορικώς. -
Πόχει αbέλια βάνει αργάτες και καράβια καλαφάτες
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Δηλαδή : ο καθένας πρέπει να φροντίζη τις δουλειές του και να μη ζητά βοήθεια άλλων -
Πόχει η μυία σκιάζεται
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963) -
Πόχει κατωθεό, έχει και πανωθεό
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963) -
Πόχει μαράζι στη gαρδιά στα μάουλα του δείχτει
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)