Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή"
-
Α δε ξοδιάσης, δε σοδιάζεις
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται όταν παραπονείται κανείς για πολλά έξοδα, καλλιεργητικά κυρίως -
Α δε σφιχτή ο μάdαλος κι α δε σειστούν οι κώλοι κι α δε gολλήσουν, ο άμος δε dελειώνει
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Δηλαδή, ο γάμος και γενικώτερα κάθε δουλειά διατρέχει κίνδυνο και μέχρι της τελευταίας στιγμής να ματαιωθή -
Α δεν αστάψη δε βροdα, κι α δε βροdα, δε βρέχει, κι α δεν αρχέψη η βροχή ο ποταμός δε dρέχει
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Δηλαδή, κάθε πράγμα έχει την αιτία του, το προηγουμενό του -
Α δεν εμοιάζαμε, δεν εσυμπεθεριάζαμε
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1925) -
Α ελαστή κανείς να σε μυριστή 'τα ματζουράνα, θα τονε gιλώσης σαν αgάθι (ή Να)
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963) -
Α με θέλης, θέλω σε, κι α δε με θέλης, χ..σε
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται, όταν κάποιος αποκρούη τη φιλία σου, τον έρωτά σου -
Α σ' αρέση, bάρbα Λάμbρο ξαναπέρν' απού την Άdρο
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται ύστερα από μιαν αποτυχία ή τιμωρία -
Α σ' αρέση, Χαλαλάμbρο ξαναπέρασ' α' την Άdρο
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται ύστερα από μιαν αποτυχία ή τιμωρία -
Α τα καλοδουλεμένα παίρνει ο διάολος τα μισά και τα κακοδουλεμένα τα παίρνει όλα
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Υπονοείται ότι αδίκως αποκτηθέντα τα παίρνει όλα -
Α' δε 'έρνη 'άδαρος, πέτρα δε dαξιδεύγει
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται, όταν για ισορρόπηση φορτίου χρησιμοποιείται πέτρα από τη μια πλευρά του ζώου -
Α' κοιμάται ο κρεμασμένος εκοιμήθηκα και 'ω
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1928)Δηλαδή δεν έκλεισε μάτι όλη τη νύχτα -
Α' τα μετρημένα τρώει κι' ο λύκος
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Δηλαδή και μη μετρημένα και από μετρημένα πράγματα μπορεί κανείς να αφαιρέση -
Αbασαδούρου κεφαλή ποτέ κομμό δεν έχει
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Δηλαδή ο απεσταλμένος δεν έχει ευθύνη -
Αbρός να περάσ' η νύφη κι' ο 'αbρός
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Abρός = μπρός, αbρός = γαμπρός. Λέγεται, σαν αστείο, όταν θέλη κανείς να περάση και υπάρχουν εμπόδια -
Αbρός να περνά η νύφη κι' ο 'αbρός
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Abρός = μπρός, αbρός = γαμπρός. Λέγεται, σαν αστείο, όταν θέλη κανείς να περάση καί υπάρχουν εμπόδια -
Αbρός σε πατρή υιος δε χωρεί
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Είναι αντίστοιχη προς το: Αρχηγού πρόντος πάσα αρχή παυσάτω