Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή"
-
Δίκια κι άδικα μη gάνης όρκο
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Δηλαδή οπωσδήποτε πρέπει να αποφεύγη κανείς τους όρκους επί του Ευαγγελίου -
Διαλεχτής Ζευγώλη – Γλέζου, Παροιμίες από την Απείρανθο της Νάξου, Αθήναι 1963, σελ. 112
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Ερμηνεία: Λέγεται για το θάνατο ή το ξενητεμό, Επά = εδώ -
Διίκια κι άδικα, μη gαταριέσαι
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Δηλαδή οπωσδήποτε δεν πρέπει να καταριέται, η κατάρα είναι κακό πράγμα -
Δικέβρης, δίκια κι' αν επόσπειρες κι' αν έχης κι' άλλο, σπείρε. Ενάρης, αν έχης τόπο καλό, βάρ' το, κι' α δεν έχης, άμε το στο μύλο, άλεσέ το, ζύμωσέ το, κάμε το ψωμί και φάτο
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Το Δεκέμβρη δηλαδή μπορείς να σπέρνης, όσο έχης, το Γενάρη μόνο, αν έχης καλό χωράφι -
Δικέβρης, δίκια κι' αν επόσπειρες, κι' αν έχης κι' άλλο, σπείρε
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Δηλαδή υπάρχει περιθώριο και το Δεκέμβρη ακόμη για σπορά -
Δικό μας είναι το πανί δικό, μας και το χτένι, δική μας κι η κρεβαταριά κι η κόρη που το φαίνει
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963) -
Δικό μας είναι το πανί, δικό μας και το χτένι, σε κόρη, που υφαίνει, ή σε άνθρωπο, που κάνει δική του εργασία και δεν βιάζεται
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται, σαν αστείο, για στενό οικογενειακό κύκλο, επίσης λέγεται σε κόρη, που υφαίνει, ή σε άνθρωπο, που κάνει δική του εργασία και δεν βιάζεται -
Δικό μου το μαχαίρι και ξένο το ψωμί
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται, όταν κάνη κανείς το γενναιόδωρο με ξένα μέσα -
Δικό μου το ψωμί και ξένο το μαχαίρι
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται για τη σπατάλη δικού μας πράγματος από άλλους -
Δικό σου το μαχαίρι και ξένο το ψωμί
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται, όταν κάνη κανείς το γενναιόδωρο με ξένα μέσα -
Δικό του το μαχαίρι και ξένο το ψωμί
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται, όταν κάνη κανείς το γενναιόδωρο με ξένα μέσα -
Δόξα σοι ο θεός κι΄ήρθε gι ο παπάς
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Ερμηνεία: Λέγεται ειρωνικά, όταν περιμένη κανείς κάποιον ή κάτι πολλήν ώρα κι΄επί τέλους έρχεται -
Δός κι' εμέ και του παιδιού μου κι' άdρας μου στη bόρτα στέκει
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται, όταν έρθουν ή περιμένουν πολλοί από το ίδιο σπίτι να τους δώσουν κάτι -
Δός μου, κερά, τον άdρα σου και πάρ' εσύ το gούτσουρα
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)gούτσουρα = το κούτσουρο. Λέγεται, όταν ζητούν κάτι και ή δεν μας προσφέρουν τίποτα ή εκείνο που μας προσφέρουν, είναι ασήμαντο -
Δος μου το ψωμί σου να κόψω να σου δώσω
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Δηλ. μου προσφέρεις, σαν δική σου προσφορά, από πράγμα, που είναι δικό μου