Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή"
-
Αλίμονος στο σπίτι, που ΄ενή το θηλυκ΄ ασερνικό
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Δεισιδαιμονία. Π.χ. “ - Μα κακό είναι τώρα, πούκραξεν η όρνιθα; - Κι΄ άμε κακό ταδεμή δεν είναι; Δεν έχει ακουστά, πως αλίμονος στο σπίτι, που ΄ενή το θηλυκ΄ ασερνικό;” -
Αλίμονος στον αμαρτωλό κι' όπου μαζί dου bλέξη
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Δηλ. Ο αμαρτωλός τιμωρείται και μαζί του, όσοι τον συναναστρέφονται -
Αλίς που τόχει η κούτρα dου να κατεβάζη ψείρες
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963) -
Αλίς που τόχει η σγούρδα dου να κατεβάζη ψείρες
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Δηλαδή : τα ελαττώματά μας δεν διορθώνονται -
Αλίς σ' εκείνο dο gαλό, που τονε πιάσου δυο κακόμοιροι
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Δηλ. Ο αριθμός επιβάλλεται πάνω στη δύναμη -
Αλίς στο νιο που ξαγρυπνά, στο 'έρο που κοιμάται
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Δηλαδή ο νέος που ξενυχτά φθείρεται, καταστρέφεται, ο γέρος πάλι που δεν έχει πια ύπνο σημαίνει πως βρίσκεται προς το τέλος του -
Αλίς του που δε gρίνεται και τονε κρίνουν dριάdα
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Αλίς του που δε gρίνεται και τονε κρίνουν dριάdα ή άλλοι -
Αλίς του που δεν έχει νύχια να ξυστή κι αναμένει να τον ξύσουσι
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1928) -
Αλίς του που δεν έχει νύχια να ξυστή, κι' ανεμένει να τονε ξύσουν άλλοι
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Δηλαδή, αλίμονο σε όποιον περιμένει βοήθεια από άλλον -
Αλίς του που δεν έχει νύχια να ξυστή, κι' ανεμένει να τονε ξύσουνε
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Δηλαδή, αλίμονο σε όποιον περιμένει βοήθεια από άλλον -
Αλίς του που πεινα και βούλεται χορτάση
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Δηλαδή, είναι δύσκολο να βρίσκει τροφή πολλή ο φτωχός πεινασμένος -
Αλίς του, πού λείπ' απού τό άμο dου
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Δηλαδή όταν δέν παρακολουθής αυτοπροσώπως τις υποθέσεις σου, ζημιώνεσαι -
Αλλότες ήτον' άλλοτες και τώρα νείναι τώρα
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Δηλαδή άλλαξαν οι καιροί -
Αλλοίς που τόχει η σγούρδα του να κατεβάζει ψείρες
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1925) -
Αλλοίς τον που δεν έχει νύχια να ξυστή κι αναμένει να τόνε ξέσουνε άλλοι
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1925) -
Αλλοίς τον που δεν κρίνεται και τόνε κρίνουν τριάντα
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1925) -
Αλλού ο παπάς κι' αλλού τα ράσα dου
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται επί αταξίας, ακαταστασίας -
Αλλού σ' επέψα gι' ήσφαλες
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Επέψα = έστειλαν, ήσφαλες = έκανες λάθος. Το λέει σαν απάντηση ένας που επιχειρούν να τον γελάσουν, δηλ. δεν γελιέμαι -
Αλλού τα κακκαρίσματα κι' αλλού 'εννούν οι κόττες
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται, όταν ένα γεγονός συντελείται αλλού απο εκεί, όπου το περίμεναν -
Αλλού χιονίζει κι' αλλού ξυρίζει
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Την άκουσα στο τρόλεϋ μια μέρα του Φλεβάρη του 1963. Είπε κάποιος πως κάνει πολύ κρύο, σημάδι πως κάπου αλλού χιονίζει, και είπε την παροιμία ένας νέος κύριος. Τον ρώτησα από που είναι η παροιμία και μου είπε “Άργος, Τρίπολι”