Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Λουκόπουλος, Δημήτριος"
-
Ο άνθρωπος ο πολυβούλης κι ο Θεός ο κοψογούλης δεν τα συμβιβάζουνε ποτέ
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1927)Ερμηνεία: δεν συμβιβάζονται οι απαιτήσεις του ανθρώπου με τους νόμους του Θεού -
Ο αδερφός μου είναι αδερφός μου ας τον χαρεί η γυναίκα του
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Το λέγαν οι ανύπαντρες αδερφάδες όταν ο αδερφός τους παντρευόταν και πια δεν τις κοίταζε. -
Ο ακαμάτης με τα λόγια κάνει ανώγεια και κατώγεια
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1926) -
Κλέφτες
Ο αρχαίον αστερισμός Άρκτος λέγεται Κλέφτες. Είναι έφτα. Στη μέση απ' τους έφτα είναι ένας κλέφτης πόλει το σκλάβο στην αμασκάλη (αστεράκι που μόλις διακρίνεται). Οι δυό είναι καρτέρι μπρόστα που καρτέρούν να πάρουν το σκλάβο. Κι έτσι λένε πώς ήταν κλέφτες και γίνηκαν αστέρια. Λουκόπουλος, Δημήτριος (1928) -
Ο Βλάχος κι' άρχος να γενή σκατένια δόξα θάχη
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1926)Της αγενείας τα στίγματα παρακολουθούν τον άνθρωπον και τα ύψιστα αξιώματα αν καθέξη. -
Ο γαφιάς ένι μαύρο, άμα του νοματού τη χαραή 'σπρίζει τα
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Ο καφές είναι μαύρος, όμως τ' ανθρώπου το πρόσωπο τ' ασπρίζει -
Ο γερόγατος τρυφερά ποντίκια κυνηγάει
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1926)Επί ανδρός υπερήλικος, ερωτοτροπούντος με νεαράς γυναίκας -
Ο γοντσής σου άρ να ιενί ο τ' εσίπ σου, ο Θϊός να 'ινεί ο γιατρός σου
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Ο γείτονας σου αν τύχει και γίνει ο εχτρός σου, ο Θεός να γίνει ο γιατρός σου. Το κακό που μπορεί να κάμει ο γείτονας, μονάχα ο Θεός μπορεί να το γιατρέψει. -
Ο δεύτερος Εζ Γρεγόρης ήταν στο Ασμαδόκκο, ως δύο ώρες μακριά από το χωριό, ερείπιο με μόνο όρθιο το θολό, που στέγαζε μια πέτρα όπου θυσίαζαν. Εκεί πήγαιναν το βράδυ της παραμονής του Αγίου Γρηγορίου και κοιμούνταν. Ήταν δυό μάτια νερού και πίστευαν πως έβλεπαν από το ένα μάτι να ρέη αίμα και από το άλλο έμπυο, που το ειχαν φάρμακο για τους βυζόπονους. Όταν μια γυναίκα πάθαινε από μολυνση του μαστού,...
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Πετρόπουλος, Δημήτριος (1949) -
Ο δϊέβος το δϊέβο τζο φήνει τα
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Ο διάβολος το διάβολο δεν τον αφήνει -
Ο διάβολος όταν δεν έχη δουλειά, καμπανίζει τ' αρχίδια του
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1926)Καμπανίζει=ζυγίζει με το καντάρι -
Ο δικεόρος δικεόρεψη τζο 'υρεύει τα
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Ο δικηγόρος δικηγόρεψη δε θέλει -
Ο Έ Στέφανος γιορταζόταν με επισημόιτητα, τρίτη μέρα των Χριστουγέννων, στις 27 του Δεκέμβρη. Ξωκλήσι του Ε Στέφανου ήταν στην κορφή του βράχου, σωζόταν μόνον ο θόλος του, που στέγαζε την Αγία Τράπεζα κι έτσι μπορούσε να λειτουργή παπάς. Παρακάτω από την κορφή σε βάθος μέσα στο βράχο, ήταν μια σπηλιά. Μόνο θαρραλέος άνθρωπος τολμούσε να κατέβη σ΄αυτή. Τον έδεσαν με σκοινί, κρατούσαν την άκρη του σκοινιού...
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Πετρόπουλος, Δημήτριος (1949)