Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Λουκόπουλος, Δημήτριος"
-
Ξέρ΄ κι η παπαδιά, αλλά ξέρ΄ κι ου χουλέβας μι δυο κόττες ΄ςτού μα΄κουκάπ!
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1902) -
Ξέρς να κλέψς; Ξέρω. Ξέρς να κρυφτής; Όχι. Α, να χαθής
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1928)Ότι το να κλέπτη κανείς είναι ευκολότερον του να αποκρύψη την κλοπήν -
Ξέρς πάλι απού κείνς είν' αυτός!
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1925)Ειρων. Περί τινος όστις δέν έχει τήν πρέπουσαν αβροσύνην ή γενναιοδωρίαν ή αρετήν τέλος πάντων. π.δ.χ. Θά δώκ' κι αυτός 5-6 χλιάδες γιά προικιό της ανιψιάς τ'. - Ξέρς πάλι απού κείνς είν' αυτός! 'Αλλο: Αυτινουϊά του χουραφάκ' ... -
Ξέφραγους ου κήπους έρμα τα λάχανα
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1922)Ερμηνεία: Όταν λείπη η πρόνοια, το κακόν επίκειται -
Ξενητεμένο με θωρείς, κι απαρθένο με θέλεις;
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1926)Οι ξενιτεμένοι εθεωρούντο ως μεμολυσμένοι και δυσκόλως ενυμφεύοντο -
Ξεπέλ' σε 'Εζ Γιώργης τ' αβγό του σο τσαΐρι. Ξαπόλυσε ο Άι -Γιώργης τ' άλογο του στο λιβάδι
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Από τ' Άι -Γιρωργιού, 23 Απριλίου, οι Φαρασιώτες ξαπολούσαν στα λιβάδια τ' άλογα και τ' άλλα τους χοντρά ζώα για βοσκή. Από τότε κολακαίρευε -
Ξερός κι΄ απόδαυλος
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1926)Αι λέξεις αυταί συνεκφέρονται και είναι συνώνυμοι -
Ξηράθηκε η γούλη απ΄ το τομάρι
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1927)Ερμηνεία: Το τυρί το βαλμένο στο ταμάρι σώθηκε (εξηντλήθη πια) -
Ξηραμένη=νύμφη των ποταμών, Δημουνουπαρμένος=υπό δαίμονο; παρμένος, Ξουτ'κο=φάντασμα, Στ'χειο=στοιχείον της φύσεως
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1902) -
Ξιίγκλουτου γαιδούρι
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1928) -
Ξιρουμέτρ' τα πήρι
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1923)Λέγεται επί ελπίζοντος ματαίως ότι θα λάβη χρήματα δανεισθένατα εις αναξιόχρεων -
Ξισαμάρουτου γαιδούρι
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1928) -
Ξιφόρτωσι, μυλωνά, γιατ΄ έχω δρόμο
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1928)Ερμηνεία: Επί επί επειγούσης ενεργείας επομένης άλλης εργασίας -
Ξυ' τ' αρχίδια
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1923)Δηλαδή ασχολείται περί τα απρεπή μη γνωρίζων η να πράξη -
Ξύλα, κούτσουρα, δαυλιά καϋμένα
Λουκόπουλος, ΔημήτριοςΜηδαμινού (το σιτράει όχι εφέτος) ή ο κατεστραμμένος ο κήπος πχ -
Ξύπνα, Μάϊκου Μ', να σε ξεκονιδίσω
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1928)Ότι μάταια η μετάνοια διά την άρνησιν προσφοράς υπηρεσίας προς πρόσωπον, το οποίον δεν υπάρχει ήδη εν τη ζωή -
Ξυέτι κει π΄ δε τουν τρώει
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1922) -
Ξυόμι κει π΄ δε με τρώει
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1922)Ερμηνεία: Όταν ενδιαφέρεται τις για πράγματα μη ευσταφέροντα αυτών