Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Λουκόπουλος, Δημήτριος"
-
Χάρ α νομάτ' σο βυνάτον dου κορά 'α ποίτσει τ' όργον dου
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Ο κάθε άνθρωπος σύμφωνα με τη δύναμη του θα κάμει τη δουλειά του, ερμηνεία: να μη ζητάμε παραπάνου απ' ότι μπορεί ο καθένας να δουλέψει -
Χάρ σαμού θωρείς λύκου 'χνάρε, 'ς ες το νου σου σα πράματα
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Κάθε που βλέπεις λύκου αχνάρια, να έχεις το νού σου στα πρόβατα -
Χάρκες κλαί' του τσεινού τον ψόφο
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Καθένας κλαίει το δικό του πεθαμένο -
Χαζός να μείν' άκληρους ου πατερς τ'
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1925)Παροιμία ειρωνική λεγόμενη επί πολυτέκνου γονέως -
Χαμόδρακας (ο)= Φανταστικόν τι ζώον, το οποίον πιστεύεται εύ καιρώ νυκτός έρχεται εις πάμνιον προβάτων και εκβαίνει αυτών.
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1928) -
Χαρ σαμού θωρώ αν gαό, τα τάρτε μ' εν' gατό
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Κάθε που βλέπω κάτι ωραίο, τα ντέρτια μου γίνοντ' εκατό//Αυτό τολέγαν και στο χορό οι Φαρασιώτες για τις όμορφες -
Χαρκές κατέσει τ' όργον dου
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Ερμηνεία: Καθένας ξέρει τη δουλειά του -
Χίλιες ραβδιές σι ξένουν κόλου
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1902) -
Χουλουΐσ' τουγ καβαλλάρ' π' κρέμουντι τα πουδάρια τ'
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1923)Δηλαδή όταν εκδηλούται συμπάθεια προς άνθρωπον, όστις δεν αξίζει τοιαύτης λόγω της οικονομικής του ακμής -
Χουρεύουν οι ιφτά διαόλ' σ' αυτόν του σπίτ'
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1923)Ερμηνεία: Δεν υπάρχει ομόνοια εις το σπίτι αυτό, τρώγονται μεταξύ των τα μέλη του οίκου -
Χουρίς να μπη ένας κιφάλ' τίπουτα δε γένιτι
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1926)Κεφάλ = αρχηγός, οδηγός άλλων -
Χουρίς τα θέλ' ου Θιός ούτι πλί στου βρόχ'
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1923) -
Χωρίς θάμα, εκκλησία δε γένιτι
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1928) -
Ψέλν σαγ κι ο' μοιρουλουγάη ου διάουλους τουμ πατέρα τ'
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1923) -
Ψέλν' σαγ κι ο' μοιρουλουγάει ου διάουλους τουμ πατέρα τ'
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1923)Λέγεται τοι κακού και ανυπόφορου ψάλμου