• Ελληνικά
    • English
  • Ελληνικά 
    • Ελληνικά
    • English
  • Σύνδεση
Αναζήτηση 
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Παραδόσεις
  • Αναζήτηση
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Παραδόσεις
  • Αναζήτηση
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.

Αναζήτηση

Προβολή προηγμένων φίλτρωνΑπόκρυψη προηγμένων φίλτρων

Φίλτρα

Χρησιμοποιείστε φίλτρα για να περιορίσετε τα αποτελέσματα αναζήτησης.

Αποτελέσματα 81-90 από 120

  • Επιλογές Ταξινόμησης:
  • Συνάφεια
  • Τίτλος Αυξ.
  • Τίτλος Φθιν.
  • Ημερ. Υποβολής Αυξ.
  • Ημερ. Υποβολής Φθιν.
  • Αποτελέσματα ανά σελίδα:
  • 5
  • 10
  • 20
  • 40
  • 60
  • 80
  • 100
Thumbnail

Ο Μάρτ'ς έχ' άσκημη γυναίκα κι όταν τνε κοιτά απο πίσω δε βλέπ' τ'ν ασκήμια τ'ς και γελά. Κάν'τότε λαικάδες, ωραίες μέρες. Όταν όμως τνέ βλέπ'απο μπροστά κλαίει και χτυπιέται και κάν' άσκημοι καιροί. Πότε κλαίει και πότε γελά ο Μάρτ'ς. (Βλ. Παροιμία παράδοση απ'τη Μεσσηνία: Ν. Πολίτου, <Παραδόσεις> τομ Α, σελ. 619) 

Φλωράκης, Αλέκος Ε. (1971)
Thumbnail

Όταν πνίγαν στα Σπιτάλια τ'ς αρρώστ', τ΄ς ρίχναν σε μια λάκκα μες στ'ν εκκλησία του Σαν Αντώνιο. Από τότε βγαίνουν τα φαντάσματα των πνιγμένων και γυρνούν στη bαλλάδα. Μια νύχτα είδε μια γυναίκα έναν απ' αυτοί. Είταν ένας γέρος, σκυφτός μ' ένα μπαστουνάκ' στο χέρ' κι όταν πλησίασε χάθ'κε ξαφνικά απ' τα μάτια τ΄ς. 

Φλωράκης, Αλέκος Ε. (1971)
Thumbnail

Στ' gατοχή με τ'ς Ιταλοί π'νούσαν οι άθρωπ' και μιά φορά ο Κώστας ο Καράκος ήκλεψε έν' αρνάδ' για να φάνε στο σπίτ' και κρύφτ'κε σ' ένα σταύλο κάτω απ' τ'ν Αγία Παρασκευή, για να μην τονε πιάσουν, π' τον είχαν πάρ' χαμπάρ' και τονε κυνηγούσαν. Κρύφτ'κε λοιπόν στο σταύλο και κρέμασε και τ' αρνάδ' στη dράβα. Οι Ιταλοί βάλαν τον Καψούρ' να μπεί μέσα να δεί αν είν' εκεί κρυμμένος. Λέει, “Πρόσεξε καλά, μη μας πείς ψέμματα πως δεν είναι, θα σε σκοτώσουμε”. Ο Κάρακος απομέσα φοβήθ'κε. Λέει, “Αγία Παρασκευή μ', σώσε με. Σου τάζω”, λέει, “να με σώσ'ς”. Μπαίν' λοιπόν μέσα ο Καψούρ'ς και τ' φάνηκε πως τον είδε. “Ε, Κώστα” τ' λέει, “σε κυνηγούν”. Μ' αμέσως τον ήχασε. Λέει, “Τα μάτια μ' θα το κάναν”. Τ'ς λέει τ'ς Ιταλοί, “Δεν είναι”. Μπαίνουν μέσα οι Ιταλοί, ψάχνουν από δώ, από κεί, δεν τον δήκαν, ούτ' αυτόν ούτε τ' αρνάδ'. Τον είχε σκεπάσ' η Αγία Παρασκευή. (Αγία Παρασκευή = εκκλησία έξω από το Σκλαβοχώρι.) 

Φλωράκης, Αλέκος Ε. (1971)
Thumbnail

Οι Τύχες των ανθρώπων κατοικούν όλες μαζί σ’ ένα μεγάλο περιβόλι. Άλλες απ’ αυτές είναι προκομμένες κι έτσι οι άνθρωποι που τις έχουν είναι τυχεροί, ενώ άλλες πάλι είναι τεμπέλες και δεν φέρνουν παρά μικρές τύχες, όπως φαίνεται απ’ το παρακάτω παραμυθάκι: «Είταν ένας π’ δεν είχε διόλ’ τύχ’. Κι όταν ήπεφτε και σ’ αυτόν κάποια τύχ’, είταν μ’κρούλα, τόσ’δα. Ήλεγε λοιπόν «Μα ποια να ν’ η Τύχ΄μ’», λέει, «τι τσ’ γγούνα Τύχ’ είν’ αυτή πο ‘χω. Θα πάω να τνε βρώ». Κίνησε, λοιπόν, λαγκάδια και β’να να τ΄ν εύρ’. Στο δρόμο βρίσκ’ μια γριά μ’ ένα παληκαράκ’ και πηγαίναν. «Πού πας;», τ’ λέει. «Πάω να βρω ποια είν’ η Τύχ’ μ’». «Α», τ’ λέει η γριά, «για τη dύχ’ σ’ πας; Έλα μαζί μ’ να στνε δείξω. Να, κι αυτό το παληκαράκ’ για τη dύχ’ τα’ πάει». Περπατούσαν, περπατούσαν, ήφτασαν και σ’ ένα περβόλ’. Κ’ είταν εκεί πολλές κοπέλες έμορφες κάτω απ’ τα δέντρα, πολλές τύχες, οι Τύχες, για όλ’ τ’ς αθρώπ’. Άλλες είταν ανασκουμπωμένες κ’ ήπλεναν, άλλες σκουπίζαν, άλλες θερίζαν. Μια είχε το βιολί στον ώμο τ΄ς και το δοξάρ’ πάνω στο βιολί και κοιμούνταν. «Να», τ’ λέει, «αυτή είν’ η Τύχ’ σ’. Κοιμάται». Τον πήρε το παράπονο. «Μα γιατί κοιμάσαι;» τ΄ς λέει. Ξύπνησε λοιπόν αυτή , λέει «Απ’ τη σκουριά ήσκασε μια κόρδα και τ΄ν άλλαξα και για να την ταιριάξω ήκανα έτσ’ δα μια δοξαριά και σου ‘πεσε μια μ’κρούλα τύχ’. Έ, τώρα περίμενε πάλ’ να σπάσ’ κι άλλη κόρδα!» [Κόρδα= χορδή] 

Φλωράκης, Αλέκος Ε. (1971)
Thumbnail

Μια έγκυος ήκανε δ'λιές τ' Αγίου Συμεών. Τ'ς λέει μια γειτόνισσα, “Είdα κάν΄ς”, τ'ς λέει, “θα βγεί σ'μαδεμένο το παιδί”, Λέει, “Μπά, έτσ' λές; Για να δούμε θα να 'χ' κι αυτό το σ'μάδ';”. Κ' ήκαν έτσ' δα μ' ένα κόκκινο στο μάγουλο τ'ς. Έ, όταν γεννήθ'κε το παιδί, είχε το κόκκινο στο μάγουλο! 

Φλωράκης, Αλέκος Ε. (1971)
Thumbnail

Ένας ξένος καπετάνιος είχε έρθ' απ' τα Μπουγάζια κι άραξε στον Πάνορμο. Το βράδ' είδε στ' θάλασσα ένα φώς, λέει, “Τι να 'ναι;”. Πάει και βλέπ' τ'ν εικόνα τ'ς Παναΐας στον αφρό. Τνε πήραν εκεί στο καράβ', τ'ν είχαν. Τ' νύχτα π' κοιμήθ'κε τνε βλέπ' στον ύπνο τ' και τ' λέει , ότ' “Να με πάρ'ς και να με βγάλ'ς όξω στη στεριά”. Είδε λοιπόν αυτός το Μαρλά εκεί απάνω και πήγαινε κατά κεί. Όταν ήφτασε κοντά στ' Φλέγα, κάθ'σε να ξεκουραστεί λιγάκ΄κι αποκοιμήθ΄κε. Κ' είδε πάλ' τη bαναΐα και του 'πέ, οτ' “Να με χτίσ'ς εδώ”. Πούλησε λοιπόν ο καπετάνιος ότ' είχε, το καράβι τ', όλα κ' ήκανε τ'ν εκκλησία κ' ηγίν΄κε ο πρώτος καλόγερος τ' μοναστηριού. Τ'ν εικόνα αυτή τνε λένε λένε Κυρά – Ξέν', γιατί μας ηρθ' απ' τα ξένα. 

Φλωράκης, Αλέκος Ε. (1971)
Thumbnail

Δυο τσαγκάρηδες, ο Γιώργος ο Καράκος κι ο Μιχάλ’ς ο Κούκος γυρίζαν από δυο δρόμ’. Ο ένας από την Ξυνάρα κι ο άλλος απ’ το Σκαλάδο. Συναντήθηκαν λοιπόν σ’ ένα σταυροδρόμ’ και κατεβαίναν μαζί. Όταν φτάσαν στο χωριό, καληνυχτιστήκαν και χωρίσαν. Πάει ο Καράκος στο σπίτ’, λέει η γυναίκα τ’, «Ήρθες;». «Ναι», τ΄ς λέει, «με το Μιχάλ’ μαζί». «Μα ο Μιχάλ’ς έχει ‘ρθεί πόσην ώρα». «Μα πώς», τ’ς λέει, «ρε γυναίκα, αφού κατεβήκαμε μαζί». Πήγε, ηύρε το Μιχάλ’, τ’ λέει, «Αυτό κι αυτό». Λέει, «Λάθος κάν’ς. Εγώ έχω πόσην ώρα που ‘ρθα». Είχε κατέβ΄ μαζί μ’ αγελλούδα. [Σκαλάδο= Χωριό της Τήνου] 

Φλωράκης, Αλέκος Ε. (1971)
Thumbnail

Μια φορά πήγε κάποιος στα Λιβάδια,(67) εκεί που είναι τα νερά, για να ποτίσ’ τα κτ’να τ’.Εκεί π’τα πότιζε, πατεί ένα βούιδ’ τη bλάκα και τνέ σ’κών. (68). Και κάτω είταν ένας θησαυρός Χρυσά φλουριά! Πήρ’αυτός στη τζέπη τα’ όσα μπορούσε και κρύφτ’κε σ’ένα κελλί που ‘χε κεί κοντά. Λέει, < Θα περιμένω να νυχτώσ’ για να πάρω και τ’ άλλα>. Ένας ζευγάς όμως πιο κεί είδε φώς στο κελλί και παραξενεύτ’κε. Λέει, <Μα πώς ; Αυτός δε μέν’ εδώ το βράδ’. Για να δώ >, λέει. Και τον είδε που πήρε τα φλουριά και τα ‘κρυψε σ’ένα μέρος. Όταν έφυγε ο άλλος πάει ο ζευγάς , βγάζ’ τα φλουριά και τα πήγε σ’ένα σπιτάκ’ που ‘χε παραπάνω στις Αυγιές, Σήκωσε το περβάζ’ τα’ παραθυριού και τα’άπλωσε αποκάτω κ’ ήπαιρνε λίγα- λίγα. Όταν μετά ‘πό χρόνια πέθαν’ αυτός και το βουλήξαν (69) το σπίτ’ οι κληρονόμ’ ηύραν τα φλουριά κ’ ηγίν’καν πολύ πλούσιοι. (67) Περιοχή κοντά στη Χώρα (68) Σηκώνει (69) Το γκρεμίσαν 

Φλωράκης, Αλέκος Ε. (1971)
Thumbnail

Κάποτε δήκαν οι Ποταμιανοί(79)ένα καίκ’ ξένο κι άραξε στη Σάντα-Μαργαρίτα. Απομέσα βγήκ’ ένας άνθρωπος κι άρχισε ν’ανεβαίν’ στο β’νό. Ανέβαινε λοιπόν στο β’νό και στάθ’κε με μια κουκάρα*(80) κι άρχισε να σκάβ’. Μετά κάτ’σά να πήρε και μπήκε τρεχάτος στο καίκ’ και κάναν πανιά. Τρέξαν τότε απ’το χωριό στ’ gαυκάρα και δήκαν μια μεγάλ’ λάκκα στο χώμα.Σίγουρα θα ‘ταν θαμμένος κάνας θησαυρός και τον είχε πάρ’. *Στην σελ.417 στ. 24, αντί <κουκάρα> γράφε : <καυκάρα> . (79) Ποταμιά : χωριό της Τήνου (80) Άγονη πλαγιά βουνού 

Φλωράκης, Αλέκος Ε. (1971)
Thumbnail

Ένας μάζευε χόρτα για τα κατσίκια τ' σε μια πλαγιά κ' είδ' έναν άνθρωπο ντυμένο στα λευκά με σπαθί και τόξο. Τ' λέει, “Είdα κάν'ς εδώ;”. Λέει, “Χόρτα μαζεύω”. “Ποιος σ' έστειλε;”. Λέει, “Ο πατέρας μ'”. Ξαφνικά τ' φεύγ' το δρεπάν' απ' το χέρ' και κατρακυλούσε. Κ' ήχασε και τη μ'λιά τ'. Ύστερ' από λίγο πέρασ' ο ξάδερφός τ' μ' ένα μ'λάρ', τ' μιλούσε, μ'λιά αυτός. Τον δήκαν που δεν είταν στα καλά τ', τ' κάναν αγιασμοί τίποτα. Ένας γέρος λοιπόν είπε να τον παν στην Ξυνάρα στο δεσπότ'. Τόνε πήγαν και γίν'κε καλά. [Ξυνάρα= Καθολικό χωριό, όπου και η έδρα του καθολικού επισκόπου]. 

Φλωράκης, Αλέκος Ε. (1971)
  • «
  • 1
  • . . .
  • 6
  • 7
  • 8
  • 9
  • 10
  • 11
  • 12
  • »

Πλοήγηση

Όλο το ΑποθετήριοΑρχείο & ΣυλλογέςΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμεναΑυτή η συλλογήΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμενα

Ο λογαριασμός μου

Σύνδεση

Περιήγηση ανά

Τύπος
Παραδόσεις (120)
ΣυλλογέαςΦλωράκης, Αλέκος Ε. (115)Βογιατζίδης, Ι. Κ. (3)Πουλάκης, Δημ. (1)Φιλιππίδης, Ν. Ζ. (1)Τόπος καταγραφής
Τήνος (120)
Χρόνος καταγραφής1970 - 1972 (115)1922 - 1929 (5)
Επικοινωνήστε μαζί μας | Αποστολή σχολίων
Κέντρον Λαογραφίας E-Mail: keel@academyofathens.gr
Δημιουργία/Σχεδιασμός ELiDOC
Λογισμικό DSpace Copyright © 2015  Duraspace


Το Έργο «Εθνικό δίκτυο ψηφιακής τεκμηρίωσης της άυλης και υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς» στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ψηφιακή Σύγκλιση» του ΕΣΠΑ 2007-2013, συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από εθνικούς πόρους.