Ο άνθρωπος με το σπαθί και το τόξο
Ένας μάζευε χόρτα για τα κατσίκια τ' σε μια πλαγιά κ' είδ' έναν άνθρωπο ντυμένο στα λευκά με σπαθί και τόξο. Τ' λέει, “Είdα κάν'ς εδώ;”. Λέει, “Χόρτα μαζεύω”. “Ποιος σ' έστειλε;”. Λέει, “Ο πατέρας μ'”. Ξαφνικά τ' φεύγ' το δρεπάν' απ' το χέρ' και κατρακυλούσε. Κ' ήχασε και τη μ'λιά τ'. Ύστερ' από λίγο πέρασ' ο ξάδερφός τ' μ' ένα μ'λάρ', τ' μιλούσε, μ'λιά αυτός. Τον δήκαν που δεν είταν στα καλά τ', τ' κάναν αγιασμοί τίποτα. Ένας γέρος λοιπόν είπε να τον παν στην Ξυνάρα στο δεσπότ'. Τόνε πήγαν και γίν'κε καλά. [Ξυνάρα= Καθολικό χωριό, όπου και η έδρα του καθολικού επισκόπου].
Τόπος Καταγραφής
ΤήνοςΧρόνος καταγραφής
1971Πηγή
Αλέκου Ε. Φλωράκη, Τήνος, Αθήνα, 1971, σελ. 429 - 430, αρ. 95Συλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
Τήνος, ΒιβλίοΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT