Τα χρυσά φλουριά
Μια φορά πήγε κάποιος στα Λιβάδια,(67) εκεί που είναι τα νερά, για να ποτίσ’ τα κτ’να τ’.Εκεί π’τα πότιζε, πατεί ένα βούιδ’ τη bλάκα και τνέ σ’κών. (68). Και κάτω είταν ένας θησαυρός Χρυσά φλουριά! Πήρ’αυτός στη τζέπη τα’ όσα μπορούσε και κρύφτ’κε σ’ένα κελλί που ‘χε κεί κοντά. Λέει, < Θα περιμένω να νυχτώσ’ για να πάρω και τ’ άλλα>. Ένας ζευγάς όμως πιο κεί είδε φώς στο κελλί και παραξενεύτ’κε. Λέει, <Μα πώς ; Αυτός δε μέν’ εδώ το βράδ’. Για να δώ >, λέει. Και τον είδε που πήρε τα φλουριά και τα ‘κρυψε σ’ένα μέρος. Όταν έφυγε ο άλλος πάει ο ζευγάς , βγάζ’ τα φλουριά και τα πήγε σ’ένα σπιτάκ’ που ‘χε παραπάνω στις Αυγιές, Σήκωσε το περβάζ’ τα’ παραθυριού και τα’άπλωσε αποκάτω κ’ ήπαιρνε λίγα- λίγα. Όταν μετά ‘πό χρόνια πέθαν’ αυτός και το βουλήξαν (69) το σπίτ’ οι κληρονόμ’ ηύραν τα φλουριά κ’ ηγίν’καν πολύ πλούσιοι. (67) Περιοχή κοντά στη Χώρα (68) Σηκώνει (69) Το γκρεμίσαν
Τόπος Καταγραφής
ΤήνοςΧρόνος καταγραφής
1971Πηγή
Αλέκου Ε. Φλωράκη, Τήνος, Αθήνα, 1971, σελ. 415, αρ. 53Συλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
Τήνος, ΒιβλίοΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT