Αναζήτηση
Αποτελέσματα 101-200 από 5927
Από τον άρχοντα χάψη κι' από το φτωχό ζερεμέ
(1876)
Τουρκ. Νόμου άρθρ.
Είναι μακρυιά το σκοτάδι; Κλείσ' τα μάτια να το ιδής
(1929)
Λέγεται επ' εκείνων οίτινες ισχυρίζονται άγνοιαν και αμφιβάλλουν δια τινα πράξιν, ενώ αυτή είναι οφθαλμοφανής, σαφής και ευεξήγητος
Ούτε τ' θιρμασιά τ' δε δίν'
(1915)
Άσπρη σαν το φούρνο μας και σαν το μαγειρειό μας, κοντοκιανή και νόστιμη ωσάν το γαϊδαρό μας
Ερμηνεία: ειρωνικώς επί των λίαν μελαγχρινών
Το σκοινίν τρώει την πέτραν
(1881)
Ερμηνεία: Δια της επιμονής και ολίαν αδύνατος μέγιστον έργου δύναται να κατορθώση
Ποίος νυφίτσα 'νέλαξεν, 'πέμνεν αναλαγμέντσα;
(1911)
Ποίος άρχοντας έζησεν, κ' εκέρδισεν τον κόσμον;
Το τσουνιάρικο μουλάρι σε παραχωριό πουλειέται
Παραχωριό = μακρινό, παράμερο, η λεξ. Μόνον ενταύθα, ο κακός δεν ημπορεί να ζήση στον τόπο του
Άσπρ' αν είναι τα μαλλιά μου, μνί δα οι κρίνοι δεν είναι άσπροι!
(1876)
Ερμηνεία: Ως και οι κρίνοι, άσπροι είναι και εκείνοι, άσπρο είν και το τσενταμίνι
Άσπρα μαλλιά του πουγγνιού κακά μαντάτα του μουνιού
(1876)
Στο χειρόγραφο: του πηγουνιού
Τα νερά κοιμούνται, οι οχτροί δεν κοιμούνται
(1882)
Ερμηνεία: Εννοείται ο εχθρός σκέπτεται, αγρυπνεί, πως να βλάψη
Χτύπ' σε τ' ανώφλι κι ηύρε το κατώφλι
(1929)
Το γνωμικό εφαρμόζεται σ' εκείνους οι οποίοι αναγκάζονται επί τέλους να πάρουν τον καλό δρόμο, διότι ως τώρα λοό προσκόμματα και δυσκολίες εύρισκαν μπροστά τους
Τάζει αμπέλια με τα κούρβουλα
(1920)
Επί των πολλά και ακατόρθωτα υποσχόμενων. Αντιστοιχεί τη αρχαία "Χάρητος υποσχέσεις"
Τουλούπα
(1918)
Ερμ. Κεφαλή ασπρότριχα
Σημ. Τουλούπα= τολύπη, μαλλί δια γνέσιμον
Ο άσουλος φυσικώς δεν γίνεται
(1948)
Δηλαδή κείνος που δεν είναι φυσικά από σόϊ, ό,τι κι αν κάνει δεν μπορεί να γείνει από σόϊ. Ο αγενής ευγενικός δεν γίνεται ποτέ. Τα γράμματα δεν φτάνουν να γείνει κανείς καλός άνθρωπος. Χρειάζεται καλή ψυχή. Πολλές φορές ...
Αλλοίμονον στουν ανdρειγιουμένου σα dουν πγιάσιν δγυό σπασμέν'
(1919)
Ούδ' Ηρακλής προς δυό
Ράφτε, ξήλουνι, δλειά να μή σι λείπ'
(1919)
Επι ματαιοπονούντων
Πέ με πγιόν κουνουστίγς, νά σι πώ τί άθρουπους είσι
(1919)
Κουνουστίγς = συναναναστρέφομαι, λέξη τουρκική
Σά σί δώσω μιά στό δόξα πατρί, θά πεταχτή το φώς ιλαρόν απ' τα μάτια σ'
(1882)
Οι ανοηταίνοντες αστείοι το λέγουσι
Του γιόμισα του μάτι τ'
(1894)
Τω ενέβαλον φόβον
Ευγενής απ΄το σακκούλι
Β. 84, 279...
Δώδικα Γιουλντασαίοι, δικατρείς ταμπράδες
(1927)
Οι Γιουλντασαίοι είναι η καπετανίστικη οικογένεια της Γορτυνίας
Τάζει φούρνους με καρβέλια
(1876)
Εσιχάθηκε η γάτα τα ψάρια
Β. 83...
Ποι κι νουνίζ΄νταν κάθεται θαμάσκετ' ούνταν σκούται
(1911)
Ερμηνεία: Όποιος δεν σκέφτεται όταν κάθεται, απορεί όταν σηκώνεται
Τ' ο' σημερινόν τή δουλειά σ αύριο μή αφίντς ατο
(1881)
Ερμηνεία: Πρός τους αναβάλλοντας υπόθεσιν τινά, ενώ έχουσι συμφέρον να τελειώσωσι αυτών εγκαίρως
Δεν έχει ο πτωχός, αλλ' έχει ο Θεός
(1940)
Συλλ. μαθήτρια Κυριακή Ζαχαρίου
Ο παπάς τα θαφτικά κι ο νεκρός 'ς τ' αναθθεμα
(1895)
Ερμηνεία: Προς τους αποβλέποντας εις την αμοιβήν μόνον και οιχί εις των καλών εκτέλεσιν της εργασίας δι΄ων εμπηθεύθησαν
Σπίτιμ μου, σπιτάκιμ μου και προτοφυλαχτάκιμ μου (ή πορτοφυλαχτού(δ)ιμ μου).
(1924)
Σκ. Β', 280, αρ. 85. (:"Εμός οίκος καλλιστος οίκος", Πρβλ. και Μπουντώναν ενθ. αν "σπιτάκι μ' σπιτάκι μ' κι πουρδουκαλυβάκι μ'")...
Για 'ς σην έμπα μ' για 'ς σην έβγα μ' τα σκυλία 'ς σην αιβώρα μ'
Π. Μ 84: θα βάλω 'ς σην αιβώραν...
Ο Μάρτης είπε “για 'ς τ όμπα μου για 'ς τόβγα μου τα σκυλιά 'ς τον ήσκιο μου. Ότι ποικίλαι αι ατμοσφαιρικαί μεταβολαί κατά Μάρτιον εμφανίζοντα προσέτι και καύματα κυνικά...
Ο Μάρτης είπε “για 'ς τ όμπα μου για 'ς τόβγα μου τα σκυλιά 'ς τον ήσκιο μου. Ότι ποικίλαι αι ατμοσφαιρικαί μεταβολαί κατά Μάρτιον εμφανίζοντα προσέτι και καύματα κυνικά...
Το ξένον χ'ιέριν κρούζει
(1965)
Κρούζω = καίω...
Βλ. και 84...
Βλ. και 84...
Ο Μάρτς ουντάν μαρτεύκεται, μυρίζ μανου' σακέαν κι ουντάς καταχολά' σκεται, τον Καλαντάρ δαβαίνει
Μ 84: Ο Μάρτης όταν κάνη τα μαρτιάτικα του, μυρίζει μενεξέ κι όταν παραθυμώνη, περνάει τον Γενάρη...
Σαν μπή η γι- όρθα στο σωρό παρασκαλίζει κιόλας
(1938)
Το λέν όταν μπή κάποιος φτωχός κάπου κι αρχίζει να κάνη κι ορέξεις.
Του τάζ ανώγεια και κατώγεια
(1878)
Ταρηχτά σό Τούρκο και τρώει το σαρακοστή
(1937)
Κακιώνει με τον Τούρκον και καταλύει την νηστεία του
Πέντε ελαίως στο σκοντέλι και το νταμπουρά στο χέρι
(1938)
Το έλεγαν για τους φτωχούς που πάντα γλεντούν.
Και σκυλί αν παρς νανι από μάντρα
Παρεμφερής γαμπρός 85, γενιά 8...
Στην εκλογή των φίλων και γνωστών και του σκυλιού ακόμα, πρέπει πολύ να προσεχει κανείς ναναι από καλή γενιά, από σόγι...
Στην εκλογή των φίλων και γνωστών και του σκυλιού ακόμα, πρέπει πολύ να προσεχει κανείς ναναι από καλή γενιά, από σόγι...
Το μάτι μου εξεπετά κάποιον θα διώ που μ' αγαπά
(1893)
Πλ. αρ. 85...
Ω Θεέ μου, δόξαν να πούκαμες τ΄αμπέλια χα ...
(1876)
Νά = νάχης, χα = χάμαι...
Σημ. Ο Γραμ. Παλλαδάς έχει (σελ, 158 Σεφερ. Επίγρα. 85) Τον Θω καίε τας κνή ταν τ΄ ασπίδα και δόρυ και κρά. Γορδιοπριλάριος Άνθιο Τιμόθεω...
Σημ. Ο Γραμ. Παλλαδάς έχει (σελ, 158 Σεφερ. Επίγρα. 85) Τον Θω καίε τας κνή ταν τ΄ ασπίδα και δόρυ και κρά. Γορδιοπριλάριος Άνθιο Τιμόθεω...
Τάζει λαούς με πετραχήλια
(1876)
άφθονα δώρα
Δεν είναι σφάρμαν των Τουρκών, πως ζουν ακόμ' οι Χριστιανοί
(1876)
οξύμωρον;=θέλουν, αλλ' αδυνατούν
Θέρους, τρύγους, πόλιμους
Ερμηνεία : Επειδή τα τρία ταύτα απαιτούν ταχύτητα η φράσις λέγεται επί των οξέως τελουμένων
Ξένος πόνος ξώδερμα
(1907)
Κάθε ξύλον τογ καπνόν του ξέρει
Ερμηνεία: Έκαστος τα ίδια γίνωσται
Έκαμι του γρόσ' ζουλότα
Ερμηνεία: Απέτυχεν εις τας επιχειρήσεις του
Η καλημέρα 'ναι του Θεού
(1876)
Αυτά παλιά κι' άλλα κινούργια
(1876)
Παθήματα
Είπι η διάβουλους κι γίνηι
Ερμηνεία: Είναι λίαν ευφυής
Ξένος πόνος ξώδερμος
(1909)
Ξένοι πόνοι ξένα γέλια
Ταυτόσημως της: Χίλιες ξυλιές στον ξένο κώλο
Αθώον πρόβατον του Θεού
(1876)
Μωρός
Είπι κι γίνηι
Ερμηνεία: Είναι λίαν ευφυής
Κλούβιο κεφάλ'
(1922)
Κενόν εγκεφάλου, άνουν
Έχ' ρήματα
Ερμηνεία: Είναι αστείος
Ποιεεε και σώπα
(1892)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Το θυμιατό τα ξεδιαλύει όλα
Ο θάνατος αποκαλύπτει την περιουσίαν
Όπου γέρος σκάνταλο
(1895)
Έχισι του διάβολου
Ερμηνεία: Εχάρην επί τη πανουργία μου
Τουν έχ' δεξί πλιβρό
(1892)
Δηλαδή πάντοτε βοηθόν
Σίδερο στη μέση μας
(1919)
Γυναίκα και τουφέκι δε δανείζουν
Επί των αποποιούμενων να δίδωσι πράγματα ευκόλως διαφθειρόμενα