Αναζήτηση
Αποτελέσματα 134801-134900 από 134917
Από σώγαμπρος καλύτερα!
(1953)
Μια αλεπού είχε ρημάξει το χωριό από τις κότες. ΄Ήταν όμως τόσο πονηρή, που τα κατάφερνε να ξεγελάη όλους τους σκύλους και να τους ξεφεύγη. Κόντεψε να σκάσουν από το κακό τους οι χωριανοί και τόβαλαν πείσμα να την πιάσουν ...
"Πώς είσαι; σαν σώγαμπρος"
(1968)
Κάποτε έδαρναν μια αλεπού ζωντανή και την ρώτησαν πως είναι. Αυτή είπε: -"Σαν σώγαμπρος". Το έλεγαν αυτό για τους γαμπρούς που πήγαιναν σώγαμπροι κι ήταν σαν δούλοι στα πεθερικά, στη γυναίκα τους και στους συγγενείς της. ...
Τ' άη- Σωτήρος πρωτοκόβουν σταφύλι και λένε: Τ' άη Σωτήρος το σταφύλι και της Παναγιάς το σύκο.
(1953)
Του Σωτήρος, όσοι έχουν αμπέλια, κόβουν σταφύλια και τα λειτουργούσαν στην εκκλησία και τα μοίραζαν. Τώρα τ' αμπέλια καταστραφήκανε.
Είναι 'ς τα σωστά του, μιλάει με τα σωστά του
(1950)
Και εις τας δύο φράσεις εξυπακούεται η λέξις μυαλά και η μεν πρώτη σημαίνει είναι καλά ψυχικώς, διανοητικώς ή δε ετέρα έχει ακριβή γνώσιν του πράγματος περί του οποίου ομιλεί λέγει περί αυτού ων καθ' ολοκληρίαν εχέφρων.
Σώσον ελέησον!
(1950)
Εκ της εκκλησιαστικής δεήσεως "αντιλαβού, σώσον ελέησον και διαφύλαξον ο Θεός" απεχωρίσθη το σώσον ελέησον ως φράσις δηλούσα εσχάτην απόγνωσιν προσώπου ικετεύοντος να το σώσωμεν από έσχατον κίνδυνον. Η συντακτική σχέσις ...
Ψήσου γίδα ψήσου και ροϊδοκοκκινίσου ας είν καλά οι Χριστιανοί που μας ταΐζουν σα στραβοί
(1919)
Επί την απολανόντων των κόπων και ιδρώτος των άλλων. Η αρχή της παροιμίας εκ των καλογήρων οίτιν αναπαυόμενον μακριώς ετρέφοντο αφειδώς υπό των θρησκοπλήκτων χωρικών.
Από σώγαμπρος καλύτερα
(1957)
Ιδιαίτερα άχαρη είναι η θέση του σώγαμπρου. Είναι πολύ χαρακτηριστικός ο μύθος της αλεπούς:
"Μια φορά πιάσανε την αλεπού ζωντανή στο κοτέτσι κι αποφάσισαν να τη γδάρουν για παραδειγματισμό. Την ώρα λοιπόν που κρεμασμένη ...
Το τ'αζόν dο βdόκκο το νερό κρατεί τα κρούσκο.
(1951)
Ταζός= Καινούργιος
Το καινούργιο σταμνί κρατεί κρύο το νερό.
Το βdόκκο ή ΄βdόκκα ήταν στάμνα για νερό από ξύλο κέδρου. Μοσχοβολούσε, κι όπως ήταν δουλεμένη, κρατούσε κρύο το νερό.
Τάζει λαγούς με κουδούνια
(1950)
Είναι ευχάριστον να προσφέρη τις ως δώρο ένα ζώο και πιο ευχάριστον αν τούτο φέρη και το ποιμενικό κουδούνι. Αλλ' επειδή ο λαγός ούτε ζώον οικόσιτον είναι ούτε και θα εδέχετο να του κρεμάσουν κουδούνι και είναι αδύνατον ...
-Τον έταζε λαγούς με πετραχήλια. -Μη τάξης αγίου κερί και του παιδιού κουλούρι. -Μας τάζουν φούρνους με ψωμιά.
(1956)
-Του υποσχέθηκε πολλά και δεν του έκαμε τίποτε.
-Ό,τι τάξεις πρέπει να το κάνης, ιδίως το κερί στον άγιο και στο παιδί ότι έταξες να δώσεις.
-Τάζουν πράγματα υπερβολικά, που δεν θα τα κάμουν.
Φουρνιές ψωμιά τούταζε, σα bού τα τάζει ο σκύλος τση σκύλας
(1963)
Λέγονται όταν μας υπόσχονται πολλά, που μάλλον δεν πρόκειται να γίνουν.
Π.χ. "Τα καμωμέν' αξανοίει κανείς. Να τάξης είναι εύκολα. Τάζει λέει, κι ο σκύλος τση σκύλας μια φουρνι΄ψωμιά κι ύστερα, ότι να κάμη τη δουλειά dου, ...
Τα πέσου το κόμμα σάμ' έν' εμωσμένο, έχω πουά τόστοι. σαμ' 'α νdα γριτσήσουν του έν bεζό, κανείς τζο ρωτά με.
(1957)
Τόστης=φίλος.
Το μέσα κελλάρι σαν είναι γεμάτο, έχω πολλούς φίλους. σα θα το γρικήσουν πως είναι αδειανό, κανείς δε με ρωτάει.
Όdε σου τάξουνε τ' αρνάκι, βάστα και το λιταράκι
(1963)
Δηλ. Όταν σου προσφέρουν ή σου υποσχεθούν κάτι, να μη χάνης την ευκαιρία, παρά να σπεύδης να το παίρνης.
Λιταράκι= σχοινάκι
Τάξε τον κι ας χαίρεται, άβις τον κι ας ρέμπεται
(1931)
Επί του χαίροντος δια κενάς υποσχέσεις. Πβ. 1457.
Παραλλαγαί: "Τάξον άτον ας χαίρεται και αφ'ς άτον ας σέπεται" (άφησε τον να σέπεται)
Κερ. " Τάξον τον παλαλόν ας χαίρεται" (Τάξε του τρελλού να χαίρη) Τραπ. Χαλδ.
Μη λες το σίρι σόν dόστη σου. Α νάρτη αν dαρός α εμώσει άσυρο το πόστι σου.
(1951)
Μη λες το μυστικό στο φίλο σου. Θα έρθει ένας καιρός που θα γεμίσει μ' άχερο το τομάρι σου.
Εμπιστοσύνη να μην έχει κανείς ούτε στους φίλους του. Κάποτε μπορεί να μαλώσει μαζί τους και να του κάμουν μεγάλο κακό. Με άχερο ...
Άμdα dροβάς θα ινού στ'ν αμασκάλ' σου, να σ' παρατζέλνου;
(1943)
Δε θα λείπω δηλ. από κοντά σου να σε συμβουλεύω, όπως δε λείπει ο τουρβάς απ' τη μασχάλη του χωρικού, για να του θυμίζει τι παραγγελίες έχει να κάνει, σαν έρχεται στο χωριό ή στην αγορά.
Ανάθεμα να 'χη, άφησέ τον, είναι τουρκανάκατος, είναι τουρκόπιασμα
(1923)
Την φράσιν λέγει ο ερεθισείς υπό τινος μετά σφοδράν προς αυτόν έριδα.
Αι λέξεις τουρκανάκατος, τουρκόπιασμα δεν έχουν ενταύθα την κυρίαν (πρώτην) σημασίαν των, δεν σημαίνουν δηλ. τον γεννηθέντα εκ Τούρκου και Χριστιανής, ...
Τάξον άτον ας χαίρεται και άψ (άψες) α τον ας σέπεται
(1918)
Υπόσχου αυτώ ως τε χαρήνας και εα σαπήνας
Ερμ. Π. Κακώς συμβουλεύουσα των μη εκτέλεσιν των υποσχεθέντων.
Οι νομάτοι ζένουν σάμου τρών dα σταφύλε, οι ναίτσες ζένουν σαμού 'θίζουν dα τζίτζιφα.
(1951)
Οι άντρες ανάβουν όταν τρώνε τα σταφύλια, οι γυναίκες ανάβουν όταν ανθίζουν τα τζίτζιφα.
Τάζ' ου σκύλους τς σκύλας καρβέλια όσου να τς απουλύς' τα κόμπια!
(1937)
Γνωστόν είναι ότι το γεννητικόν όργανον του σκύλου κατά την συνουσίαν εξογκούται ["κόμπους'] κατά το μέσον, εξ' ου και το κόλλημα
Κι απέ ύστερα: Τι φουρνατζής ήτανε ου πατέρας μ'; (Ελέγει δηλ. προς την σκύλαν όταν του ...
Οι Τούρκοι είναι δίνε μου κ "αι" να σε "υ" κείμαι
(1958)
Το χάραγμα τούτο εύρομεν επί της αψίδος του ναού της Αγίας Μαρίνης Φιλιατρών [Είναι αχρονολόγητον. Πιθανώς εχαράχθη πρό του 1800]
Ο Τούρκος είνε σαν τον πούτσο. όσο τον χαϊδεύεις δυναμώνει.
(1931)
Χυδαιολογική παροιμ. δηλούσα ότι τον Τούρκον δεν πρέπει τις να περιποιήται πολύ και να του δεικνύη περισσήν ευγένειαν, διότι τον ευγενή τρόπον εκλαμβάνει ως αδυναμίαν, θρασύνεται ως εκ τούτου έτι μάλλον και καταντά ...
Τον Τούρκο όλη την ημέρα να τον έχης στην αγκαλία, λίγο αν τον αφήσεις να ξεκουρασθή αμέσως θα πη γκιαούρ(*)
(1923)
(*)Άπιστε
Και δια των τριών τούτων παροιμιών συνενούνται με την φιλοχρηματίαν αν και την προς την αρπαγήν ροπήν του Τούρκου αι συγγενείς ψυχικαί διαθέσεις της αχαριστίας και απληστίας, αίτινες εξ ίσου είναι χαρακτηριστικαί ...
Αν φιλοξενήσης Τούρκο, θα σε ζητήση και ντις παρασί(*)
(1923)
(*) Αμοιβήν δια τον κόπον των οδόντων του. Αμφότεραι αι λέξεις είναι τούρκικαι. Ντίς=οδούς. Και δια των τριών τούτων παροιμιών συνενούνται με την φιλοχρηματίαν και την προς την αρπαγήν ροπήν του Τούρκου αι συγγενείς ψυχικαί ...
Χαίρεται ο Τούρκος στ' άλογο, κι ο Φράγκος στο καράβιν
(1923)
Εις την δευτέραν εκδηλώνει ο ελληνικός λαός κυρίως τίνα ιδιότητα ως ουσιώδες γνώρισμα, ως κυρίαν κρατικήν δύναμιν, ανεγνώριζες εις εκάτερον των αντιπάλων, των διεκδικούντων την κατοχήν και κυριότητα της πατρίδος του. Το ...
Τάσσω τ' αμπέλια μου ν' αρμάσω τα παιδκιά μου, τζ' άμα ταρμάσω τζ' ύστερα, τ' αμπέλια εδ δικά μου
(1940)
Επί ψευδών υποσχέσεων δια να επιτύχομεν τον σκοπόν μας.
Αυτό το χτένι σ' αυτό το παννί, δεν ταίριαξε. Αυτά που μου λές είναι πράγματα αταίριαστα και ασυμβίβαστα
(1956)
Αν δεν ταιριάζαμε, δε συμπεθεριάζαμε. Για τους συμπεθέρους και καλούς φίλους, που διατηρούν καλές σχέσεις.
Σε Τούρκου σπίτι να τρώς, αλλά να μην κοιμάσαι, σε Οβριού σπίτι να κοιμάσαι, αλλά να μην τρως και σε Χριστιανού να τρώς και να κοιμάσαι
(1925)
Ο α είναι ασελγής, ο β δόλιος
Τ' Αγίου ΤCHΙ τ' μουρού μη τάκ' ς όκ έταξις 'α του πάς ή 'α του δωγ' ς
(1960)
Του Αγίου και του παιδιού να μη τάξης, ότι έταξες πρέπει να το δώσης.
Το σταφύλι, φότεζ εν' σταφύλι, γρεύει πενενdάβου τσαι φτάνει.
(1951)
Το σταφύλι που 'ναι σταφύλι, κοιτάζει το 'να τ' άλλο κι ωριμάζει.
Μωρ' τι γυρίζεις σαν του Τούρκου τάλογο, του Γύφτου το γαϊδούρι;
(1923)
Δια της ενδεκάτης ευρίσκεται κοινόν γνώρισμα Τούρκου και Γύφτου η ασυδοσία εις τα ζώα των, διότι το μεν του Τούρκου ως ζώον του αγά, του αφέντη, γυρίζει ελεύθερον χωρίς ο ραγιάς να τολμά να κακοποιήσει αυτό και ζημιούν ...
Ο Τούρκος αν κάμη καλό στο Χριστιανό, ανάβει καντήλι στο διάβολο
(1923)
Δια της δεκάτης εκδηλώνει ο ελληνικός λαός τίνα αντίληψην έχει περί των ψυχικών διαθέσεων του Τούρκου προς τον Έλληνα παραβάλλων την προς Χριστιανόν ευεργεσίαν του Τούρκου ως αφοσίωσίν του προς τον διάβολον. Τόσον δύσκολος ...
Τούρκο βλέπεις; Γρόσα θέλει. Κι άλλον βλέπεις; Κι άλλα θέλει.
(1918)
Ερμ. Επί πλεονεξίας τουρκικής
Τούρκος (παράγωγα) Τουρκοβούνι/ Τουρκί/ Τουρκοπαιδεύω/ Τουρκοφάγωτον/ Τουρκόφανα/ Τουρκοκαλόϊρους (Τουρκοκαλόγερος)/ Τουρκοκοτζαμπάσης/ Τουρκόγερος/ Τουρκοπόταμος/ Τουρκοεβραίος/ Τουρκοβασίλης/ Τουρκογιάννης/ Τουρκοδημήτρης/ Τουρκοπαναγής
(1923)
Τουρκοβούνι, όπως και τουρκί, κάθε άγριο βουνό. Τουρκοπαιδεύω, δηλ. Βασανίζω ως Τούρκος, λέγουν εν Σάμω. Τουρκοφάγωτον λέγεται το αυθαιρέτως καταληφθέν εν Πόντω. Τουρκόφανα λέγεται είδος αφάνας με τραχείας ακάνθας εν ...
Σο χρόνο α φορά τρώ το τουκάνι
(1951)
Στο χρόνο μιά φορά τρώει το δοκάνι.
Τουκάνι είναι μία σανίδα κυρτή σα σκάφη, που έχει κάτω της δόντια από σκληρόπετρες. Δένεται πίσω από τ' άλογο, όπως η σβάρνα κι αλωνίζει. Οι πέτρες τρίβουν τ' άχερο και ξεχωρίζουν το ...
Εκεί που ταιριάζει το δεdρο, 'κεί ξεφυτρώνει (ή εκεί ξεφυτρώνει κιόλα)
(1963)
Λέγεται, όταν κάτι τοποθετείται στη θέση που του ταιριάζει, όταν κάποιος αποκαθίσταται σύμφωνα με την αξία του, με την κλίση του.
Αν τουρκέψω, να γίνω αγάς κι όχι καμηλάρης
(1956)
Για ένα που τον αναγκάζουν να κάνη κάτι που η συνείδησή του δεν το θέλει χωρίς να τον ικανοποιούν αναλόγων, για να έχη τουλάχιστον αυτήν την δικαιολογία.
Αν δεν τέργιαζαν δεν συμπεθέριαζαν
(1922)
Ως και άλλοτε είπομεν οι παρ ημών, ιδίως αι γυναίκες εισί λίαν φιλοκατήγοροι και επιρρεπείς περί το επιπολαίως επικρίνειν, διό οσάκις γυνή τις κατηγορεί οικογένειαν τινά νεωστί συνδεθείσαν μετά τινός άλλης της αυτής ...
Αν δεν φάη ου Χριστιανός κουπριές, δεν τρώει ου Τούρκους χαλβά
(1923)
Και της εβδόμης, δια της οποίας στιγμάτίζονται οι καταδόται, εξαιρείται η αντίθεσις των δύο φυλών δια της αντιπαραβολής των συναισθημάτων, άτινα γεννώνται εις την ψυχήν του Τούρκου και του Έλληνος συγχρόνων εκ της αυτής ...
Είδες δκυό τζ' εν ταιρκασμένοι; Έξερε τζ' εμ που τους δκυό τον ένα
(1940)
Την αρμονία, κατά την συμβίωσιν δύο ατόμων δεν εξασφαλίζει μόνον η συμφωνία αισθημάτων φρονημάτων κλπ αλλά προ παντός η προσαρμογή του ενός προς τον χαρακτήρα του άλλου.
Άμαγ κλάσ' ο σ' οίρος η ψυσ'η του Τούρκου βρίσκει μύρος, άμα κλασ' η λόττα, η ψυσ'η του βρίσκει σόρταν
(1948)
Ερμ. Πείραγμα στους Τούρκους, που δεν τρώνε τα γουρούνια
Κιαντό ταχύ, κιαντό βραδύ, του Τούρκου είν' τα πάπλι
(1917)
Η παροιμία αυτή κατά λέξιν μεταφράζεται ουτω: "Τις επα στην στιγμήν ο χριστιανός και τα κτήματα επί Τούρκοκρατίας εν Κρήτη, ευρισκοντο εις την διάθεσιν του τυχόντος Τούρκου. Είτα ψέχθη επί του κράτους και της βίας και ...
Ο δκιάολος αρώστησεν τζ' ετάκτητζεν ν' αγιάση τζ' άμα έγιανεν εμετανόησεν
(1921)
αυτ. σελ. 72 [Ο δ. α. τζ' ετάκτην ν' αγιάνη -] - αυτ. σελ. 106 [ο δ. α τζ' ε να. τζ' οκ τζ' εγίανεν ε.]
Επί εκείνων, οι οποίοι αναιρούν τον λόγον των, των υποσχέσεων των, των οποίων έδωκαν.
Ούτε τουν άγιο κηρί, ούτε το παιδί τάμα
(1939)
Ότι δεν ήτο δυνατόν να αποφύγη κανείς κάτι που θα υποσχεθή εις ένα παιδί διότι διαρκώς θα το γυρεύη. Επίσης και δια τους αγίους πρέπει να εκπληρώσουν εκείνο που θα τάξουν, διότι ο άγιος, όπως το παιδί, θέλει το τάμα του.
Τούρκον είδες άσπρα θέλει, άλλον είδες, άλλα θέλει
(1923)
Και διά των τριών παροιμιών διαδηλούται το φιλοχρήματον του Τούρκου, η χαρακτηριστικωτέρα ίσως μετά της ωμότητος, ιδιότης της τουρκικής φυλής. Και δια της δευτέρας και της τρίτης παροιμίας και των πολλών παραλλαγών αμφοτέρων ...
Τούρκος ήρθε, γρόσα θέλει, κι άλλος ήρθε, κι άλλα θέλει
(1923)
Και διά των τριών παροιμιών διαδηλούται το φιλοχρήματον του Τούρκου, η χαρακτηριστικωτέρα ίσως μετά της ωμότητος, ιδιότης της τουρκικής φυλής. Και δια της δευτέρας και της τρίτης παροιμίας και των πολλών παραλλαγών αμφοτέρων ...
Τα τάματα παντρεύουν παραλλάματα. ή Τα πολλά τα τάματα παντρεύουν τα ξιπάσματα.
(1956)
Με τις μεγάλες προίκες παντρεύονται και όσες δεν ήσαν για παντρειά.
Τον Τούρκον η δείρ' τον ή μη τον φοβερίζης
(1923)
Εις την δεκάτην περιέχεται η συμβουλή, ότι η μεν απειλή αυξάνει την αγριότητα του οξυθύμου Τούρκου, η δε πλήρης ταπείνωσις αυτού δύναται να σώση τον συγκρουόμενον προς αυτόν.
Εις πάσας τας νυν το πρώτον δημοσιευομένας ...
Σα Ρωμιός το 'δωκει σα Dούρκος το παίρν'ς
(1937)
Η ιδέα ότι οι Τούρκοι αθετούν τις υποσχέσεις των ήταν ριζωμένη στο χριστιανικο στοιχείο της Τουρκιά. Γι' αυτό όταν κανείς χάριζε κάτι σε κάποιον κι ύστερα από καιρό μετάνιωνε και το ζητούσε πίσω, για να τον συνετίση ο άλλος ...
Τα κάμι ζενεχάτι εν ο ταμbουράς μάθε τα, τσαί κρέμασ' τα σ' α γωνία
(1951)
Η πιο δύσκολη τέχνη είν' ο τάμπουρας. Μάθε τον και κρέμαστ' τον σε μια γωνιά.
Ο άνθρωπος πρέπει χωρις άλλο να ξέρει μια τέχνη στην ζωή του, οποιαδήποτε, για ώρα ανάγκης.
Κ' ιγώ ισένα δεν dιριάζ'
(1915)
Επί ανακολουθιών. Εκ τινός μύθου καθ' ον ανήρτις ακούσας τυχαίως την συζυγόν του νάλεγη εις ξένον άνδραξα κ' ιγώ ισένα επέμενε να μάθη παρ' αυτής τι εκείνος της είχεν είπει πρότερον. Είς όλας της δε τας ψευδείς εξηγήσεις ...
Τον Τούρκον πι λέει ατον καλός εν, εφτά χρόνεα μετάδοσι κι ρουζ' εατον
(1923)
Όποιος λέγει πως ο Τούρκος είναι καλός, εφτά χρόνια μετάδοσι δε του πέφτει. Η τρίτη εντονώτερον βεβαιοί το αυτό δια της προσθήκης, ότι ο ισχυριζόμενος ότι ο Τούρκος δεν είναι κακός διαπράττει τοιούτον έγκλημα, τόσον καταφώρος ...
Και πως δεν επνιγήκαμε σε τούτο το ταξίδι, να τρώς το μαρουλόφυλλο και κείνο δίχως ξίδι;
(1939)
Ο μύθος ευρύτατα γνωστός εις το Αυδήμιον. (Λύκος, αλεπού ή γάϊδαρος, παρατίθεται περίληψης.)
Ως παροιμία έχει την σημασίαν των συνεταιρισμών.
Έξε μόδια βάνει ο φούρνος, δυό περέττες δε χωρούσι
(1963)
Π.χ. Τώρα ω παdρέβγω τσι θυατέρες κι' είναι μεγάλο το σπίτι μου και κάθομαι gι οι δυό μαζί, αλλά δε συμφωνούνε οι γαbροί, κι' όλοι μαζί. Θα πης λοιπόν “Έξε μόδια ο φούρνος δυό περρέτες δε χωρούσι”. Το μόδι = μέτρον ...
Άκουγέ το σακκοδεμένε και 'ς τον τοίχο ακουμπισμένε
(1889)
Ερμηνεία: Επί των ευπίστων και ηλιθίων ή των επιτιμώντων άλλους ίνα ακουμπούν άλλοι.Αρχή της παροιμίας η εξής: Σύζυγος παρεπονείτο εις την γυναίκα του δια την κακήν ποιότητα του άρτου.Αυτή δε απέδιδε τούτο εις την ανδραδέλφην ...
Άγιε Γιώργη ακριβά είναι τα σφουγγάτα σου
(1958)
Λέγεται όταν κανείς τιμωρηθή αυστηρά για ένα μικροπράγμα που άρπαξε. Το ιστορικό της είναι το εξής: Μια φορά παιδιά έπαιζαν το πήδημα εις το προαύλιο του αγιού Γιωργιού. Ένα από τα παιδιά ετάχθη εις τον άγιο Γιώργη να ...
Άη μου Νικόλα, κάψε κι΄άφης κιόλα
(1963)
Δηλαδή, να μη φτάνει κανείς στην υπερβολή
Ώχ, άdρα μου, και που να σου θυμηθώ
(1963)
Λέγεται σε περίπτωση αναμνήσεων όχι και πολύ ευχαρίστων
Ραφτάκια μπαλωσάκια, Δευτέρα δευτερίζουν, την Τρίτη σεριανίζουν, Τετράδη δεν μπορούν, Την Πέφτη συλλοούνται, Παρασκευή κοιμούνται, Σάββατο μεσημέρι να πιάσουσι δουλειά, να πάρουν τρία γρόσα γιατί επολιδρώσαν, να τους φανούν τρακόσα αφ' την πολλήν φτώχια. Τι να τα πρωτοκάμουν; Το νοίκι να πλερώσουν, τα πλυστικά να δώσουν; Τους μένει κι' ένα γρόσι. Εβίβα οι μπαλώσοι, εβίβα λιμπερτά!
(1876)
Το κομψόν τούτο πολύστιχον παραθέτομεν εκ των Νεοελλ. Αναλέκτων τον φιλ Συλλ Παρνασσού Τ.Α' φυλλ. Γ' σελ. 167, απλώς έπ' αγαθώ των οκνηρών ους αφορά
Ο παπάς του Δαμαλά χωρίς νου, χωρίς μυαλά τα μικρά δεν ήθελε τα μεγάλα γύρευε. Εις το πέλαγος επιάστη και ς την Αραπιά ΄κοπιάστη. ''Ε! Παπά του Δαμαλά χωρίς νου, χωρίς μυαλά. Τα μικρα δεν ήθελες τα μεγάλα γύρευες. Τράβα ΄δα χερόμυλο κούνιε τ΄αραπόπαιδο
(1919)
Επί των εχόντων μικρά αλλά καλά και θελόντνω να φάγωσι τον κόσμον αν μια της πλεοεξίας των. Ες ο παπάς όστις πλεονέκτης εν, συνελήφθη υπό πειρατών και επωλήθη εις την Αραβίαν όπου προσέτι δει των χειρών, γινόμενος αίτιος ...
Εμέν μάννα κ' εγέννησεν, εμέν κύρης κ' εποίκεν εμέν κορώνα ξέρασεν απάν ΄ς το μεσοστράτιν έσειξεν το φτερόλιν άτη κ εμέν εκαταρέθεν να μη χαρής να μη χαρής να μη καλόν ελέπης.Εμέ μήτηρ ούκ έτεκεν, εμέ πατήρ ούκ εγέννωσεν εμέ κορώνη εξήμεσεν από μέσης της οδού. Έσεισαι την αυτής πτέρυγα και κατηρασατό μου “Μη χαίροις, μη χαίροις, μη αγαθόν ιδής”
(1874)
Ερμηνεία: Επί των αεί δυστυχούντων
Ακριβά είναι τα σφουγγάτα τ' α Γεώργ'
(1915)
Λέγεται κατ΄ανθρώπων, οι οποίοι απολαύσαντες τινός αγαθού εκ πόνου και δαπάνης, χαίρουσιν επί τούτ, έπειτα δ΄όμως λυπούνται, αναγκαζόμενοι να πονώσι και να δαπανώσι πλείονα ής αξίας του ού απόλαυσαν. Το ιστορικόν δε της ...
Πάλε για το κολοβό γαιδούρι είμαι
(1909)
Στο παληό καιρό είχαν συνήθεια άμα καμμιά γυναίκα παρεστράτιζε να την γδένουνε για να φαίνονται τα μηριά της και τα πόδια της, να την καβαλκεύουν ανάποδα απάνω σε κολοβό γαιδούρι, και με το γιούχα να την γυρίζουν σ' όλο ...
Από τημ Πάφου έρκουμαι, τζαί Κορφήν κανέλα. Κατέβασ' το καπέλλο σου, για να φαν' η κουμπρέλλα
(1940)
Κατέβασ' ή Χαμήλωσ'. Προέρχεται από την Πανελλήνιον τοιαύτην “ Από την πόλιν έρχομαι ...” ή είναι γνησίως Κυπριακή; Εις την επαρχίαν Πάφου υπάρχει η Πόλις (Χρυσοχούς) και εις την της Λεμεσού ή Κορφή. Ηδύνατο να υποτεθή οτι ...
Άλλο Μέτσοβο χωριό
(1963)
Κατά την παράδοσιν την συνοδεύουσαν την παροιμίαν, εις τα Ιωάννινα εζούσε κάποιος τερζής (ράφτης), ο οποίος είχεν αποκτήσει φιλίαν με κάποιον δερβέναγαν. Ο ρλαφτης λεκαμνε δωρεάν ή με γελοίαν τιμήν την στολήν του δερβέναγα ...
Εμέν μάννα 'κ' εγέννεσεν, εμέν κύρις 'κ' εποίκεν, εμέν κορώνα ξέρασεν απάν' 'ς σο μεσοστρατίν, έσειξεν το φτερούλιν ατ'ς κ' εμέν εκαταρέθεν 'να μη χαρής, να μη χαρής, να μη καλόν ελέπης
(1929)
Εμένα μάννα δεν γέννησε, εμένα πατέρας δεν έκανε, εμένα κόρακας ξέρασε απάνω 'ε το μεσοστρατί, κίνησε τη φτερούγα του και με κατραράστηκε
Ούτε ο δαίμονας δεν τον θέλει αυτόν
(1956)
Όλοι εμείς οι παλαιοί θεωρούμε μεγάλη αμαρτία όταν αρχίζουμε να φάμε και όταν τελειώνουμε χωρίς να κάνουμε το σταυρό μας. Το φαγητό το παίρνει ο δαίμονας και εμείς κολαζόμαστε. Κάποια ημέρα ένας κουρασμένος από τη δουλειά ...
Ο Θεός εις τόν ελεούντα τόν πτωχόν, εκατονταπλάσια αποδίδει
(1910)
Μύθος: Μιά φορά ένας τοκογλύφος επήγε στήν εκκλησία καί άκουσε τό ευαγγέλιο πού έλεγεν “εις τόν ελεούντα τόν πτωχόν ο Θεός εκατονταπλάσια αποδίδει”. Εσκέφθη λοιπόν τότε, αντίς νά τοκίζη πρός 20% καί 40%, καλλίτερα νά δίνη ...
Ο Μάρτης εμάλλωσεν με τον Οκτώβρην τζι' ο Μάρτης λαλεί του: “Που να πας; εν να μ' αρκαστής”. Τζι' ο Οκτώβρης επολοήθην του: “Παρατήρα τον Νιόβρην τζιαί τοδ Δετζιέβρην που σ' έχουν ανάγκην, τζι' εγιώ ανάγκην εσ σ' έχω. 'Αλοι του Νιόβρη τζιαί του Δετζιέβρη που σ' έχουν ανάγκην”
(1945)
Ερμηνεία: Μεγάλη σημασία για την επιτυχία της γεωργίας και ειδικά για τα σιτηρά δεν έχουν μόνον οι βροχές του Μάρτη, μα και του Οκτώβρη, οι οποίες είναι επίσης ζωτικής σημασίας και για την κτηνοτροφία, αρκάζομαι= έχω ανάγκην ...
Βρε ΄πίσκοπε του Δαμαλά ούτε νου ούτε μυαλά τα μιρκά δεν ήθελες τα μεγάλα ΄γύρευγες. Γύρνα το χερόμυλο κούνα και το διάολο
(1959)
Μια φορά ήταν ένας ΄πίσκοπος του Δαμαλά (χωρίον) κ΄ επήενε στη θάλασσα να ψαρέψη με τη βάρκα. Όπου ήπιανε μικρά ψάρια κ΄ επειδή δεν ηυρίσκανε μεγάλα επήεν παραμέσα για να ΄βρη μεγάλα. Ύστερα ΄πελάωνε και τον ήπηρενε λοιπό ...
Άλλο Μέτσοβο χωριό
(1958)
Κατά την παράδοσιν την συνοδεύουσιν την παροιμίαν, είς τα Ιωάννινα εζούσε κάποιος τερζής (ράφτης) ο οποίος είχε αποκτήσει φιλίαν με κάποιον δερβέναγαν. Ο ράφτης έκαμνε δωρεάν ή με γελοίαν τιμήν την στολήν του δερβέναγα ο ...
Άλλα είναι τ' άλλα κι' άλλα της Παρασκευής το γάλα
(1919)
Ερμηνεία: Η παροιμία αυτή έχει την αρχήν είς την εξής διήγησιν: Έζη ποτέ είς τινα έρημον είς ασκητής διάσημος διά την σκληραγωγίαν και τάς στερήσεις, τάς οποίας υπέβαλλεν είς εαυτόν. Πρός τούτον ο επίσκοπος του τόπου ...
Τον αποψινό σου θυμό, παιδί μου, άφηνε τονε ιά ΄βριο, την αποψινή σου δουλειά όμως μην την αφήνης για δεν ηξέρεις είντα σου λαχαίνει ίσαμ΄ αύριο, μπορεί ν΄ ανουbοριάσης κα να μη μπορής να κάμης τη δουλειά σου, ενώ ο θυμός είσαι σίουρος πως θα σου περάση, κι είναι ΄τσαι πιο καλά
(1925)
Ιά ΄βριο = για αύριο, για = για, γιατί, είντα = τί, λαχαίνει = τυχαίνει, ίσαμ΄ αύριο = ως αύριο, ανουbοριάσης = αδιαθετήσης, σίουρος = σίγουρος, ΄τσαι = ετσά = έτσι. βλ. Δουλειά 85
Πιττ' αbρός και πιττ' απίσω, ωάβγω θέλω να μιλήσω τση 'ειτόνισσας το δίκιο
(1963)
Λέγεται για γλωσσούδες, τις ξενόγνοιαστες, που δεν αφίνουν τίποτε ασχολίαστο. Λέγεται ή μόνο ο πρώτος στίχος ή και οι τρεις. Από τον ακόλουθο μύθο; Ήτονε, λέει, μια gοπελούδα μια βολά κι ήτονε φαφλατού κι ότι ήθελεν ακούση ...
Ο Μάρτης εμάλλωσεν με τον Οκτώβρην τζι' ο Μάρτης λαλεί του: “Που να πας; εν να μ' αρκαστής”. Τζι' ο Οκτώβρης απαντά του: “Παρατήρα τον Νιόβρην τζιαί τοδ Δετζιέβρην που σ' έχουν ανάγκην, τζι' εγιώ ανάγκην εσ σ' έχω. 'Αλοι του Νιόβρη τζιαί του Δετζιέβρη που σ' έχουν ανάγκην”
(1945)
Ερμηνεία: Μεγάλη σημασία για την επιτυχία της γεωργίας και ειδικά για τα σιτηρά δεν έχουν μόνον οι βροχές του Μάρτη, μα και του Οκτώβρη, οι οποίες είναι επίσης ζωτικής σημασίας και για την κτηνοτροφία, αρκάζομαι= έχω ανάγκην ...
΄Γούμενε του Δαμαλά, δίχως νου, δίχως μυαλά, τα μικρά δεν ήθελες τα μεγάλα γύρευες. Βάστα, γέρο κούλερε, γύρ΄ζε τ΄ν αχερόμυλο κούνα τ΄ αραπόπ΄λο
(1940)
κούλερε=΄πειδής τον εχαλάσανε. Σημ. Έχει τοποθεσία στο χωριό κοντά, που τη λένε Δαμαλά. Εκεί κατοικούσε κάποιος γούμενος κι είχε παραυγιό έναν καλόγερα. Τον έστερνε στο ψάριμα και κάθε μέσα τούφερνε μικρά ψάρια. Μα ο ...
Βάρα, βωρέ Ντούγλη! Βάρα καί σύ!
(1959)
Παλιότερα είχαν αμπέλια εδώ στους Οθωνούς κι ερχόνταν εργάτες από τη Χειμάρρα (αντίκρυ στην Ήπειρο) να δουλέψουν. Μια μέρα έφτασε κι ένα ντερέκι (= ένας μεγαλόσωμος, μποϊκλής) για να πιάση δουλειά. Δούλεψε 2-3 μήνες, γνώρισε ...
Εγώ κ' είμαι 'ς σο Γιαννίτσ' άμε
(1881)
Ερμηνεία: Επί προσποιημένης αγάπης (ιδίως μητ΄ρτων προς τέκνα). Η παροιμία αυτή προέκυψεν εκ του γεγονότος: Γράία μήτηρ έλεγε συνεχώς προς τον ασθενούντα υιόν της Ιωάννην, Γιάννε μ, ρίζα μ 'ς σα δρομέα σ' να πάγω, και ...
Ο Γεννάρης τζι ο Μάρτης εγελάσαν του κουτσοφέβραρου τζι' επήραν του που μιαν ημέραν για να πειράξουν τηρ ρκάν, τζι' ο Γεννάρης έβαλεν τηρ ρκάν μεσ' στοφ φούρνον
(1945)
Η παροιμία αναφέρεται στην υπερβολική ψύχρα του Γεννάρη. Κατά τένα μύθο, ο χειμώνας και το καλοκαίρι συζητούσαν ποιά από τις δυό αυτές εποχές είναι η καλύτερη, επειδή δε δεν συμφωνούσαν φώναξαν κάποιαν γρηά, πυ μάζευε ...
Τα κάνω θάλασσα, τα θαλασσώνω
(1950)
Εις πολλα ιδιώματα της Ελληνικής η λέξις θάλασσα λαμβάνεται ως μέτρον δηλβτικόν του πολλού, του αφθόνου.Ούτω εις την Αιτωλίαν, Εύβοιαν, Λέσβον και Πελοπόννησον λέγεται ο δείνα ξέρει τραγούδια θάλασσα αντί σαν τη θάλασσα, ...
Είδα του μαλλιαρόκουλου!
Η παροιμία προήλθεν εκ τούτου: ήταν μια βουλά ένα πιδί κανιά κουσιαριά χρουνών πόκανι τουμ παλ'καρά. Άμα πάϊνι στου μύλου ν' αλέσ' κι ήβρισης πουλλά αλέσματα τς παραράδιζε οθλνινούς. Κι στου κουφίν να ήταν τ' άλισμα τν ...
Έσει τομ πορdήν τζ' αλώνιν, τζαι κλωστήν εις το βελόνιν
(1940)
Φρονούμεν ότι είναι η ορθοτέρα. Γράφεται συνήθως πορτίν, σημαίνουσα ότι όπως φεύγει από την πόρταν του σπιτιού εις το αλώνιν και ταναπαλιν, ούτω πως και ως κλωστή εις το βελόνι περνα ή βγαίνει εύκολα και παραΔερεται απο ...
Ζιώ μ' αφακόσπορα
(1963)
Η παράδοσις λέγει ότι κάποια νύφη προσποιείτο την ολιγόφαγη. Αυτό ήτο μεγάλο προσόν για την παλιά εποχή της δυστυχίας, όταν πολλάκις διελύοντο προξενειές, διότι έτρωγε πολύ η νύφη. Είχεν κατορθώσει να μένη στο σπίτι για ...
Γρήγορα μάννα το βιολί
(1963)
Η παράδοσις λέγει οτι κάποια πάντρεψε τον γυιό της. Αυτός όμως δεν είχε χαμπέρι από έρωτες και σε μερικές μέρες η νύφη λέγει της πεθεράς “Μάννα θα φύγω”. “Γιατί, παιδί μου; της λέει η πεθερά. Μήπως δεν σου φερνόμαστε καλά, ...
Κόμ' ο δϊέβος μακρυναίνει το ράμμαν dου, σωστού νdα φέρει σην όχτην bάνου. Σαμ α νdα φέρει σην όχτην bάνου, α κόψει το ράμμα 'πό μακρά, α πέσει ση λίμbλη
(1951)
Και ο διάβολος μακραίνει το σκοινί του, ώσπου να το φέρει στην όχτη απάνου. Όταν το φέρει στην όχτη απάνου, θα κόψει το σκοινί από μακριά, (και ο άνθρωπος) θα πέσει στη λίμνη
Μια τζ' αρχής ήξιζεν, άdρα μου
(1963)
Από τον εξής μύθο : Καμμιά βολά, 'λε', ήτονε δυο φίλοι κι επαdρέφτησα, gαί τη bρώτη βραδιά ο ένας, πούκατσε με την 'υναίκα dου να δειπνήση, πάει ο γάτης κι' ανεβαίνει απάνω στο ποδάρι dου και τονε πιάνει και τονε πετά μέσ' ...