Άλλα είναι τ' άλλα κι' άλλα της Παρασκευής το γάλα
Σχόλια / Περίσταση εκφοράς
Ερμηνεία: Η παροιμία αυτή έχει την αρχήν είς την εξής διήγησιν: Έζη ποτέ είς τινα έρημον είς ασκητής διάσημος διά την σκληραγωγίαν και τάς στερήσεις, τάς οποίας υπέβαλλεν είς εαυτόν. Πρός τούτον ο επίσκοπος του τόπου απέστειλε κατά την Μ. Παρασκευήν μίαν μεγάλην φιάλην (χιλιάρικη) πλήρη γάλακτος, είτε έκ φθόνου διά την καλήν του φήμην, ίνα τον δελεάση ούτω και πιή το γάλα, είτε απλώς ώς δώρον. Ο ερημίτης εδέχθη ευχαρίστως το δώρον, αλλά μή έχων το κατάλληλον μέρος διά να τοποθετήση το γάλα, καθ' όσον ο κομιστής τούτου είχε την εντολήν να επιστρέψη οπίσω την φιάλην, ήπιεν ευθύς τούτο και παρέδωσσε την φιάλην είς τον υπηρέτην του επισκόπου. Πλήν ούτος μαθώνότι ο ερημίτης ήπιε το γάλα, ενώετύγχανε να είναι Μεγάλη Παρασκευή, τον καλεί παρευθύς είς απολογίαν. Παρουσιάζεται ο ερημίτης και ανέχεται ήρεμα τάς επιπλήξεις του επισκόπου, μεθ' ο, αφού εκόπασεν ολίγον η οργή τούτου, τον παρακαλέι να τον οδηγήση είς το παρακείμενον δωμάτιον. Τούτου γενομένου, παρευθύς ο ασκητής πλησιάζει πρός εν λίκνον κείμενον είς την άκραν του δωματίου και ερωτά το εν αυτώ κείμενον νήπιον: “Τέκνον μου, τίνος είσαι;” Το παιδίον, άν και πολύ μικρόν και μή δυνάμενον εισέτι να ομιλή, εν τούτοις ώς εκ θαύματος απήντησεν είς την φωνήν του ερημίτου είπον: “Του Δεσπότη, του Δεσπότη”. Στρέφεται τότε ο ασκητής πρός τον κατάπληκτον μείναντα επίσκοπον και του λέγει: “Άλλα είναι τ' άλλα, κι' άλλα της Παρασκευής το γάλα. Εγώ ήπια το γάλα τή Μεγάλη Παρασκευή, γιατί δεν είχα τόπο να το βάλω, αλλά τις άλλες ημέρες, ώς και τή Λαμπρή ακόμα θα νηστεύω. Ενώ εσύ λές πώς νηστεύεις, αλλά έχεις κάνει παιδί ενώ είσαι δεσπότης. δεν είσαι άξιος να μού κάνης παρατήρηση”.