Άλλο Μέτσοβο χωριό
Σχόλια / Περίσταση εκφοράς
Κατά την παράδοσιν την συνοδεύουσιν την παροιμίαν, είς τα Ιωάννινα εζούσε κάποιος τερζής (ράφτης) ο οποίος είχε αποκτήσει φιλίαν με κάποιον δερβέναγαν. Ο ράφτης έκαμνε δωρεάν ή με γελοίαν τιμήν την στολήν του δερβέναγα ο οποίος πάλιν ανταποδίδων το καλόν έβαζε τους υπ' αυτόν άνδρας να ράβωνται στον φίλον του. Κάποτε ο δερβέναγας έκαμεν πολύν καιρόν να εμφανισθή. Βέβαια μόλις ξαναγύρισε στά Γιάννενα, πρώτη του δουλειά ήταν να περάση από το ραφείο, όπου ο καταστηματάρχης παρήγγειλε καφέ. -πού ήσουν τόσον καιρό, αγά μου; ρώτησε. -Τώρα με έστειλα, αλλού και πήγα στό Μέτσοβο. -Πώς τα πέρασες στό Μέτσοβο, ρώτησε ο ράφτης (ο οποίος κατήγετο από το Μέτσοβο, πράγμα που αγνοούσε ο Αγάς). -Καλά πολύ καλά. -Πού κοιμήθηκες, στό Μέτσοβο αγά; -Το βράδυ με πήγαν σε ένα σπίτι πού ήταν ένα κυρά μοναχή της. Καρυά στό πόρτα και σκυλί λιαρό. και τι καρτέρεμα. Πήττα με αυγές και με βουτηριές, τόσο νά. Έ, ρε και το νύχτα, σάν πλάγιασα με το κυρά. Είχε τούτα δώ, (κι έδειξε τα στήθεια) πιό άσπρα από το αυγιές και το τυριές και πιό μαλακά από το βουτηριές. Έ, ρε τι έγινε, ανεφώνησε ο αγάς, αναπολώντας με ηδονή τις στιγμές της ερωτικής του πανδαισίας. -Πώ πώ πώ. Τι μούκανες αγά μου, είπε ο ράφτης. Την γυναίκα μου πρόσβαλες....... και ο αγάς, κατάπληκτος με τή γκάφα του. -Όχι ρέ φίλε. Μή κάνεις έτσι βρέ τερζή. δεν ήταν εκείνο το Μέτσοβο πού ήταν το γυναίκα το δικό σου. Είναι Άλλο Μέτσοβο χωριό. Η παροιμία θέλει να δείξη την δικαιολογίαν των αδικαιολογήτων