Αναζήτηση
Αποτελέσματα 621-630 από 698
Αγίας Κερεκής άψιμον
(1929)
Της Αγίας Κυριακής η φωτιά. Χαλδ. Επί ατάκτου και κακοτρόπου παιδιού. Εις την παροιμίαν υπόκειται άγνωστος μύθος περί της Αγίας Κυριακής...
Η κάτα ντο γεννά πεντικόν πιάνει
(1929)
Εκείνο που γεννά η γάτα ποντικό πιάνει...
Κερ. Τα τέκνα ομοιάζουν τους γονείς ηθικώς και πνευματικώς...
Κερ. Τα τέκνα ομοιάζουν τους γονείς ηθικώς και πνευματικώς...
Ακόμαν τη μάννας ατ' το γάλαν μυρίζ' ς σο στόμαν ατ'
(1929)
Ακόμη της μάννας του το γάλα μυρίζει 'ς το στόμα του...
Επί του μικρού και απείρου, του οποίου η γνώμη είναι αναξία προσοχής...
Επί του μικρού και απείρου, του οποίου η γνώμη είναι αναξία προσοχής...
Αλάλετον σκαμνίν κ εχ
(1929)
Παραλλαγή ο απρόσκλητος δεν έχει σκαμνίν Τραπ. Επί του άνευ προσκλήσεως προσερχόμενου εις γάμον η άλλην συναναστροφήν και δια τούτο μη τυγχάνοντος περιποιήσεως...
Άη Γιώργη, βοήθα με. Χέρια πράδια σάλευε
(1929)
Πράδια = Ποδάρια. Ινεπ. Δεν αρκεί μόνον να εοικαλήται ξανείς την θείαν βοήθειαν, αλλά πρέπει να ενεργή και ο ίδιος...
Ας σήν εδκίαν ατ' φογάται
(1929)
Επί δειλού και επιφυλακτικού...
Όπη βαράσκεται πολλά πλέο δουλεύ
(1931)
Όποιος βαρειέται πολύ περισσότερο δουλεύει...
Επί οκνηρού αναβάλλοντος έργον και εργαζομένου κατόπιν περισσότερον...
Επί οκνηρού αναβάλλοντος έργον και εργαζομένου κατόπιν περισσότερον...
Κατεβάζω τ' αφτιά
(1950)
Η φράσις σημαίνει αναγνωρίζων το σφάλμα μου ή δι' άλλον λόγον ταπεινούμαι,καταισχύνομαι εκ μεταφοράς των σκύλλων,οι οποίοι σαίνοντες προ των κυρίων και δεικνύοντες ταπείνωσιν κατεβάζουν τ' αφτιά. Πβ. Ιστορικόν Λεξικόν λήμμα αφτί Αρ. 1....
Τον αφίνω μάρμαρο
(1950)
Ερμηνεία: Η λέξις μάρμαρο σημαίνει μεταφορικώς τον ακίνητον ή άφωνον εκ καταπλήξεως και τρόμου. Όθεν τον αφίνω μάρμαρο αντί σαν μάρμαρο= τον εγκαταλείπω ξαφνικά, ώστε να μείνη εκστατικός...
Ασ σο μέγαν το ποτάμ' επαρ' νερόν
(1929)
Από το μεγάλο ποτάμι πάρε νερό...
Προτιμότερον να ζητήση κανείς ο,τιδήποτε από πλούσιον παρά από από πτωχόν, διότι ο δεύτερος ημπορεί να μετανοήση ή και να νομίση ότι έκαμε μεγάλην ευεργεσίαν...
Προτιμότερον να ζητήση κανείς ο,τιδήποτε από πλούσιον παρά από από πτωχόν, διότι ο δεύτερος ημπορεί να μετανοήση ή και να νομίση ότι έκαμε μεγάλην ευεργεσίαν...