Αναζήτηση
Αποτελέσματα 581-590 από 698
Τ' ακριβό το πράμα η τιμή του μέσα ένι
(1931)
Ο αγοράζων πράγμα καλόν και δια τούτο ακριβόν δεν μετανοεί, διότι η μακρά διάρκειά του ισοδυναμεί προς την παρά του πωλητού επιστροφήν της αξίας....
Όπου κι αν πάη μαύρα ωβγά ωβγάζει
(1931)
Μαύρα αβγά γεννά...
Επί του πανταχού κακοήθους ή ανικάνου αναδεικνυομένου...
Παραλλαγή: “ Όπου πάει μαύρα ωβά ευτάει” (κάνει)...
Πβ. 652 και 669...
Επί του πανταχού κακοήθους ή ανικάνου αναδεικνυομένου...
Παραλλαγή: “ Όπου πάει μαύρα ωβά ευτάει” (κάνει)...
Πβ. 652 και 669...
Τα κουφάλα πα έχ' νε ωτία
(1931)
Και οι θάμνοι έχουν αφτιά...
Επί της επιτηδειότητος των ωτακουστών εις το να μάθουν ξένον μυστικόν....
Επί της επιτηδειότητος των ωτακουστών εις το να μάθουν ξένον μυστικόν....
Το γλήγορο αρνί βυζαίνει τη μάννα του κι άλλη μια ακόμη
(1931)
Επί του πολλαχόθεν ωφελουμένου ως δραστηρίου και ταχέως συντελλούντος τα έργα του...
Το αίμαν νερόν 'κι γίνεται
(1931)
Ερμηνεία: δε γίνεται, τραπ. Χαλδ. Αι μεταξύ συγγενών δυσααρέσκειαι είναι προσωριναί και δεν προξενούν την οριστικήν διακοπήν των σχέσεων. Παραλλαγαί: “καμμίαν νερόν κι γίνεται” Σαντ. “Το γαίμαν νερόν 'κι γίν' ται” Κερ. “Το αίμα νερό 'κ 'ινεται” Ινεπ....
Τη σκύλλ' το δίκαιον πα δίκαιον εν'
(1931)
Και του σκύλλου το δίκαιο είναι δίκαιο...
Εις πάντα πρέπει ν' αποδίδεται το προσήκον δίκαιον...
Εις πάντα πρέπει ν' αποδίδεται το προσήκον δίκαιον...
Κι θέλω να φιλώ σε κ' ερωτώ σε, το μάγλο σ' μέρκαινα εν;
(1918)
Δεν θέλω να σε φιλώ και σε ερωτώ που κοντά ακριβώς (μέρκαινα) είναι το μάγουλό σου...
Μένω με τη γλύκα
(1950)
Η φράσις λεγομένη και πληρέστερα μένω με τη γλύκα 'ς το στόμα σημαίνει δοκιμάζω απογοήτευσιν δια την διάψευσιν ελπίδος. Η μεταφορά από άνθρωπον, όστις δοκιμάζει έδεσμα γλυκύ βέβαιος, ότι κατόπιν θα φάγη από αυτό, αίσθημα ή όστις βλέπων έδεσμα...
Καταπίνω τη γλώσσα μου
(1950)
Η φράσις δηλοί αναγκάζομαι να σιωπήσω καταλαμβανόμενος από αμηχανίαν εις τας σκέψεις μου. Δηλαδή καταπίνω τρόπον τινά την γλώσσαν μου και μη έχων όργανον ομιλίας σιωπώ. Η παρακελευσματική φράσις κατάπιε τη γλώσσα σου σημαίνει, ευφημεί, μη λέγης...
Σαράντα μαμμήδες να 'ρτουνε, που γεννά θωρεί την ανάγκη
(1929)
Επί του ευρισκομένου εν κρισίμω στιγμή και πάσαν βοήθειαν θεωρούντος ανεπαρκή...