• Ελληνικά
    • English
  • Ελληνικά 
    • Ελληνικά
    • English
  • Σύνδεση
Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη) 
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.

Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη) "Παράδοση Θ"

  • 0-9
  • A
  • B
  • C
  • D
  • E
  • F
  • G
  • H
  • I
  • J
  • K
  • L
  • M
  • N
  • O
  • P
  • Q
  • R
  • S
  • T
  • U
  • V
  • W
  • X
  • Y
  • Z
  • Α
  • Β
  • Γ
  • Δ
  • Ε
  • Ζ
  • Η
  • Θ
  • Ι
  • Κ
  • Λ
  • Μ
  • Ν
  • Ξ
  • Ο
  • Π
  • Ρ
  • Σ
  • Τ
  • Υ
  • Φ
  • Χ
  • Ψ
  • Ω

Ταξινόμηση κατά:

Σειρά:

Αποτελέσματα:

Αποτελέσματα 101-120 από 188

  • κείμενο
  • χρόνος καταγραφής
  • ημερομηνία υποβολής
  • αύξουσα
  • φθίνουσα
  • 5
  • 10
  • 20
  • 40
  • 60
  • 80
  • 100
  • Ο Χριστός είχε πρωτοπάει να κρυφτή στην αίγα, αλλά εκείνη εσήκωσε το ράδι της (=ουρά της) και δεν τον έκρυψε. Την καταράστηκε να έχη πάντα το ράδι πάνω. 

    Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1962)
  • Η λέπρα του Χριστού

    Ο Χριστός είχενε μια φορά λέπρα κ’ επήγενε σ’ ένα σπίτι και τον εδέχτησανε αλλά τον ελυπήθησαν και του λένε: τι αρρώστεια είν’ αυτή που την έχεις: δεν έχει γιατρικό να γιατρευτής: Έχει, λέει, αλλά είναι πολύ βαρύ, είναι πολύ σοβαρό. Πέρ μας το, κ’ εμείς θα το ‘βρωμενε. Άμα, μάςε πήρ, λέει, θα το κάμωμενε. Αυτό είναι, να ‘χη ένα αdρόϋνο και να ‘χουν ένα παιδί ν’ ανάψουν το φούρνο και να το ρίξουνε...
    

    Ήμελλος, Στέφανος Δ. (1959)
  • Ο Χριστός και ο Τεμπέλης

    Ο Χριστός εκεί που έκανε περιοδεία, επέρασε από ένα μέρος και βρήκε ένα τεμπέλη. Λέει του: «Παιδάκι μου σήκω να να μου δείξης ποιος δρόμος πάει για την τάδε πολιτεία». Λέει το παιδί: «Δεν μπορώ να σηκωθώ, φύγε από κοντά μου.» Από την τεμπελιά του «εσήκωσε το πόδι του και του έδειξε το δρόμο». Οι μαθηταί του εθύμωσαν και είπαν στο Χριστό να τον καταραστή. Λέει ο Χριστός «Δεν έχετε δίκαιο, γιατί κι...
    

    Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1961)
  • Ιστορία για τα πρόβατα και τις αγελάδες

    Ο Χριστός επέρασε ένα μεσημέρι από ένα γελαδάρη και του είπε να πάη να του φέρη νερό. Αυτός αρνήθηκε διότι δεν είχε που ν’ αφήση τα ζώα. Επήγε πιο κάτω κ’ ευρήκε ένα τσοπάνο που είχε πρόβατα. Είπε σ’ αυτόν να πάη να του φέρη νερό. Αυτός είπε: «Θα πάω, αλλά δεν έχω ποιος να μου φυλάη τα πρόβατα». Έμεινε ο Χριστός να τα φυλάη. Έβγαλε το καπέλο του και κάτω από την σκιά του μαζεύτηκαν τα πρόβατα. Ευλόγησε...
    

    Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1961)
  • Χριστός

    Ο Χριστός όταν τον εκυνηγούσαν οι Οβραιοί να τον πιάσουν εκρύφτηκε στον απήγανο. Τα τρία κουκκάκια που έχει κάθε κλωνάρι του τα κάνουνε φυλακτό.
    

    Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1963)
  • Χριστός

    Ο Χριστός όταν τον εκυνηγούσαν οι Οβραιοί να τον πιάσουν εκρύφτηκε στον απήγανο. Τα τρία κουκκάκια που έχει κάθε κλωνάρι του τα κάνουνε φυλακτό.
    

    Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1963)
  • Ο Χριστός περπάταε δω στον κόσμο. Κίνησ’ από το ιένα το χωριό, να πάη στο άλλο. Στο δρόμο απ’ πάαινε ηύρε το γελαδάρ’. Τα γιλάδια τότες δεν έφευγαν, να τα πιάν’ η μύγα να φεύγ’νε, σταλιάζανι. Τ’ λέει ο Χριστός: Καλημέρα. Αυτός καθόνταν ξαπλωμένος χωρίς κόπους, τρεχάματα. Ούτε σκώθηκε να σεβαστή. Καλημέρα μόνο είπι. Λέει ο Χριστός. Νερό είνι δω κουντά πουθενά; Εα που είνι, λέει κι έδειξε μι το πουδάρ’.... 

    Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1959)
  • Ο Χριστός πήγαινε από ένα χωριό σε άλλο. Δεν ήξερε το δρόμο. Εκεί που πήγαινε εύρηκε ένα βλαχόπουλο (παιδάκι) στο δρόμο ξαπλωμένο. Από την τεμπελιά του το παιδί εβγαίνανε μύγες απ’ το στόμα του. Δίπλα καθότανε ένα κοριτσάκι ίσαμε 10 χρονών και του λέει ο Χριστός του παιδιού. «Πούθε πηγαίνει ο δρόμος για το Σπαρτοχώρι, να πούμε. Εκείνο έδειξε με το πόδι του και του λέει: «για» (από κει). Το κοριτσάκι... 

    Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1958)
  • Ο Χριστός πή’ε ‘ά κρυφτή πίσω αφ’ την νουρά της κατσίκας άμα τον κυνηούσαν οι Οβραίοι κ(αι) εκείνη εσήκωσε την νουρά της και ο Χριστός την καταράστηκ’ είναι πάντοτε με σηκωμένη την νουρά. 

    Παπαμιχαήλ, Άννα Ι. (1964)
  • Ο Χριστός τον καιρό που τον κυνηγούσανε οι Οβραίοι εκεί που περνούσε βρίσκει τα πρόβατα, τους λέει: - Έχετε κανένα μέρος, βρε πρόβατα να με κρύψετε; Και του λεν τα πρόβατα – Θα σε κρύψωμε μέσα στο μαλλί μας. Και τον έκρυψαν το Χριστό τα πρόβατα και τα ΄χει από τότε ευλογημένα. Πέρασε παρέκει. Βρίσκει τα γίδια. Τους λέει: μπορείτε να με κρύψετε πουθενά τους λέει Αυτός ο Χριστός – Τι να σε κρύψωμε,... 

    Οικονομίδης, Δημήτριος Β. (1958)
  • Ο Χριστός, λέει, είπενε: όλοι τσι κακοί αθρώποι να μη τσι κάνετε παρέα. Λέει, που θα τσι γνωρίζωμενε; Λέει, όλοι τσι κακοί τσ’ έχω σημειωμένοι, σημαδεμένοι. 

    Ήμελλος, Στέφανος Δ. (1959)
  • Τα μαλλάκια τση Παναγίας

    «Όdεν εσταυρώσα dο Χριστό, ήπηρεν η μάννα dον τα όρη των ορίω. Στη στράτα εξέμπλεκε τα μαλλιά τζη και τα μάδειε. Από στότες επομείνασιν απάνω σε κάτι κοκκινωπά πλαδάκια, που τα λέσι «μαλλιά τση Παναγίας».
    

    Οικονομίδης, Δημήτριος (1934)
  • Το μωρό του αρχιληστή κι ο Χριστός

    Όντον ήθελα σφάξει ο Ηρώδης το Χριστό ήπηρε πούρι ο Ιωσήφ τη Μαρία και το παιδί τζης να πάνε στην Αίγυπτο. Στο δρόμο που πηγαίνανε νυχθιαστήκανε. Ίντα να γενούνε δα, απού δεν εκατέχανε και το δρόμο; Να πάνε ομπρός, δεν εμπορούσανε, να κάτσουνε εκειά που νυχθιαστήκανε εφοβούντανε . Θωρούνε ένα φως εκειά πάρα πέρα και λένε: «Ας πάμε εκεί που φαίνεται κειόνε το φως κι ο Θεός βοηθός.» Πάνε και χτυπούνε...
    

    Λιουδάκη, Μαρία (1938)
  • Παράδοση σχετική με τη σταύρωση

    Όση λύπη και νάχη ο άντρωπος, θάρθη στιμή που θα γελάση, γιατί και της Παναΐτσας τ’ αχείλι εγέλασε και ακρουμάσου να ιδής: όταν σταυρώσανε το Χριστό, σούμενα πετούμενα επήγανε ναν τη παρηγορήσουνε την Παναΐτσα πήγε κ η χελώνα με το παιδί της ντούκου ντούκου ναν την παρηγορήση. Τη νια μεριά όμως την κλώτσαγε ο ένας, την άλλη ο άλλος και δεν μπόρηγε να κοντοζυγώση την Παναΐτσα «Ήλιε μου και ζαφειράκι...
    

    Τσάκωνα, Μαγδαληνή Κ. (1944)
  • Μαγικές Ιδιότητες τ' Απήγανου

    Όταν βαστά κανείς σπόρο απήγανο απάνω του, δεν τον πιάνει μάτι. Τον απήγανο τον φοβούνται και οι δαιμόνοι. Ο απήγανος είναι θάμνος μικρός, που έχει δυσαρεστη και δυνατή μυρωδιά και φυτρώνει ιδίως στους γκρεμνούς. Του αποδίδουν μαγικές ιδιότητες. Στον απήγανο κρεμάστηκε ο Ιούδας, λένε).
    

    Συμινελάκη, Μαρία; Λιναρδάκη, Ελευθερία (1947)
  • Ο Χριστός και ο τσομπάν'ς

    Όταν γεννηθ’κε ο Χριστός στ’ μαγιαδούρα, είχε πέσ’ χιόν’ και τρεμόνταν. Πήγε λοιπόν ο Ιωσήφ σε κατ’ τσομπάνηδες πιο κει να θερμαστεί κ’ είχαν σ’ ένα σπίτ’ δυο σκυλιά για φύλαξ’. Αλλά ούτε γαύλιζαν τα σκυλιά, ούτε δαγκώναν, παρά έσκυψαν μόλ’ς μπήκε. Πάει, που λες, στ’ φωτιά και με τα χέρια τ’ τνε πήρε, για να πάει να ζεστάν’ το Χριστό και δεν καιγόνταν. Ο τσομπάν’ς ξύπνησε λέει, «Ποιος είναι; Τι;»....
    

    Φλωράκης, Αλέκος Ε. (1971)
  • Η Αγία Καλή

    Όταν είχαν σταυρώσ’ το Χριστό, πήγαιν’ η Παναΐα με τ’ς μαθητάς κ’ ήτρωγε. Και πέρασ’ η Αγία Καλή και λέει: «Για δε, σταυρώσαν το γιο τ’ς και τρώει». Τ’ν εκατηγόρησε. Λέει, «Ωχ Αγία Καλή, μ’ ήκαψες με τ’ gουβέντα που ‘πες. Ω Αγιά Καλή κι ευλογημέν’ να ‘σαι όμως πάντα σκοτεινή κι αραχνιασμέν’ και να μη βρεθεί ποτέ ιερεύς να σε λειτουργήσ’». Κ’ είναι κάπου αυτή η εκκλησία, αλλά είναι σκοτεινά και γεμάτ’...
    

    Φλωράκης, Αλέκος Ε. (1971)
  • Όταν η Μαρία γέννησε το Χριστό ήταν ολομόναχη, επειδή κατάλαβε τον τοκετό της και έστειλε τον Ιωσήφ να πάη να μαζέψη ξύλα για να κάνουν φωτιά. 

    Θεοδώρου, Σάββας (1951)
  • Η Αγία Καλή

    Όταν η Παναΐα ήκλαιγε το Χριστό, τ’ς είπε κείνος να κάν’ ένα τραπέζ’ για τ’ς πικραμέν’. Και πέρασ’ απ’ το τραπέζ’ η γιαγιά τ’ς Παναΐας η Αγιά Καλή και λέει: Ποιος είδε γιο εις το σταυρό και μάνα στο τραπέζι. Γι’ αυτό τ΄ς ήδωσε τα’ gατάρα τ΄ς η Παναΐα να μη λειτουργηθεί ποτέ. Αυτή η Αγία Καλή είν’ η Καλλιόπ’ που λέμε, αλλά δεν έχ’ εκκλησία. Ενώ υπάρχ’ τ’ όνομα δεν έχ’ εκκλησία.
    

    Φλωράκης, Αλέκος Ε. (1971)
  • Η σταύρωσις του Χριστού

    Όταν ήταν να σταυρώσουν το Χριστό δεν μπορούσαν οι Οβριοί να βρουν σιδεράδες για να κάνουν τα περόνια. Γύρισαν όλα τα σιδεράδικα, αλλά κανένας δε δέχτηκε. Βρέθηκε μόνο ένας παλιόγυφτος και για τα χρήματα δέχτηκε κι έκανε τρία περόνια και μ’ αυτά σταύρωσαν τον Χριστό. Ο Χριστός καταράστηκε τη γενιά τους, γι’ αυτό, από τότε δεν βλέπουν προκοπή και χαΐρι. Γυρίζουν οι παλιόγυφτοι και δεν στεργιώνουν σε...
    

    Ιωαννίδης, Κωνσταντίνος Θ. (1963)
  • «
  • »

Πλοήγηση

Όλο το ΑποθετήριοΑρχείο & ΣυλλογέςΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμεναΑυτό το ΑρχείοΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμενα

Ο λογαριασμός μου

Σύνδεση
Επικοινωνήστε μαζί μας | Αποστολή σχολίων
Κέντρον Λαογραφίας E-Mail: keel@academyofathens.gr
Δημιουργία/Σχεδιασμός ELiDOC
Λογισμικό DSpace Copyright © 2015  Duraspace


Το Έργο «Εθνικό δίκτυο ψηφιακής τεκμηρίωσης της άυλης και υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς» στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ψηφιακή Σύγκλιση» του ΕΣΠΑ 2007-2013, συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από εθνικούς πόρους.