Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Λουκάτος, Δημήτριος Σ."
-
Ρέμπελο τάγμα ή Ρέμπελο ασκέρι
Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1939)Για τους λόχους ή τις διμοιρίες που πάνε άτακτα και κατά μπουλούκια -
Ρο – ρο, για τσ΄παράδες, για τ' αυγό!
Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1940)Ερμηνεία: Όταν δηλώνουμε πως θέλουμε οπωσδήποτε αμοιβή (από παιδικό ασμάτιο, από κάλαντα) -
Ρόκκα μου κατέβαζε άδραχτή μου γύριζε, πέντε μήνες, πέντε αδράχτια πότε τα 'γνεσα η κουράφτρα
Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1958) -
Ρτϊαίνει το νερό πανουφόρου
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Βάνει το νερό να πάει στον ανήφορο -
Ρώταε που θα πάς, και τήραε που θα κάτσης
Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1952) -
Ρώτησαν dο μερμήντζι. Το κοτσί του κουβαλαίν' ατσομbοίο βαρύ ένι; Τσ' είπεν dι: Μο το 'μον do ζυ' έν' εβδομηνdαπέντε λίτρε
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Ρώτησαν το μυρμήγγι: Ο σπόρος που κουβαλείς πόσο βαρύς είναι; Κι' είπε: Με το δικό μου το ζύγι είναι εβδομηνταπέντε λίτρες. -
Ρώτσαν dο καμήλι, είπαν 'dι: Ο φσόνdυός σου σοτίπως εν' στραό; Τσ' είπεν 'dι το καμήλι: Τα ποίο μου μερά εν' ορτό να νάνι τσ' ο φσόνdυό μου ορτό;
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Ρώτησαν την καμήλα και της είπαν: Ο σβέρκος σου γιατί είναι στραβός; Κι είπε η καμήλα: Ποιό μέρος μου είναι ίσιο, για να είναι ίσιος κι ο σβέρκος μου; -
Σ ζ' μάνας μου το μουνί σοτρά μέλ' ό,τι έρτσεται, τσαλdεί α λαχτύλ'
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Από της μάνας μου το μουνί τρέχει μέλι, όποιος έρχεται, βάζει ένα δάχτυλο -
Σ τ' αν bρόβατο δύο δέρματα τζο βgαίνουν.
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Από ένα πρόβατο δυό δέρματα δε βγαίνουν -
Σ τα 'φτάλμε ξείλτσε μακρά, 'ς την gαρdία πάλι μακρά ξείλτσε
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Από τα μάτια έπεσε μακριά, από την καρδιά το ίδιο μακριά έπεσε -
Σ τα μαχτσούμε τσαί ς' το δομμένο μαθαίν' dο ληθώτικο
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Από τα παιδιά κι από τον τρελό μαθαίνεις την αλήθεια -
Σ τη μα σου στο στάβgο μη μbαίνεις
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Από τη μάνα σου μπροστά στο στάβλο μη μπαίνεις -
Σ την bείνα γόνατα τζο κρούω
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Από την πείνα γόνατα δε στερεώνω -
Σ τόϊναν dο μέρο ο Θιός να σε κουάψει, 'ς τε τ' άβου το μέρο 'α σε γϊάσει
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Από το 'να μέρος ο Θεός αν σε κάμει να κλάψεις, από τ' άλλο το μέρος θα σε κάμει να γελάσεις -
Σ τόϊναν dο ξύο βgαίνει τσαί καό, βgαίνει τσαί κάμι
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Από το ίδιο δέντρο βγαίνει και καλό ξύλο, βγαίνει και κακό. Όταν από τον ίδιο πατέρα έβγαιναν διαφορειτκά παιδιά. Ποντ. Α. Π. αρ. 259 : Ας τ΄ έναν ξύλον ιφτάρ΄ πάλ΄ εβγαίν΄ και σταυτόν παλ΄ εβγαίν΄ -
Σ τον gόσμο πήρα το χαβασιλϊέχι μου, για, ισάνι είμαι, πάλι ομdϊέζω
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Από τον κόσμο πήρα τις χαρές μου, όμως, άνθρωπος είμαι, πάλι θέλω. Ο άνθρωπος, όσο κι αν γλεντήσει, όσο κι άν χαρεί τον κόσμο, ποτέ δε χορταίνει. Τόλεγαν οι γέροι -
Σ του Βαρασού το κοπέκι – Από του Βαρασού τον αφαλό
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Για έναν που ήταν γεννημένος και μεγαλωμένος μέσα στα Φάρασα