Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Λουκάτος, Δημήτριος Σ."
-
Ε! ζαβέ, ινταβέλη κάτσε κάτω, μη σε μέλη
Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1957) -
Έvι αvdί Καβάρη κάτσι
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Είναι σαν του Καβάρη το βράχο -
Έβgαλαν dα 'ς το πισσάρι, βούτσαν dα σο χατράνι
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Τον έβγαλαν από την πίσσα και τον βούτηξαν στο κατράμι -
Έβgαλές τα σως το γουργούρι μου
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Μου τάβγαλες ως τον καταπιώνα μου! Όταν ο άλλος σε στενοχωρούσε κι ήσουν έτοιμος να τον βρίσεις. Δείχνοντας με το χέρι το λαιμό, τόλεγαν κι έτσι: Έβgαλες τα σωζ αδά. Αντί γουργούρι έλεγαν και γαργαράς(=λάρυγγας): έβgαλες ... -
Έβgης αρά 'ς τον gω μου τσαι 'υρεύ' να με μάθεις πλέψιμα
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Βγήκες τώρα δα από τον κώλο μου και γυρεύεις να με μάθεις κολύμπι -
Έβγα κυρά και πεθερά, να προσδεχτής τη νύφη, τη δεντρογαλιά στο σπίτι σ'
Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1958) -
Έβγη σου χωματού το πρόσωπο
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Βγήκε στην επιφάνεια της γης. Τόλεγαν γι' ανρθώπους που ήταν χαμένοι και φαναρώθηκαν ή ήταν φτωχοί και νοικοκυρεύτηκαν -
Έγινα το περγέλιο του κόσμου
Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1940) -
Έγινε και των σκυλιών ρεζίλι
Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1956) -
Έγινε Ποσειδόνας
Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1939)Δηλαδή καθαρίζει τ' αποχωρητήρια του Συντάγματος. Επειδή το μακρύ ξύλο καθαρισμού το λένε “τρίαινα” -
Έδιν' ο παπάς του γιού του, μα 'στέρα 'χασε το νου του
Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1952) -
Έζ Νικόας εν dου σειμωνού η μέση
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Ο Άι-Νικόλας είναι του χειμώνα η μέση -
Έθακα το νερό σην ασότη
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Έβαλα το νερό στ' αυλάκι -
Έκαμα ηγούμενος, έκαμα και κελλάρης
Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1956)