Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Λουκάτος, Δημήτριος Σ."
-
Σ του Βαρασού το χώμα τσολμέκι τζο βγαίνει τσαί να βγει, 'α τσακωθεί
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Από του Βαρασού το χώμα σταμνί δε βγαίνει και να βγει, τα τσακιστεί. Οι Φαρασιώτες που ξεκίνησαν να φτιάσουν κάτι στη ζωή τους, δεν το κατάφεραν -
Σ τού Βαρασού το χώμα τζουτζί τζο 'ίνεται – Από του Βαρασού βάζο δε γίνεται
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Το φαρασιώτικο χώμα δεν έκανε γι' αγγειοπλαστική. Τη φράση την έλεγαν αλληγορικά, επειδή δε βγήκε ποτέ από το χωριό ένας άξιος άνθρωπος, άρχοντας ή επιστήμονας, που να κάνει καλό στον τόπο. Ο μόνος, λέει, που θυμούνται ή ... -
Σ' αν bαπούτσι δυό ποράδε τζο χωρούνε
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Σ' ένα παπούτσι δυό ποδάρια δε χωρούνε -
Σ' αν bελέτσι αν 'άβι
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Σ' ένα τσεκούρι μια λαβή -
Σ' έφαε το σκοτάδι
Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1958) -
Σ' έχει ο κόσμος θέατρο!
Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1957) -
Σ' καζβάρας τ' άσπρα εν' bουά, γιόχτσα τα μαύρα;
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Ερμηνεία: Της κουρούνας τ΄άσπρα (φτερά) είναι πιο πολλά ή τα μαύρα; -
Σ' τον νόμο θάλι 'ξείλτ'σε;
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Από κλαδί λιθάρι έπεσε; Το έλεγαν ειρωνικά σε κείνους που ανησυχούσαν γι ατειποτένια. Έλεγαν και 'ς ουρανό θαλί κρεμίστη; - Λεβ. 154 -
Σ' του Απριλιού τις δώδεκα, πέφτ' ο τσεμbρές
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Από τ΄Απριλιού τις δώδεκα πέφτει ο τσεμπρές -
Σ' του αυτενού του την άκρα, το στσυλλίν dου τζο κρούν dα
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Εξ αιτίας τ' αφεντικού του, το σκυλί δεν το χτυπάνε. Πόντ.Α.Π.Αρ. 121: “Αν κ' εν της κάτας το χατίρ' ας εν τη σααπή ατ'ς. Λεβ.236 -
Σ' του βίνεψες θαλέ, πόνεσες το βροσόν' σου;
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Από τις πέτρες που έριξες, πόνεσες το μπράτσο σου; Ειρωνικά, σε κείνους που χωρίς να κάμουν τίποτα έλεγαν πως κουράστηκαν -
Σ' Τσερετσής όϋπνος σως το μισημέρι βgαίνει
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Της Κυριακής ο ύπνος τ' όνειρο ως το μεσημέρι ξεδιαλύνει -
Σ' τσου είκοσι τριαντάφυλλο και σ' τσου τριάντα ρόδο, και σ' τσού σαράντα χλιό νέρο, και σ' τσου πενήντα μπόρα
Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1952)Για την ηλικία της γυναίκας -
Σ'μα στου ξιρό, καίει κι του χλωρό
Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1938) -
Σ΄ τσ΄ γυναίκας το κτήμα να δ΄λεύ΄ς μόνο το Σάββατο το βράδ΄
Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1940) -
Σ΄ τσού είκοσι μυαλό, σ΄ τσου τριάντα βιό και σ΄ τσου σαράντα γυναίκα· ειδ΄ αλλιώς είτε βίος, είτε μυαλό, είτε γυναίκα
Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1952)Αν κανείς ως είκοσι χρονών δε δείξη μυαλό, ως τριάντα δεν κερδίζη το ψωμί του, κι΄ ως σαράντα δεν παντρευτή, ας μην έχη ελπίδες γι΄ αργότερα. είτε=ούτε -
Σα 'μαν dα ποράδε 'μbρο, συ τζο πορείς να βgείς
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Στα δικά μου ποδάρια μπροστά, συ δε μπορείς να βγείς -
Σα δε γελάσ'ς ταχτέρ' μηδ' αργά
Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1940)