Toggle navigation
Ελληνικά
English
English
Ελληνικά
English
Login
Toggle navigation
Recent submissions
Homepage
Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
Παραδόσεις
Recent submissions
Homepage
Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
Παραδόσεις
Recent submissions
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
Παραδόσεις: Recent submissions
Now showing items 3101-3120 of 6798
Ήσκιος=νόσος αιγοπροβάτων, ενδισομένη εις βασκανίαν ''τα πλάκωσε ήσκιος, θα ψοφήσουνε''. -ότεν τα βαρέση, φαλινονται σαν μια φλόγα μέσα στο κοπάδι, με μια ανάβει κ σβήνει. Τότε αλλάζουμε γρέκα΄΄ γώρισμα μεγαλώνει η σπλήνα.
Σαλβάνος, Γεράσιμος
(
1925
)
Ερχόdας πίσω στη σκάλα, 11-12 η ώρα τη νύχτα, στο Ζητ'νιάτ'κο γιοφύρι βγαίν μια γάτα. Το άλογο πάγαινε, η γάτα καταπόδι. Το άλογο γίν'κε μούσκεμα στον ίδρω. Ώσπου φτάσαμε σε μια τοποθεσία και χάθ'κι η γάτα.
Λουκάτος, Δημήτριος Σ.
(
1940
)
Ήτουν ένας βασιλέας τα’όνομα του Αλέξανδρος και είχε μιανα αδελφή. Άτος ήρτε ώρα για να ποίου μεγάλο πόλεμο και συλλογισκουντουνε ανίους ‘ς σομ πόλεμο σκοτούται τι να ποίος και να μη πεθάνη. Δήβε του κόσμου τα τέσσερα μερέος γύρισε. Αύρε ένα σουσέ γεμάτο αθάνατο νερό, πήρεν το και δήβε ‘ς σο σπίτι του και είπε την αδελφή του : ‘’Άτο σήκεν το και το γυρεύω σε την ώρα να μου το δώσης ‘’Καλό’’ είπεν...
Παπανανιάδης, Ελευθέριος
(
1921
)
Φόνισσα (η). Λίμνη με απεξηραμμένες παρά την θάλασσαν πλεσία της Λάρνακας. Η παράδοση αναφέρει ότι πολλοί επνίγηκαν ζητήσαντες να αγρεύσουν θηράματα άτινα έπεσαν εντός της λίμνης, η οποία έχει ''αμμάτιν'', δηλαδή οπήν διεξάγουσα προς την θάλασσαν και ελκυούσαν προς εαυτήν τους τυχόν προσεγγίζατος το μέρος τούτο της λίμνης.
Άγνωστος συλλογέας
Κατ'άλλην παράδοσιν η βασιλοπούλα απέστεργε τον έρωτα του Φράγκου και εκ κατάρας τούτου ή και των γονέων της (διότι η παράδοσις δεν είναι σαφής) έγινε Γοργόνα. Η βασιλοπούλλα της Τελέντου έν ηστέρζ'ετο να μπή σε κόσμο και να πάρη άντραν της το βασιλιόπουλλο του Καστελλιού. Κ'ύστερα ηκαταράστηκεν της. <Άμε κόρη μου, και να ενής Γοργόνα και να βουλλάς 'ς τη θάλασσα>. Λε <Θα ένω θέλω,μα θα τρώω τους...
Πολίτης, Ν. Γ.
η Γοργόνα=πλεονέκτης γυνή. (Χώρα).
Βογιατζίδης, Ι. Κ.
(
1929
)
Παραλλαγές του θρύλου
Βορειο-δυτικά της Τελέντου, λίγο ανοιχτά, πλέει, σαν ένα κεφάλι, ένας εξώμωλος. Τότε λένε Φράγκο και ποιος ξέρει, αν δεν έχει σχέση με την εξής παραλλαγή : Η Βασιλοπούλα (δ)εν ηθέλε το Βασιλόπουλλο. Τον Φράγκο, κι ήστερξε να το πάρει με το στέσημα (στοίχημα) : αν μπορούσε να (γ)εμίσει τηθ θάλασσ’ α-μ-πό φώτα. Κείνος ημάξεψεν ασποίλλους (ασφοδέλους κ ‘ι’ ήκαμεν τους σωρούς-σωρούς εμμάgια (δεμάτια)...
Ζερβός, Ιωάννης
(
1958
)
Βεργόνα = Γοργόνα, Γοργώ: βάσκαις
Χαβιαράς, Δημοσθένης
(
1920
)
Βουδίτσα
Τα γελαδικά και τ'άλλα ζευγάρια της Παλιοκαριάς, ύστερ' απο τη δουλειά, βοσκούσανε σε ωρισμένο παχύ λειβαδοτόπι. Μια μέρα όμως τα βώδια τάπιασε η μύγα και αφηνιασμένα τρέχανε δώθε κείθε, μουγκρίζοντας. Λένε πως στην αγέλη, εμφανίστηκε μαυροντυμένος ο τρισκατάρατος κρατώντας αξίνα με πολλά μυτερά καρφιά στην κορφή της και σούφλιζε τα βώδια. Οι κάτοικοι για να ησυχάσουν τα βώδια, τρέξανε και φέρανε...
Χατζηγάκης, Αλέξανδρος Κ.
(
1948
)
Μια βολά το σμειρδάκι (ζούδι σαν κατσούλι, το οποίο λαβώνει τα πράματα (πρόβατα, γίδια)την νύχτα και ψοφάνε αμέσως, γίνεται δε από αβάπτιστα θανόντα βρέφη) λάβωνε τα Ζουραφέικα σφαχτά και ψοφάγανε. Τα ηφέρανε στο χωριό, τα περάσανε στο ρέμα (ποτάμι διαρρέον το χωριό) και τα πήγανε στο προσκηνημένο τον Άη-Δημήτρη, μεγάλ’η χάρη του. (ενοριακός ναός του χωρίου). Τα λιβάνισε και τα διάβασε ο παπάς, τους...
Κοπανάς, Αναστάσιος
(
1962
)
Κάποτε πότε άξαφνα, είναι καταξαστεριά και ντίπ ολότελα αέρας δεν φυσάει, παρουσιάζεται στα γίδια μας ή στα πρόβατά μας ένα ξωτικό πράμα, σαν ίσκιος-σαν ένα μικρό κατάμαυρο σύννεφο και διαβαίνει γλήγορα από πάνω τους. Τα πλάκωσε ο ίσκιος, όπως λέμε ημείς οι τσοπάνηδες. Άλλοτε πάλι το ξωτικό παρουσιάζεται σαν ζαγάρι και άλλοτε σαν τραί. Εδώ και λίγες μέρες παρουσιάστηκε στα γίδια μας σαν τραί. Η φάτσα...
Σταυρόπουλος, Κωνσταντίνος
(
1953
)
Καμμιά φορά ο τζομπάνος όπως βοσκάει τα πρόβατά τυχαίνει να κοσεύουν (τρέχουν) χωρίς να μπορή να τα μάσ'. Τα πήρε λέει ο σατανάς στα ποδάρια, τα καβάλλ'σε ο σατανάς τα γίδια και τα πριτσαλάει ο σειτάνης, τα πρόβατα τα μαρκαλάει. Βρίζ' ο τζομπάνος για να φύγη ο σειτάνης. Τα πήρ'ο σειτάνης σήμερα στα ποδάρια και δε μπορώ να τα συμμάσω πουθ'νά. Τα 'φαε ο σειτάνης.
Οικονομίδης, Δημήτριος Β.
(
1959
)
Τρίτη παράδοσις, συγγενεστέρα προς την μεσαιωνικήν, αναφέρει βιασμόν της νεκράς βασιλοπούλας υπο του αποκρουσθέντος εραστού αυτής και την εκ της βδελυράς πράξεως γέννησιν της Γοργόνας. Η παράδοσις αύτη μνημονεύει και τα έν τη θαλάσση ανημμένα κηρία, ως τέχνασμα του εραστού και όχι ως μαντικόν τρόπον, καθώς η πρώτη. Η βασιλοπούλλα της Τελέντου εν ήθελε το βασιλιόπουλλο του Καστελλιού, κ’ήστερξε να...
Πολίτης, Ν. Γ.
Η Γοργόνα ήτον αντρωμένη (αντρειωμενη), (δ)εν είσεν ιταιρόν της (ταίρι της) τα καράβζια στα παννιά και κείνη τα σταματούσε με το άπλωμα των σ’σεριών της (χεριών) κι αρσινούσε (άρχιζε) το τρα(γ)ούιν που λώλλαινε. Κι ο καπετάνος ορμούσε να την ψάσει που τα μαλλιά, που τον ανέπλεκα και ξαπλωτά στηθ θάλλασα, κι ήπνί(γ)ετο. Η Γοργόνα ήτον που τημ μέσην και κάτω ψάρι κι όσοι περνούσαν ανάμεσα Τέλεντος και...
Ζερβός, Ιωάννης
(
1958
)
Άμα πρωτοβάου dα ζά στη μάdρα για να τα’αρμέξοννε ετότες βάζουνε δύο μαχαίρια μαυρομάνικα στο σταύρωμα και περνούν τα ζά από πάνω. Αυτό γίνεται για το μάτι, γλωσσοτρωιά και για κάθε κακό. Για να τωνε περάση η σπλήνα πρέπει να τα μετασηκώσης από ‘κει που τα κόβγει η σπλήνα σε άλλο τόπο να τρώνε άλλα κλαδιά και να πίνουνε άλλο νερό που δεν είναι μολυμένα(μολυσμένα). Άμα τα μετασσηκώνωμε βγάνουμενε τα...
Ήμελλος, Στέφανος Δ.
(
1959
)
Βεργόνα (η). Αντί Γοργόνα (η). Σκωπτ. Η ειδεχθής, αγριεμένη και διεσταμμένη γυναίκα, που έχει δήθεν εκ φύσεως την κοκορρίζικην ιδιότητα να επιφέρη στον άλλον μέγα κακόν ακόμη και τον θάνατον, κοινώς να τον τώη, ως να είναι το μυθολογούμενον τέρας η Γοργώ. ''Μωρή Βεργόνα, που 'φαες τον άνdρα, τα παιδιά, τους γονιούς-σου!'' Απευθύνεται προς εκείνην, απο την κακορριζιάν της οποίας δήθεν απέθανεν ο άνδρας...
Καρανικόλας, Σωττήριος Α.
(
1958
)
Λάσυρα τη Ατ(τ)άλειας
Χαβιαράς, Δημοσθένης
(
1919
)
Η Βασιλοπούλα (δ)εν ηστέρ'ζετο να μπή σε κόσμο, να πάρει άντραν της το Βασιλόπουλλο του Καστελλιού κι' ηκαταράστηκεν την η μάνα της κι είπεν της : -άμε, κόρη μου, και να (γ)ένης Γοργόνα και να βουλλάς στηθ θάλασσα-λε(λέει) ''θα (γ)ένω Γοργόνα, μα θα τρώω τους αθρώπους''. Και σαν ήπλεβζεν (έπλεε) η Γοργόνα, ηκαταρζιούνταν της : 'άμε και να πα(γ)αίνεις σίλιες ορ'ζιές κάτω. -Κι ηβούτ'τα (ηβούτθα) γκι-ηπάαιννε...
Ζερβός, Ιωάννης
(
1958
)
Γοργόνα εν Μάνη λέγοντες εννοούσι την καλήν και ωραίαι γυναίκα ίστης διότι 'ς Αθηνά ωνομάζετο γοργόνα. Παρά του ναυτικού όμως η Γοργόνα θεωρείται φάσμα γυνή θέλουσα να βυθίση τα πλοία. Προσκολλημένη επί της πρώρας ερωτά ''Ζή ο βασιλεύς Αλέξανδρος ;'' απαντήσωσιν ότι ζή αναχωρεί αμέσως βυθιζομένη ς τα των ματα κι άδουσα. Δια τι ερωτά περί Αλεξάνδρου και τι λέγει άδουσα, εδυνήθωμεν έχρι τούδε να μάθωμεν....
Νεστορίδης, Κ.
(
1921
)
Γοργόνα, η : φαντασιώδες θαλάσσιον τέρας έχον μέχρι της οσφύος μορφήν γυναικός, το δε άλλο του σώματος μέρος μορφήν ιχθύος.
Αποστολίδης, Μύρτιλος Κ.
(
1934
)
«
»
Search Digital Repository
This Collection
Browse
All of the Digital Repository
Archive & Collections
Place recorded
By Time Recorded
Authors
Lemma
Legend classification (acc. Politis)
Source index
Titles
This Collection
Place recorded
By Time Recorded
Authors
Lemma
Legend classification (acc. Politis)
Source index
Titles
My Account
Login