Αναζήτηση
Αποτελέσματα 4501-4543 από 4543
Ήρθανε τ' Απολάκια
(1963)
Το λένε οι βοσκοί, σαν αστείο, επειδή την περίοδο αυτή αρχίζει να λιγοστεύη το γάλα και επομένως και το ειδόδημά τους. Την ημέρα των Αγίων Αποστόλων διακόπτουν το συνεταιρισμό τους, ακολουθεί λοιπόν ξεκούραση. πχ. Ήρθα d' Αποστολάκια και θα πάη κάθα...
Άλλοιν 'ς σον ήλεο έκαμανε τσ' άλλοιν 'ς σην ηυόρα τρώγουνε
(1881)
Ερμηνεία : Άλλοι κάμουν άλλοι d' ώναντ...
Το 'χω ακουής
(1949)
Το ξέρω εξ ακοής
Τa laxana cinuria fitejje ta, ta palea mi ta sizi
(1950)
Νεοελληνική: Φύτεψε τα λάχανα τα καινούρια, τα παλιά μην τα ξεριζώσης
To poddi PPLOSI kanni kako = Ο πολύς O ύπνος κάνει κακό = Il dormiz molto la male
(1950)
Από τους ελληνοφώνους του Zollino της Απουλίας
Από την έχερη στο τεμόνι
(1876)
To cumidi poddi kanni kako = Ο πολύς ύπνος κάνει κακό = Il dormiz molto la male
(1950)
Από τους ελληνοφώνους της Βόνα Καλαβρίας
Tis pianni jineka kanni kala, tis pn 'e ppianni kanni kajo
(1950)
Νεοελλ. Όποιος παίρνει γυναίκα, καλά κάνει· όποιος δεν παίρνει καλύτερα. Ιταλ. Chi piglia moglie, fa bene ; cgi non la piglia fa meglio. καlo=κάλλιο
Motti 'on vescovo 'o ppinάi maneχόttu sto mmilo pάi
(1950)
Από τους ελληνοφώνους του Zollino της Απολίας. Νεοελλ. Σαν ο πίσκοπος πειναει, μοναχός του στο μύλο πάει. Ιταλικ. Quando i vescovo ha fame, da se al molino va
San o piskopo pinai, manaχόndu sto mmilo pάi
(1950)
Από τους ελληνοφώνους της Βονα Καλαβρίας
Passo kombo ercete sto fteni = Κάθε κόμπος έρχεται στο χτένι = Ogni nodo viene al pettine
(1950)
Από τους Ελληνοφώνους του Zollino της Απουλίας
Ti ccymate dem bianni azzalia = Όποιος κοιμάται δεν πιάνει ψάρια = Chi dorme non piglia pesci
(1950)
Από τους ελληνοφώνους της Βόνα Καλαβρίας
I eje pasi panda sta zunaria
(1950)
Zunaria = ζωνάριον, ζώνη, Νεοελλ. Οι γίδες πάνε πάντα στους κρημνούς, Ιταλ. Le capre vanno sempre nei precipizi
Τi ppianni jinekα καnni καlα, ti dden dim βianni καnni καlo
(1950)
Νεοελλ. Όποιος παίρνει γυναίκα, καλά κάνει· όποιος δεν παίρνει καλύτερα. Ιταλ. Chi piglia moglie, fa bene ; cgi non la piglia fa meglio. καlo=κάλλιον
Tis plonni e ppianni afsaria = Όποιος κοιμάται δεν πιάνει ψάρια = Chi dorme non piglia pesci
(1950)
Από τους ελληνοφώνους του Zollino της Απουλίας
Kαθα kombo erkete sto steni = Κάθε κόμπος έρχεται στο χτένι = Ogni nodo viene al pettine
(1950)
Από τους Ελληνοφώνους της Βόνα Καλαβρίας
Τι bbάι amalo pai καlό = Chi va piano, va sano = Όποιος πάει σιγά, πάει καλά
(1950)
Amαlό = εκ του ομαλός
I kali jineka δen exi δe lucci δe aftia
(1950)
Νεοελλ. Η καλή γυναίκα δεν έχει ούτε μάτια ούτε αυτιά . Ιταλ. La buona moglie non ha ne occhi ne orecchi
Ωχ' άdρα μου, και κρίμας νάχης τα δυο σου μάθια
(1963)
Ήτονε, λέει, καμμιά, κι' ήτονε κακιάς διαγωγής και τόλεε d' αdρούς τση. Τον ήθελε στραβό, ιά να μη dη θωρή, είdα κάνει...
Λέγεται για κάτι άτακτο, ανάρμοστο...
Λέγεται για κάτι άτακτο, ανάρμοστο...
Bο αξάμ' dιdίν χαβάσι γιάρ ναξάμ, gελίν χαβασί
(1940)
Δηλαδή, απόψε η βραδυά είναι τρεμούλα, κρύα αύριο θα γίνω νύφη...
Μια γριά την είπανι πως θα d; bαdρέψουνι. Θα σι παdρέψ΄μι μι συ θα ξιγυμνωθής κι θα πιράσ΄τ΄νύχτα σ΄στη dαράτσα. Άμα bορέσ κι ξμερωθής, θα σι παdρέψωμι. Πήγ΄αυτήνη, έβγαλε τα ρούχα τς ήβγι στη dαράτσ΄απάνου. Αυτή κρύωνε κι χόρευε να ζισταθή κι ήλεγε...
Μια γριά την είπανι πως θα d; bαdρέψουνι. Θα σι παdρέψ΄μι μι συ θα ξιγυμνωθής κι θα πιράσ΄τ΄νύχτα σ΄στη dαράτσα. Άμα bορέσ κι ξμερωθής, θα σι παdρέψωμι. Πήγ΄αυτήνη, έβγαλε τα ρούχα τς ήβγι στη dαράτσ΄απάνου. Αυτή κρύωνε κι χόρευε να ζισταθή κι ήλεγε...
Τ' Αϊ Αdρϊα και τα τάχερα κρϋα
(1963)
Δηλαδή η πρώτη εντύπωση επηρεάζει αποφασιστικά το σχηματισμό καλής ή κακής γνώμης για έναν άνθρωπο. Καμμία λέ, ήλεε d' αdρούς τση πώς κουράζετ' εκείνη πιο πολύ παρά κείνο είdα κάνει, λέει και καλά; “Ωώώώώώ τα βουδάκια μου...” Λέγεται ολόκληρο με την...
Μια φορά ήμουν άγγελος τώρ' αγγελίζουν άλλοι στη βρύση πόπινα νερό τώρα πίνουν άλλοι. Τη βρύση πόπινα νερό, τώρα την πίνουν άλλοι.
(1941)
μάνα τ, τόσο ιναdινά δε dο σbάθαγε η μητρυιάτ. Ακόμα κι απ΄το τσεσμέ πγ είχανε μεσ' στν αυλή τς, δε d άφνε να πιη νερό, να μη τονε τσαλέψ. Τότες θμήκε τς μάνας τ τα χάδια, καίγ είπε αυτό το λόγο...
Επόμεινε σα dο Ίάννη στη μεθύρα
(1963)
Δηλαδή, έμεινε έκθετος...
Π.χ. “Τώρα, να κάνω κανένα ρουχαλάκι του Ιώργη μου τα του Ευαγγελισμού και να μη bροφτάξω να το τελειώσω, λε, επόμεινεν ο καμένος Γιώργης, σα dο Ιάννη στη μεθύρα”...
”Ήτονε, λέει, κανένα bαιδί κι΄εδιάηκε να πιάση ουκ΄απού μέσ΄στη συκομεθύρα κι΄είχε λια η συκομεθύρα μέσα κι΄ήσκυψε bολύ και πάει μέσ΄στη μεθύρα κι έκανα dα ποδαράκια d; απάνω, κι ευρεύγα dο και δε dο ΄βρίσκανε κι εκατέβησα gαι κάτω στο κατώι και...
Μεθύρα=κιουπί, Συκομεθύρα=κιουπί για ξερά σύκα, Λία=λίγα, Στη μεθύρα=από ανέκδοτη συλλογή μου...
Π.χ. “Τώρα, να κάνω κανένα ρουχαλάκι του Ιώργη μου τα του Ευαγγελισμού και να μη bροφτάξω να το τελειώσω, λε, επόμεινεν ο καμένος Γιώργης, σα dο Ιάννη στη μεθύρα”...
”Ήτονε, λέει, κανένα bαιδί κι΄εδιάηκε να πιάση ουκ΄απού μέσ΄στη συκομεθύρα κι΄είχε λια η συκομεθύρα μέσα κι΄ήσκυψε bολύ και πάει μέσ΄στη μεθύρα κι έκανα dα ποδαράκια d; απάνω, κι ευρεύγα dο και δε dο ΄βρίσκανε κι εκατέβησα gαι κάτω στο κατώι και...
Μεθύρα=κιουπί, Συκομεθύρα=κιουπί για ξερά σύκα, Λία=λίγα, Στη μεθύρα=από ανέκδοτη συλλογή μου...
Άνεμος στηγ κόκας σου
(1940)
maniche, le camiecce di seta lavorate col telaga in Cipro, sandeli con legami per scarpe, usavano catene d' oro all cllo, e sulle braccia perle o giojelli. Sullla koca una tualetia the pareva un casco flotanti in dietro. Questo dava alla donna un...
Ηθελές τα και ξεφλουδισμένα!
(1963)
gαι δε dάβρε gαλοϋαλισμένα και 'ια να μη φά d' αχείλια dου οι φλούδες, τα ξεφλούδα gι ήριχτε τζι φλούδες εκειχάμαι επά τα σύκα δε dα ξεφλουδούνε και περίσσα δα τα πρωτοϋάλιστα, που δεν είν' ακόμα κανείς bουχτισμένος. Εδιάηκε λοιπό ο Κορές ταχειά ταχειά...
Εδόθη και ως δελτίον ποικίλης ύλης...
Ετουκάτω = αυτού κάτω, Καλοεράτα = τοποθεσία πολύ κοντά στο χωριό, bρωτοϋάλιστη = που ωριμάζει, πρώϊμα, σκαϊδονιά = είδος συκιάς που κάνει άσπρα γλυκά σύκα, gαλοϋαλισμένα = τελείως ώριμα, επά = ιδίως, περίσσα= χαράς το, τσεβδούτσικα = λίγο τραυλά, Λέει: “Ω χαδάς το! Εμίλιε τσεβδούτσικα, Ήθελες τα και ξεφλουδισμένα” = βλ. Ιστορ. Λεξ. Χειρ. 561, σελ. 205, Συλλ. Διαλεχτής Ζευγώλη...
Εδόθη και ως δελτίον ποικίλης ύλης...
Ετουκάτω = αυτού κάτω, Καλοεράτα = τοποθεσία πολύ κοντά στο χωριό, bρωτοϋάλιστη = που ωριμάζει, πρώϊμα, σκαϊδονιά = είδος συκιάς που κάνει άσπρα γλυκά σύκα, gαλοϋαλισμένα = τελείως ώριμα, επά = ιδίως, περίσσα= χαράς το, τσεβδούτσικα = λίγο τραυλά, Λέει: “Ω χαδάς το! Εμίλιε τσεβδούτσικα, Ήθελες τα και ξεφλουδισμένα” = βλ. Ιστορ. Λεξ. Χειρ. 561, σελ. 205, Συλλ. Διαλεχτής Ζευγώλη...
Tis pao assadia pai καlα = Όποιος πάει σιγά πάει καλά = Chi να piαnο, να sαnο
(1950)
Από τους ελληνοφώνους του Zollino της Απουλιάς
To siddo ti alestai den danganni = Το σκυλί που γαυγίζει δεν δαγκάνει = Il cane che abbaia non norde
(1950)
Από τους ελληνοφώνους της Bova Καλαβρίας
To siddo pu alifta 'ph dakkanni = Το σκυλί που γαυγίζει δεν δαγκάνει = Il cane che abbaia non norde
(1950)
Από τους ελληνοφώνους του Zollino της Απουλίας
Tis alatrei me aleae e kkani podi sitari = Όποιος με γελάδες οργόνει, πολύ καρπό δεν κάνει = Chi con vacche ara, molto grano non fa
(1950)
Από τους ελληνοφώνους του Zollino της Απουλίας
Ti me vuθulie alanni poddi karpo den ganni = Όποιος με γελάδες οργόνει, πολύ καρπό δεν κάνει = Chi con vacche ara, molto grano non fa
(1950)
Vuθulie = βους θήλεια. alanni = ελαύνω (βλ Λεξ. Δελτίον 3, 97...). Από τους ελληνόφωνους της Bova Καλαβρίας
Arcobaleno to porno emba sto spiti, arcobaleno atto vrai emba sto polemisi
(1950)
Από τους ελληνοφώνους του Zollino της Απουλίας
Motti vzexi me ton ijo ourmajutte i alipune = Σαν βρέχει με τον ήλιο, παντρεύεονται οι αλεπούδες = Quando piore col sole, si sposano le volpi
(1950)
Από τους ελληνόφωνους του Zollino της Απουλίας
San evrexi me ton ilo prandeguonde i alupude = Σαν βρέχει με τον ήλιο, παντρεύεονται οι αλεπούδες = Quando piore col sole, si sposano le volpi
(1950)
Από τους ελληνόφωνους της Βονα Καλαβρίας
Pos ene h izza ercete i izzaredda = Όπως είναι η γίδα γίνεται το κατσίκι = Com' e la capra viene la capretta
(1950)
Izza = από το αιγίτσα
Liri ti ppuri mbika sti mmoni, liri ti ννταδία mbika stin dulia
(1950)
Από τους ελληνοφώνους της Bova Καλαβρίας
Ti fenni me tin nista den ganni tsikkinia = Όποιος υφαίνει τη νύχτα δεν κάνει ποκάμισο = Chi tesse di notte non fa camicia
(1950)
Από τους ελληνοφώνους της Bova Καλαβρίας
Tis feni nifty e kkanni madi = Όποιος υφαίνει τη νύχτα δεν κάνει ποκάμισο = Chi tesse di notte non fa camicia
(1950)
Από τους ελληνόφώνους του Zallino της Απουλίας
I izze ipane panta stes tajae = Οι γίδες πάνε πάντα στους κρημνούς = Le capre vanno sempre nei precipizi
(1950)
Izze = αιγίτσαι, tajae = ιταλική tagliate
Όχι εδά ψόματα ΄ναι πως ήβαλεν η ΄υναίκα το διάολο μες στο bοκάλι
(1963)
μάθια μου, λέει, να το δω δε dο πιστέβγω. Κάνει λοιπό ο διάβολος. «Και όμως, κερά μου, ήμου μες στο bοκάλι». Λέει «αδύνατο, και με τα μάθια μου να το δω !». Λέει, τώρα, λέει, που θα το δης, θα το πιστέψης. Σαρτένει λοιπό μάνι-μάνι απού τσινώμοι d...