Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1-100 από 2387
I pudda Kanni t' aguo, ce o alestora karkarai
(1939)
Η κόττα κάνει το αυγό και ο πετεινός κακαρίζει
Χόrtο άjje potamό, ligo tiri, ce poddi orό
(1950)
Άjje = από, εξ
Pedia ce climata θeluci kanunimena sto spiti
(1950)
Νεοελληνική: Παιδιά και κλήματα θέλουν φύλαγμα στο σπίτι
Tes krambe te nnee fitate, ce tes pale mi ttes sizi
(1950)
Νεοελληνική: Φύτεψε τα λάχανα τα καινούρια, τα παλιά μην τα ξεριζώσης
Sti mmattza ce sto plini annozijete i jineka
(1950)
Νεοελλ. Στη σκάφη και στο πλύσιμο γνωρίζεται η γυναίκα. Ιταλικ. Alla madia e al lavare si conosce la donna
Pedia ce ampela kratesotta essu
(1950)
Νεοελληνική: Παιδιά και κλήματα θέλουν φύλαγμα στο σπίτι
Sti mmastra ce sto plima annorizete i jineka
(1950)
Νεοελλ. Στη σκάφη και στο πλύσιμο γνωρίζεται η γυναίκα. Ιταλικ. Alla madia e al lavare si conosce la donna
Afse jineka ce χαlαζi en ercete kalo
(1950)
Νεοελλ. Απ΄ τη γυναίκα και το χαλάζι δεν σου ΄ρχεται καλό. Ιταλ. Dalla donna e dalla grandine mai bene ti arriva
I pudda kάnni t' αguό ce o alestora karkaraϊ
(1950)
Από τους ελληνοφώνους της Bova Καλαβρίας. Αlestora=Αλέκτορας. Νεοελλ.: Η κόττα κάνει το αυγό και πετεινός κακαρίζει. Ιταλ.: La gallina da l' uovo e il gallo chioccia.
I όrnisa kάnni t' aguό ce o kaddo ikantali
(1950)
Από τους ελληνοφώνους του Zollino της Απουλίας. Kaddo= από το gallus. Νεοελλ.: Η κόττα κάνει το αυγό και πετεινός κακαρίζει. Ιταλ.: La gallina da l' uovo e il gallo chioccia.
Kαli jinekα 'em blevi ce 'e kkui
(1950)
Νεοελλ. Η καλή γυναίκα δεν έχει ούτε μάτια ούτε αυτιά. Ιταλ. La buona moglie non ha ne occhi ne orecchi
Peδία ce κλίmαtα θέlune filaksi sto spiti
(1952)
Ερμηνεία: Παιδιά και κλήματα θέλουν φύλαγμα στο σπίτι
Sti skafiδa ce to pλisimo gnorijete i jineka
(1952)
Στή σκάφη και στό πλύσιμο γνωρίζεται η γυναίκα
Sti mmastza ce sto plima annoriddjete tin gjineka
(1939)
Στή σκάφη και στό πλήσιμο [sic] γνωρίζετε τή γυναίκα
Χόrtο άjje potamό, ligo tiri, ce poddi orό
(1939)
Άjje = έξι. Χορτάρι του ποταμιού, λίγο τυρί και πολύ τυρόγαλα
Apo ζinekα ce apo χαlαζι δε s-orscete καlo
(1952)
Απ΄ τη γυναίκα και το χαλάζι δεν σούρχεται καλό
Xortαri tu Ραγαδiu, λίγο tiri ce poλί tiroγαla
(1952)
Χορτάρι του ποταμού, λίγο τυρί και πολύ τυρόγαλα
I glossa stea den exi ce stea klanni = Η γλώσσα κόκκαλα δεν έχει και κόκκαλα τσακίζει = La linqua ossa non ha e ossa rompe
(1950)
Από τους ελληνόφωνους της Βόνα Καλαβρίας
An din jineka ce αn do kykyddo δe ss΄ orkete mai kαlo
(1950)
Νεοελλ. Απ΄ τη γυναίκα και το χαλάζι δεν σου ΄ρχεται καλό. Ιταλ. Dalla donna e dalla grandine mai bene ti arriva. kykyddo=κούκουλλο
I glossa en exi steata ce stea iklanni = Η γλώσσα κόκκαλα δεν έχει και κόκκαλα τσακίζει = La linqua ossa non ha e ossa rompe
(1950)
Από τους ελληνόφωνους του Ζολλινο της Απουλίας
Τον ζυμωτόν εις την αρχήν να τον φυλάγης, και όχι εις το τέλος
(1949)
Παρεμφερής παροιμία της γαλλ. Ce n' est que le premier par qui coute...
Σαν d' γάτα b' γίγκι χατζής
(1915)
Επί αμαρτωλού υποκρινομένου μετάνοιαν
Δέν είνι παπά Γιάννς, είνι Γιάννς παπάς
(1919)
Επί τών ταυτολογούντων ώς εναντία
Όποιος κρυφά παντρεύγεται, φανερά πομπέβγεται
(1914)
Ντ = d, μπ = b...
D' βήκ' ου άσσους
(1915)
Επί υπεροχής στηριζομένης εις εύνοιαν της τύχης
Ούλο με b'dολογούσε
(1943)
Μου έρριχνε πουντους, λόγια διφορούμενα
Τα μάθια που θωριόdαι εκείνα 'b' αγαπιόdαι
(1963)
Δηλαδή η καθημερινή επαφή δημιουργεί αγάπη...
Εκείναι 'b' = εκείνα είναι που...
Εκείναι 'b' = εκείνα είναι που...
Τ' άσπρα κατεβάζουν d' άστρα
(1951)
Τα λεφτά κατεβάζουν τ' άστρα
Κάνω γώ κι ας είνι σκόλ' ν' μη φανούν d' αdρού μ' οι κώλ'
(1940)
Κάνω = γνέθω, κάνω ρόκα
Ζηλεμός είν' εκείνοι b' απεθαίνουσι
(1963)
Λέγεται παρηγορητικώς, κυρίως από άνθρωπο πικραμένο, απογοητευμένο
Ούλο b'dολο' ιτ'κα λόγια μούλεγε
(1943)
Διφορούμενα, πειράγματα
Ουκνός είσι κι ουκνόν δεμ b΄στεύς
(1915)
Απάντησις αρνητική εις διδομένην παραγγελίαν εκτελέσεως πράξεώς τινος
Ξυέτι ικεί b δεν dουν dρώει
(1915)
Εις δυσχερείς περιστάσεις και ιδία εν αγνοία
Τουν ηύρι κείνουν b' γύριυι
(1915)
Χαιρεκάκως επί ανθρώπου αυθαδούς και φαύλου εμπλακέντος προς χειρότερον του ή και επί της ατυχούς εκβάσεως πράξεως ασυνέτου
Που τε b'λούν το νο, να πα τεν αγοράσεις!
(1943)
Τόσο κουτός που είσαι!
Δι b'ρώθ'κα απ' του γήλιου, θα bρωθώ απ' του φιgάρ';
(1939)
Ελέγετο, όταν κανείς δεν έβλεπε καλωσύνων από τους οικείους του και προσφέροντο εις μίαν δεδομένων στιγμών να τον εξυπηρετήσωσι μακρινοί συγγενείς, από τους οποίους δεν ανέμενε και δεν ήλπιζε στοργήν
Ζέφκι αγάς, στα κόπρια (Βεν. Παρ. 91 Ζ 9)
(1923)
Ζέφκι=η λέξις τουρκική, σημαίνουσα διασκέδασις, απόλαυσις
Ισύ b' γιαλάς, αφένd' δισπότ' ισύ το εις του λιάρου του κ' τάβ' κι του παλιουτσάρ'χου
(1915)
Διδάσκει ότι πάντοτε ο γέλως παρέχει υπονοίας. Προήλθεν εκ διηγηματίου καθ' ο εκκεντρικός τις πτωχός απολέσα “του λιάρου του κ' τάβ' κι τα γ'ρουνουτσαρχα” και αναζητών αυτά μετά κλαυθμηριστριών ενεποίησεν εις τον Δεσπότην ...
Ισύ b' γιαλάς, αφένd' δισπότ' ισύ το εις του λιάρου του κ' τάβ' κι του γ'ρουνουτσάρ'χου
(1915)
Διδάσκει ότι πάντοτε ο γέλως παρέχει υπονοίας. Προήλθεν εκ διηγηματίου καθ' ο εκκεντρικός τις πτωχός απολέσα “του λιάρου του κ' τάβ' κι τα γ'ρουνουτσαρχα” και αναζητών αυτά μετά κλαυθμηριστριών ενεποίησεν εις τον Δεσπότην ...
Αμαρτία, ξομολογία
(1902)
Όταν ομολογεί τις οτι έσφαλε
Αβάρετο παιδί χαρά σπιτιού
(1909)
Ερμηνεία: ποινή, (άοκνον)
Αρχοντιές μυρίζει
(1910)
Αρκοντοξυειέται
(1910)
Φθειριά
Αρχή ωδίνων
(1914)
Άστραψε και βρόντηξε
(1937)
Άσπρα κακαγεναμένα, είναι κάρβουνα αναμένα
(1962)
Συλλογή Ι. Χρυσικοπούλου
Κάθε αρχή και δύσκολος
(1929)
Ανεμομαζώματα, δαιμονοσκορπίσματα
(1943)
Ιστορία Σκύρου, σελ. 166, Κατζιούλη 214(φ. 9α) και Παπαγεωργίου...
Τα σφύριξε
(1924)
Απέθανε
Στειλιάρη αξεφλούδιστο είναι
(1924)
Στέκω στ' αστάσλια.
(1921)
Σαν Τούρκοι (ηύξηνταν)
(1922)
Ερμ. Επί προώρου αναπτύξεως πτηνών, ζώων κλπ.
Άσπαρτα και αθέριστα, πόσα μόδια γίνονται;
(1910)
Επί πραγμάτων αδυνάτων
Αστιβές στο ντράφο να τσοι μέσα
(1928)
Όταν μια δουλειά είναι κακοκαμωμένη
Άσχημε, χρυσέ μου άντρα τι καλό θα πρωτοφάμε ...
(1958)
Οι άσχημοι συνήθως προσπαθούν να σαγηνεύσουν δια του πλούτου, της νοικοκυρωσύνης και της εργατικότητος
Αστιβές στο ντράφο να τσοι κάτω
(1928)
Όταν μια δουλειά είναι κακοκαμωμένη
Έχ' η τρίχα ήσκιου κι του μυρμήγης χουλή κη μύγα σπλήνα
(1918)
Ερμηνεία: Και ο καθενέστερος πιεζομένης δύναται να χάση την υπομονήν του ή και τα ελάχιστα ενίοτε πολλά δύναται
Ερκώθης που τον άρκονταν δήννει σε που την γλώσσαν
(1954)
Εχρεώθης απ' τον πλούσιο, σε δένει από την γλώσσα
Άσχημε, χρυσέ μου άντρα τι καλό θα πρωτοφάμε ...
(1963)
Οι άσχημοι συνήθως προσπαθούν να σαγηνεύσουν δια του πλούτου, της νοικοκυρωσύνης και της εργατικότητος
Όπου έχει άσπρο στο πουγγί, πτάνει ψάρια στο βουνί
(1949)
100 άσπρα = 1 παράς
Αρτςβούρτς τα λάχανα κι μπάλα τα ζουγκάρια
(1914)
Σημ. ζουγκάρι = είδος λαχάνου
Οι απεθαμμένοι με τς απεθαμμένους και ζωντανοί με τς ζωντανούς
(1903)
Ερμηνεία: Επί των εκ πένθους μη συμμετεχόντων της κοινής ευθυμίας
Παίναε τον καλό, να γίνη καλύτερος παίναε τον κακό, να γίνη χειρότερος
(1952)
Επηρεασμένος από τη Βίβλο...
Παροιμ. 9, 8...
Παροιμ. 9, 8...
Τσ' εννιά του Μαρτιού, είτε σκύλος κούντουρος στ' αμπέλι
(1952)
Ερμηνεία: Στις 9 του Μάρτη είναι πια αναπτυγμένα τα μπουμπούκια τ' αμπελιού, και το παραμικρό πέρασμα τα βλάφτει, είτε= ούτε (πολύ συχνό στα κεφαλονίτικα), κούντουρος= με κομμένη ουρά...
Ευρήκες τον άγιον σου νάψης το τζερίν σου
(1956)
Δηλοί ότι πολλάκις καταφεύγομεν εις τα πλέον αναρμόδια πρόσωπα δια να επιτύχωμεν κάτι που επιθυμούμεν...
Ν. Γ. Κυριαζής, Κυπρ. Παροιμ., σελ. 11, λήμμα αγία, αρ. 9...
Ν. Γ. Κυριαζής, Κυπρ. Παροιμ., σελ. 11, λήμμα αγία, αρ. 9...
Άντρα θέλου 'γω το βράδι τσ' ας μην έχη ο λύχνος λάδι
(1908)
Πρβλ. Πολ. Εν λ. Αρ. 9...
Μαύρο είναι το χαβιάρι, μα πουλιέται στην αγγιά, άσπρο είναι και το χιόνι, μα πετιέται στην κροπιά
(1918)
Ερμηνεία: Μη κρινε εκ της εξωτερικής όψεως και μόνης...
Η ογγιά = υποδιαίρεσης (το 1/16) της λίτρας = 9 δράμια...
Η ογγιά = υποδιαίρεσης (το 1/16) της λίτρας = 9 δράμια...
Ένα καί στόν αγκαθό καμένο
(1958)
Ο αγκαθός = γωνιά ψωμί, αγκωνή. Σάν τό ψωμί, πού καίεται στήν αγκωνή του. Μιά γυναίκα έψησε, έκανε 9-10 ψωμιά. Μιά γειτόνισσα έρριξε 1 δικό της ψωμί στό φούρνο. Εκείνη μέ τά 10 τά 'βγαλε εν τάξει. Εκείνη μέ τό 1 είπε: “Ένα καί στόν αγκαθό καμένο...
Εν έππεσεν ο ζάχαρις 'ς το νερόν
(1924)
Ουδεμία ανάγκη σπουδής. Κυρ.: δεν έπεσεν η ζάχαρις 'ςτο νερόν, ώστε να είναι φόβος, μήπως λειώση αμέσως και επομένως να είναι ανάγκη μεγίστης σπουδής. Ανάλογος την σημ. η ανωτ. π. εν λ. άνεμος “Εν επήρεν ο άνεμος ταγκάλια” ΣΚ. Β' 278, αρ. 9...
Ίσα Γιάννης, ίσα Χασάνης
(1923)
Βεν. Παρ. 117 Ι 9...
Εν τω ναώ εργάζεστε, εν τω ναώ τραφήσεστε
(1952)
Αργοστόλι. Φράση από τις επιστολές του Παύλου (Α' Κορινθ. 9, 13). Ερμηνεία: Όπου δουλεύει κανείς, εκεί έχει και το δικαίωμα να ζητή τη συντήρηση του...
Από τσ' Αγίας Άννας, αξαιν' η μέρα νιά γατοπατησιά
(1952)
Δηλαδή, από τις 9 Δεκεμβρ....
Αξαίνω (αυξάνω), μεγαλώνω...
Νιά = μιά (πολύ συνηθισμένο στην κεφαλονίτικη γλώσσα)...
Αξαίνω (αυξάνω), μεγαλώνω...
Νιά = μιά (πολύ συνηθισμένο στην κεφαλονίτικη γλώσσα)...
Σαράντα αγίοι ήτανε, κι' ο καθένας έκλαιε τον πόνο του
(1952)
Ίσως από τους αγίους Σαράντα (9 Μαρτίου)...
Εβούλλωσεν του τα ο δκιάολος
(1940)
Πιστεύεται ότι του φιλαργύρου τα χρήματα είναι κατηραμένα και φέρουσι δυστυχίαν. Ίδε “ ακριβός ” 9, του οποίου προφανώς είναι βραχυλογία...