Browsing Παροιμίες by Text
Now showing items 70723-70742 of 133598
-
Μωρέ τσούπες, μωρέ τσούπες έχει ο μούνος σας τουλούπες;
(1919)Λέγεται περιγελαστικώς επί των προσκυιουμένων οτι είγνουσι τις, όπερ όμως είνε πασίγνωστον αι ως αυτούς τους προσποιουμένους αγίοσιν -
Μωρέ φτούνος είν' ο Λυκοφαωμένος στητός
(1920)Σημείωση: Ο διάβολος αλλά και ύβρις η εκφερομένη μετά τινός αστειότητος -
Μωρέ φτούνος είν' ο Λυκοφαωμένος χτιστός
(1920)Σημείωση: Ο διάβολος αλλά και ύβρις η εκφερομένη μετά τινός αστειότητος -
Μωρέ ψωμί δεν έχομε το ξένο τι τον θέλεις
(1917)Υφίσταται μύθος καθ' ον πτωχός τις ανήρ έφερεν εις τον οίκον του ξένον διά να τον φιλεξενήση. Η σύζυγος μη δυναμένη να περιποιηθή τον ξένον είπε μετ' αγανακτήσεως προς τον σύζυγον την ανωτέρω παροιμίαν ήτις εξακολουθεί ... -
Μωρέ, Χριστέ ξυπόλυτε, καί Παναγιά Ντρουβιάρα νά σ' είχα μέσα στόν Τρουβείο νά τράβαγες τή μπάρα
(1957)Τρούβειο = τον καιρό που τα Ντρουβειά (=ελαιοτριβεία) δουλεύανε μέ μονολίθαρο πού τά τραβούσαν οι γυναίκες καί κουραζόντανε -
Μωρή κακούργα, Δαλιδά, άει στο διάλο, μωρή!
(1958)Ύβρις προς κακήν, διεστραμμένην, πανούργον γυναίκα -
Μωρή σαρδέλα βρωμερή, σουπιά τηγανισμένη και ξύσματα του βαρελιού ποιος διάβολος σε παίρνει
Ερμηνεία: Επί των αξίων μεγάλης περιφρονήσεως -
Μωρή σαρδέλα βρωμερή, σουπιά τηγανισμένη και ξύσματα του βαρελιού ποιος διάβολος σε παίρνει
(1889)Ερμηνεία: Επί των αξίων μεγάλης περιφρονήσεως -
(Μωρή) ορθοκλώσσι έεις;
(1918)Σημείωση: Ορθοκλώσσι το = το να μη κάθεται η κλώσσα εως τ' αυγού συνεχώς να εγείρεται, κυρίως επί των ορνίθων αλλά και μεταφορικώς επί ανθρώπων