Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής
Αποτελέσματα 18-37 από 117
-
Γέλα με να σε γελώ να περνάμε το καιρό
(1894)Ερμηνεία: Η δίστιχος αυτή παροιμία λέγεται επί εκείνων οι οποίοι με υποσχέσεις κ' δελεάσματα διέρχονται τον καιρόν αυτόν, αντιστοιχεί δε με τη αρχαίω: Θαλλόν προσείειν τινί -
Γίνηκε ανάστα ο Θεός
(1893)Ερμηνεία: Φράση λεγόμενη επί των οχλαγούντων μεταφορικως. Διότι οτι ο ιερέας κατα τον εσπέρινόν του Μ. Σαββάτου αναγγέλει τας λέξεις “ ανάστα ο Θεός” ρίπτει συνάμα εκ της ωραίας πύλης δάφνας, τότε πάντες σι εν της εκκλησίας ... -
Γλυκάθηκ' η αλεπού στα σύκα, ήθελε και τα συκόφυλλα
(1894)Ερμηνεία: Επί εκείνων οίτινες ζητούσι το συμφέρον συτών υπέρ το δέον -
Γυρέψαντος, μη δώσαντος, κλέψαντος, αμαρήγια δεν έχει
(1894)Ερμηνεία : Τούτο σημαίνει ότι αν τις εις των πρατέρων ζητήση τι όπερ αυτός ουκ έχει, ξ΄ δεν δοθή αυτής ξ΄ ικετεύοντι, τότε δικαιοδίαν ίνα ις κλέψη -
Δανεικό κι' αγύρευτο
(1893)Ερμηνεία : Η περίφρασις αυτή λέγεται επί των μη ελπιζόντων λαβείν τα δάνεια -
Δεν έχει βοτάνι να ξύση την κασίδα του
(1893)Ερμηνεία: Παροιμία σημαίνουσα ότι ουδείς κέκτηται, αντιστοιχούσα τω ρητώ του Αποστόλου Παύλου .... “αργύριον κ' χρυσίον ουχ υπάρχει μοι” -
Δίνεις παίρνεις, πας στην κόλαση και το Σάββατο πεθαινίσκεις
(1937)Το έλεγαν τα άλλα παιδιά στο παιδί που θα χάριζε κάτι και κατόπιν το ζητούσε πίσω -
Δώδεκα μήνες – δεκατρείς αγάδες
(1894) -
Έγινε το μάλε βράσε
Ερμηνεία: Επί μεγάλης ταραχής, ανωμαλίας και συγχύσεως πραγμάτων. Κατ' ανομοίωσιν κι του βάλε βράσε όπερ και λέγουιν εν Ηπείρω, όταν θέλουν να δηλώσουν ότι εγένετο φαύλη ανάμιξης, οία όταν βγάζει και βράζη χόρτα. ( Παρομοιο: ... -
Έσταψε μπουμπούνισε, πάλε καθάριος νότος
(1894)Ερμηνεία: επί των μετά τρικυμίαν πάλιν νότιον άνεμον πνέουντος -
Έχει ο καιρός γυρίσματα κ΄οι μήνες εβδομάδες και το δικό σου το κορμί δεν έχει νοστιμάδες
(1894)Ερμηνεία: Παροιμία σημαίνουσα ότι ελεύσεται πότε ημέρα καθ' ειν θα με ενθυμηθής -
Έχει στριμμένο κεφάλι που δε μπορεί να το γυρίση κανένας με το μποτζαργάτη
(1893)Ερμηνεία: Μποτζαργάτη μηχανή δι ης ελκοντος τα πλοία -
Ζεματάω
(1894)Τιμωρώ τινά είτε διά λόγου, είτε διά ξύλου: “με ζεματίσανε”-”τα λόγια που του είπε τον εζεμάτισε”