• Ελληνικά
    • English
  • Ελληνικά 
    • Ελληνικά
    • English
  • Σύνδεση
Τόπος καταγραφής 
  •   Αρχική σελίδα
  • Τόπος καταγραφής
  •   Αρχική σελίδα
  • Τόπος καταγραφής
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.

Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής

  • 0-9
  • A
  • B
  • C
  • D
  • E
  • F
  • G
  • H
  • I
  • J
  • K
  • L
  • M
  • N
  • O
  • P
  • Q
  • R
  • S
  • T
  • U
  • V
  • W
  • X
  • Y
  • Z
  • Α
  • Β
  • Γ
  • Δ
  • Ε
  • Ζ
  • Η
  • Θ
  • Ι
  • Κ
  • Λ
  • Μ
  • Ν
  • Ξ
  • Ο
  • Π
  • Ρ
  • Σ
  • Τ
  • Υ
  • Φ
  • Χ
  • Ψ
  • Ω

Ταξινόμηση κατά:

Σειρά:

Αποτελέσματα:

Αποτελέσματα 116-135 από 311

  • κείμενο
  • χρόνος καταγραφής
  • ημερομηνία υποβολής
  • αύξουσα
  • φθίνουσα
  • 5
  • 10
  • 20
  • 40
  • 60
  • 80
  • 100
  • Λένε πως μια γυναίκα, βλέποντας ένα σκεπάρνι που ήταν κρεμασμένο πάνω από του παιδιού της την κούνια, δεν έβγαλε το παιδί της από την κούνια, παρά το έκλαιγε, λέγοντας άχ! Το σκεπαρνοκομμένο μου! 

    Πουλάκης, Δημ. (1924)
  • Λείξε, σκύλε μ, τ' νουρά σ' 

    Άγνωστος συλλογέας
  • Το φώς τ' Άη Δημητρακ'

    Λίγο πρίν τ'ς μύλ', στ'ν Αναθεματίστρα, ήβγαινε τ'ς νύχτες απ' τον άη Δημητράκ' ένα φώς. Το φώς αυτό είταν άγιο και γύριζε μ' ορμή ούλα τα ξωκλήσια, πήγαινε και στ'ν Αγιά Σωτήρα στο νεκροταφείο, παντού. Είταν σα μεγάλο κοφίν' φωτεινό κι όπου ακ'μπούσε σκορπούσε φώς. Απ' τον καιρό όμως που χτίσαν τ' gαινούργια εκκλησιά, σταμάτ'σε να βγαίν'.
    

    Φλωράκης, Αλέκος Ε. (1971)
  • Μ' είχαν από γκοντά 

    Βογιατζίδης, Ι. Κ. (1922)
    Περί πολλού εποιούντο με
  • Μάτια μπήτε, μάτια βγήτε 

    Άγνωστος συλλογέας
    Ο άνθρωπος φαίνεται εύκολα
  • Μακριά 'ν' η γυναίκα σ'; Να το φ'στανάκι τς 

    Άγνωστος συλλογέας
  • Με γειά τα μάτια 

    Άγνωστος συλλογέας
  • Με καιρό κρίν' ο Θεός 

    Αδαμαντίου, Αδαμάντιος
  • Με το δ'κό σ' φαε και πιε, αλισφερίσ' μην κάν'ς 

    Φλωράκης, Αλέκος Ε. (1971)
    Δεν πρέπει να έχει κανείς οικονομικές συναλλαγές με τους συγγενείς του
  • Η γυναίκα με την ομπρέλλα

    Μέρα μεσημέρ’ είταν, όταν ο Πέτρος ο Λούβαρ’ς άκουσε τ’ φωνή μιας γυναίκας στο Βρέκαστρο και τ’ φώναζε: «Πέτροοο, ήχασε το δρόμοοοο!» Είδε λοιπόν μια γυναίκα άγνωστ’, που κρατούσε μια ομπρέλλα και φοβήθ’κε. Λέει, «Αγελλούδα, είναι και θέλ’ να πάω κοντά τ’ς να μ’ δώκει μια, να με ρίξ’ απ’ τ’ς βράχ’». Κ’ ήκανε να φύγ’, αλλά το ζωτ’κό τον άρχισε στις πετριές.
    

    Φλωράκης, Αλέκος Ε. (1971)
  • Το οφιό

    Μές στο υδραγωγείο π' φέρν' το νερό στ' Χώρα έχει στοιχειώσ' το οφιό. Τ'ς νύχτες ακουγόνται τα μουγκρητά τ'.
    

    Φλωράκης, Αλέκος Ε. (1971)
  • Μεσ' στη δωδεκάδα είναι κι αυτός 

    Αδαμαντίου, Αδαμάντιος (1895)
    Δια τον μικρό που κάθεται με τους μεγάλους
  • Μετάνοια, καλογριά, καλό στον βλογημένο 

    Άγνωστος συλλογέας
  • Μήτ' εγώ, παπά, κουκκιά, μητ' εσυ χωραφικά 

    Πουλάκης, Δ.
    Μήτε συ να ωφεληθής μήτε εγώ, και οι δυο να ζημιωθούμε
  • Μην δης μακριά και φοβηθής, μη δης κοντά και δράμης 

    Άγνωστος συλλογέας
  • Μην τα γωνιάζης τα λόγια σου, στρογγυλά λέγε τα 

    Άγνωστος συλλογέας
  • Ο Αγιασμός τ' δρακόλακκα

    Μια γυναίκα πήγε ν’ αρμέξ’ και μείναν μοναχά τα δυο μωρά τ’ς, ασαράντιστα είταν, δίδυμα. Όταν γύρισε τα ΄βρε κ’ είχαν κατ’ κεφαλές τόσες, είχαν αλλοιθωρίσ’, είταν σα ζαβά. Μείνανε μονάχα βλέπ’ς και τα ζ’μώσαν οι Αγελλούδες όξ’ από δω και μακριά. Όταν ήφτασε το πανηγύρ’ τ’ς Αγιά Παρασκευής, τα πήγε στο Δρακόλακκα να στάξ’ ο αγιασμός π’ γεμίζ’ η γούρνα και τα βαλε μέσα και τα δυο. Το ένα, ο Νικόλας,...
    

    Φλωράκης, Αλέκος Ε. (1971)
  • Το σ΄μαδ' τ΄Αγίου Συμεών

    Μια έγκυος ήκανε δ'λιές τ' Αγίου Συμεών. Τ'ς λέει μια γειτόνισσα, “Είdα κάν΄ς”, τ'ς λέει, “θα βγεί σ'μαδεμένο το παιδί”, Λέει, “Μπά, έτσ' λές; Για να δούμε θα να 'χ' κι αυτό το σ'μάδ';”. Κ' ήκαν έτσ' δα μ' ένα κόκκινο στο μάγουλο τ'ς. Έ, όταν γεννήθ'κε το παιδί, είχε το κόκκινο στο μάγουλο!
    

    Φλωράκης, Αλέκος Ε. (1971)
  • Ο Αράπακας

    Μια Κυριακή είχε πάει ο πάππος μου στο Φαλατάδο. Στο γυρισμό όπως περνούσ’ απ’ την Ακ’ μπίστρα, βλέπ’ έναν καβαλλάρ’ αράπακα και τον ακολουθούσε. Κ’ ήλεε ο πάππος μ’ : <Παναία μ’, να μη μου τύχ’ κακό. Παναία μ’ ,να μη μου τύχ’ κακό> , συνέχεια. Σ’ένα δρόμο απορπάτητο στο λαγκαδάκ’ , λέει στο μ’ λάρ’ : < Απάνω ντε> και κατέβ’κε να πάει στο χτήμα για να κάν’ το νερό τα’. Τον ήπιασε τότε μια φαγούρα...
    

    Φλωράκης, Αλέκος Ε. (1971)
  • Τ' ασαράντιστο μωρό

    Μια λωχού άφησε μοναχό τ΄ το παιδάκ’ πριν σαραντίσ’ κι όταν γύρισε το βράδ’ είταν άδεια η κουνίτσα τ΄ παιδιού. Τούχαν πάρ’ οι αγελλούδες. Κόντεψε να λωλαθεί. Το ηύραν στ’ άλλών’ σε κακά χάλια.
    

    Φλωράκης, Αλέκος Ε. (1971)
  • «
  • »

Πλοήγηση

Όλο το ΑποθετήριοΑρχείο & ΣυλλογέςΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμενα

Ο λογαριασμός μου

Σύνδεση
Επικοινωνήστε μαζί μας | Αποστολή σχολίων
Κέντρον Λαογραφίας E-Mail: keel@academyofathens.gr
Δημιουργία/Σχεδιασμός ELiDOC
Λογισμικό DSpace Copyright © 2015  Duraspace


Το Έργο «Εθνικό δίκτυο ψηφιακής τεκμηρίωσης της άυλης και υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς» στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ψηφιακή Σύγκλιση» του ΕΣΠΑ 2007-2013, συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από εθνικούς πόρους.