Εναλλαγή πλοήγησης
Ελληνικά
English
Ελληνικά
Ελληνικά
English
Σύνδεση
Εναλλαγή πλοήγησης
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
DSpace at KEEL: Πρόσφατες εγγραφές
Αποτελέσματα 6021-6040 από 142579
Τα στοιχειά
Μέσα στο Μαλεβύζι στου Σάρχο το σπήλιο από χρόνους πολλούς νειρεύτηκεν από κειά κοντά ένας τρείς φορές το ίδιο όνειρο. Πήγαινε ένας και τούλεγεν τη νύχτα : Άμε στο σπήλιο τα μεσάνυκτα και να φωνιάξης τρείς φορές : Έ Μουσά , φέρε μου τα χρυσά ζυγάλετρα πούχεις τουδά μέσα. Θα σου τα φέρη να τα πάρης . Πήεν ο άθρωπος φώνιαξε τρείς φορές . Στην Τρίτη φορά έκουσεν ο Μουσάς και λέει: έρχομαι. Μια στιγμή...
Άγνωστος συλλογέας
(
1925
)
Μια φορά Ζbαρονέργης έκανενε στο gαλαdό(τπνμ) (Καλαντόν) ζευγάρι κ’ εσήκωσενε το σύνεργο μια πλάκα κι’ από κάτω αύρενε ένα κουβέλι με τα φλουριά. Τα ‘πήρε κ’ επήε στο μητάτο που ‘ταν η γυναίκα dου και τσή το ‘πενε. Κ’ επιάστηκενε ούλο doυ το σώμα τότε κ’ εβουβάθηνε. Τα φλουριά τα ‘φερεν ‘ απάνω dου. Τον εφορτώσαν από ‘κεί στο μουλάρι απαράλυτο και τον εφέρανε στο σπίτι. Όdεν ήρθενε στο σπίτι τον ήγδυσεν...
Ήμελλος, Στέφανος Δ.
(
1959
)
Η Τρανταφυλλιά, του Σατσελλάρη της Τσόλαινας η πετθερά, μας είπεν , ότι μια νύχτα είμεστε σ’έναν γάμο σαν η (γ)υσίσαμε στο σπίτιν μας ήτον πολύ-νύχτα κ ‘ι’ ήλασεν να κατρουλλίσει το παι(δ)ίμ μας και πήα να βγώ όξω να το πλύνω κ ‘ ειά πούμουν σκυμμένη, κάμνω να σηκωθώ και βρίτσει η κεφαλή μου στην καταμουλίκα ενούς Αράπη πούφραξε τημ πόρτα, με άσπρα κόρνια μιάν ορ’ ζιά πάω να κλείσω την πόρτα τ’ σ’...
Ζερβός, Ιωάννης
(
1958
)
Θησαυροί και Αράπηδες
Όπου είναι βέρος (1), Δεν-κάνει να σκαφτή κιανείς για να τόνε βρή, γιατί θα πάθη γή θα στραβωθή, γή θα κουτσαθή, γή θα βουβαθή, γή πράμα θα πάθη απού δε ‘γιαίνεται.Πάντα είναι στοιχειωμένος και δε βγαίνει εύκολα.Μια φορά ένας εκαθεντόνε ‘ς το τόπωμα κ ‘ εβλεπένε το λαγό. Σε μιαολιά θωρεί ένα κ’ ελάλειενε έναν – Αράπη φορτωμένο φλουριά και μια σκαλίδα. Απής επήγανε μιαολιά , διατάσσει τον Αράπη να...
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1939
)
Στα Ν. Α του χωριού Λόφου, εις απόστασιν ενός περίπου μιλίου ανάμεσα εις τους αμπελόφυτεμένους κάμπους, υπάρχει ένα κτήμα το οποίον φέρει το όνομα ‘’τσιέκκι-πελέκκι’’. Για το κτήμα αυτό υπάρχει η εξής παράδοσις : Κάθε νύκτα της Λαμπρής από την ώραν που αρχίζει ο ιερέας του χωριού να ψάλλη το ιερόν ευαγγέλιον έως ότου τελειώσει το κτήμα αυτό ανοίγει και μέσα υπάρχει μέγας θησαυρός. Αν κάποιος μπή...
Μακρίδη, Αιμιλία
(
1955
)
Στην Παναγία , στο Παλιοχώρι είναι ένα κλαρ’ι μεγάλο (άγριο δένδρο) και το λένε ‘’Ψηλό κλαρί’’. Εκεί είναι στέρνες με φλουριά κατ’ τα βρήκε ο Τορολόπουλος από τη Μοθώνη.Είχε το Κίλιαρη μαζί του καο το Σπύρο το Μολατσώτη. Εκεί κοντά είναι και δύο χοντρολιές και τις είχανε για σημάδι και τα βρήκανε τα φλουριά
Ταρσούλη, Γεωργία
(
1939
)
Ο σπήλιος με το μάλαμα
Στο Χαράκι της Έμπωνας έχει ένα μέρος γεμάτο π’ετρες πελεκητές, κι εκειά άνοιγε την Πρώτην Ανάστασην μια πόρτα και παρουσιάζετον ένας σπήλιος γεμάτος μάλαμα. Όποιος επρόφταινεν κι έμπαινεν μέσα κι έβγαινε στη στιγμήν έπαιρνεν μάλαμα όσον ήθελε. Ένας Πολλωνιάτης επρόφτασεν κι επήεν μέσα στο σπήλιον και το μάτιν του έπεσε σ’έναν τουφέκι μαλαματένο, που το φύλα(γ)εν ένας Αράπης. Αντίς να πάρη μάλαμα...
Βρόντης, Αναστάσιος
(
1939
)
Στο μέγα, μώλος,κ στου Ταπιώτη είναι ένας αράπης κι έχει φλουριά τρείς αναπλιές και τα βγάνει κάθα ντίς και ντάι και τα λιάζει στο φεγγάρι. Μιαν κοπανιά ένας βοσκός επαράμινε τα οζά ντου στον Ανάβλοχο στο Βρυσίδι από πάνω, και θωρεί στου Ταπιώτη κι ελαμπύριζε απού ‘φεγγεν ο κόσμος γύρου γύρου. ‘’Μωρέ υντά ‘ναι που λαμπυρίζει εκέ πέρα και φέγγει όλος ο κόσμος! Να πάω θέλω ‘γω να δώ’’ Σηκώνεται και...
Λιουδάκη, Μαρία
(
1938
)
Στα χασάπικα, εκεί παρουσιαζότανε ένας αράπης τη νύχτα, στις δώδεκα ακριβώς. Έβγαζε τα φλουριά και τάβοσκε. Κι όποιος περνούσε την ώρα κείνη κι’ έρριχτε κάτω ένα μαντήλι, το σακκάκι του, το καπέλο του ή ότι άλλο ρούχο του. Όσα φλουριά θα σκέπαζε, έμεναν εκεί και τα παίρνειν αυτός.
Λιουδάκη, Μαρία
(
1939
)
Έχω ακούσει απ’ τη γιαγιά μου ότι την ώρα που βρίσκει κανείς φλουριά πρέπει να χαράξη το χέρι dου να τα ματώση ‘ ιά να μη πάθη μεγάλο κακό
Ήμελλος, Στέφανος Δ.
(
1959
)
Σ τα’ Αbυρήνοι είναι ένας αράπης και βόσκει τη νύχτα φλουριά. Άμα πας εκεί που ‘ν ‘ τα φλουριά και πέσης κάτω και κάμης τα χέρια σου σταυρό, όσα πάρης από κάτω σου μένουνε. Κατοίκαν’ εκεί ένας βοσκός κ’ επήενε και του ‘πενε ο αράπης πως χρήματα όσα θες να σου δώκω και να πάρης το κοπάδι σου και να φύης από ‘δω. Ήπιασενε τον καπετάνιο και του τα ‘πε. Ήβγαλε τη πατατούκα (σακκάκι) dου, το dουρά dου...
Ήμελλος, Στέφανος Δ.
(
1959
)
Ένας γέρος, ο Κωνσταντής Μπαμπατζάνης, από το χωριό μας την Φλαμουριά (παλαιά Πόδος) εκουβαλούσε ξυλεία με το άλογό του, όταν εκτιζότανε η Αγία Τριάδα στην Έδεσσα, προ 100 ετών. Γυρνώντας στο χωριό είχε μαζί με το άλογό του και το άλογο ενός συντρόφου του από την Φλαμπουριά. Μόλις έφτασε στα σύνορα του χωριού Πλατάνι (παλαιότερον Γιαβόριανη) βγήκε μπροστά εκεί κοντά στο εξωκκλήσι της Αγίας Παρασκευής...
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1961
)
Του Ζαλούμη ο θησαυρός
Έξω από τη Σπάρτη Ν.Α είναι ένας λόφος που λέγεται Κουρτούλες. Στο λόφο αυτό λένε, πως είναι κρυμμένος ο θησαυρός του Ζαλούμη. Ο αράπης στις δώδεκα η ώρα τα βγάζει και τα σιργιαννάει στην Πόλη και τάχουνε ακούσει που βροντάνε. (Ο Ζαλούμης ήταν πλούσιος της Σπάρτης κι έκρυψε τα φλουριά του, για να μην τα βρούνε οι Τούρκοι)
Λιουδάκη, Μαρία
(
1939
)
Πολλαί και διάφοροι προλήψεις επικρατούσι παρά τω λαώ περί την ανευρισκομένυν εντός της γής αρχαίων θησαυρών. Μιαν τούτων είναι και η εξαής : Οι ευρίσκοντες θησαυρόν, αφού ανασκάψωσιν αυτόν οφείλουσι πρία ή εγγίσωσιν αυτόν να αφήσωσι να μένωσιν επ’ αυτού σταγόνες τινές αίματος ή εκ του ιδέαν σώματος ή εκ τινός προς τούτο κομισθέντος ζώου. Άλλως έχουσι να νουφέρωσι τα πάνδεινα και να πάθωσι σωματικούς...
Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν.
Ήμουνα παιδί ημάστενε στην Πάτρα . Μια φτωχειά γυνίκα επόθανε. Το παιδί επήε στον παπά. Έρχεσαι, παπά μου που ‘ πόθανε η μάννα μου, να την ενταφιάσωμε ; Θα με πλερώσης μπροστά του λέει ο παπάς. –Μα δεν έχω , παπά μου, άμα δουλέψω θα σε πλερώσω. Ο παπάς δεν επήαινε , αποφάσισε το παιδί να πάη μόνο του να κάμη τον τάφο και να πάρη 2-3 παιδιά να την ενταφιάση. Εκεί πο ‘ κανε το παιδί τον τάφο ηύρηκε...
Λουκάτος, Δημήτριος Σ.
(
1960
)
Κεκρυμμένοι θησαυροί
Ως εντή άλλη Ελλάδι, ούτω έν Μάνη υπάρχει πίσς, ότι πολλαχού κρύπτεται θησαυροί. Όυτως εν ικβάλω υπάρχει παράδοση, καθ ην εκεί που κρύπτεται θησαυρό. Λέγεται δε το εξής. Αντικρυά μου κ’ αντικρυά σου κ΄αντίκρυ ‘ς το φεγγάρι εκεί κοιμάτ ο τα’ασήμι ‘ς το λογάρτ. Τοιαύτη παράδοση η εν Οιτύλω : Δεξιά μερτά του λαγκαδιού κ αριστερά του κάστρου εκεί κοιμάτ’ ο κάκαλη ‘ς το φλουρί γεμάτη. Η παράδοση αύτη...
Νεστορίδης, Κ.
Εδώ απουκάτου στον κάμπο (τση Πόλης) έχει όλο λάκκους με πλάκες απαίνου. Οι πρωτύτεροι δεν είχανε τράπεζες να φυλάνε τα λεφτά τους κι’ ερκόντανε και τα χώνανε. Τα βάνανε μέσα σε μια ελιά (εκάνανε λαούμι) ή σε λάκκο, τα κλειούσανε και τους λέανε ξόρκια. Θέλουνε να πούνε πως μια φορά ένας πιστικός είδε ένανε που εγύριζε μ’ένα σακκί γιομάτο λεφτά στον ώμο τους τα’ ετήραε να ‘βρη μέρος νάν τα θάψη. Ανέβηκε...
Λουκάτος, Δημήτριος Σ.
(
1956
)
Στην Κερασιά υπάρχει ένα μέρος που βγαίνει νερό αλλά εκεί που βγαίνει πάλι χάνεται. Ένας είδε όνειρο να πάη να σκάψη εκεί θα βρή νερό ποτάμι. Όλο το χωριό πρόθυμοι να πάνε να σκάψουν. Επήγαν κ’ έσκαψαν και το νερό έβγαινε περισσότερο. Αλλά το μέρος είναι μαλακό και το νερό χάνεται. Έτσι το νερό που βρήκανε εχανότανε την άλλη μέρα. Ένας γέρος εσκέφθηκε και είπε στους Χριστιανούς. Μήπως είναι κανένας...
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1961
)
Στο Κάστρο του Γαρδικιού είναι θησαυροί. Παλαικά έλεγε ο Παπανικήτας από την οικογένεια Νικηταρά στου Τουρκολέκα, έλεγε πως πήγανε στη Μικρομάνη και βρήκανε ένα μάγο, για να τον φέρουν να βρούνε τα λεφτά. Ο μάγος είχε νια λαμπάδα από ξύγκι αμθρώπου. Έλεγεν πως όπου σβήση η λαμπάδα εκεί είναι τα λεφτά. Φτάσανε στη σπηλιά ‘’Περιστεριά’’ κι έσβησε η λαμπάδα. Πήρε όμως ημέρα και δεν μπορούσαν να κάνουν...
Πετρόπουλος, Δ. Α.
(
1957
)
Οι θησαυροί είνι πουλλοί κρυμμέν’ μέσα ‘ς τη γήρ. Για να βριθή ένας θησαυρός χρειάζιτι του σιδηρόχουρτου ή σιδηρουχόρταρου κι αντίκα. Του σιδηρουχόσταρου είνι ένα χορτάρ που άμα τα’ ααγίξς ή σι πόρτα κλεισμέν’ ή σι κασσέλα τα’ ανοίγη. Η αντίκα πάλι είνι ένα αρχαίον όβουλου αυτό βουηθάει για ν’ ανοίξ ου θησαυρός. Ου θησαυρός είνι κλεισμένους μι μαλαματένια θύρα ‘ς τη γή. Αυτή η θύρα ανοίγ’ μοναχή της,...
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1914
)
«
»
Πλοήγηση
Όλο το Αποθετήριο
Αρχείο & Συλλογές
Τόπος καταγραφής
Χρόνος καταγραφής
Συλλογείς
Λήμμα
Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
Ευρετήριο πηγών
Κείμενα
Ο λογαριασμός μου
Σύνδεση