• Ελληνικά
    • English
  • Ελληνικά 
    • Ελληνικά
    • English
  • Σύνδεση
Αναζήτηση 
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Παραδόσεις
  • Αναζήτηση
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Παραδόσεις
  • Αναζήτηση
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.

Αναζήτηση

Προβολή προηγμένων φίλτρωνΑπόκρυψη προηγμένων φίλτρων

Φίλτρα

Χρησιμοποιείστε φίλτρα για να περιορίσετε τα αποτελέσματα αναζήτησης.

Αποτελέσματα 31-40 από 164

  • Επιλογές Ταξινόμησης:
  • Συνάφεια
  • Τίτλος Αυξ.
  • Τίτλος Φθιν.
  • Ημερ. Υποβολής Αυξ.
  • Ημερ. Υποβολής Φθιν.
  • Αποτελέσματα ανά σελίδα:
  • 5
  • 10
  • 20
  • 40
  • 60
  • 80
  • 100
Thumbnail

Ο Χουχουλόγιωργας ήτονε ένας άνθρωπος που παντρεύτηκε και πέθανε η γυναίκα του,πεθάνανε τα παιδιά του και είχε οχτώ αδεφούς και του πεθάνανε κι’αυτοί.Όταν λοιπόν του φέρανε το μίλημα που πέθανε κι’ο τελευταίος του αδερφός, -Μπά,θέ μου,λέει,κάνε με πουλί,να γυρνάω να χουχουλιέμαι.Κι έτσι γίνηκε το πουλί ο Χουχουλόγιωργας και γυρνάει και φωνάζει : ‘’χουχουχού-χουχουχού’’και κλαίει τα’αδέρφια του. 

Ταρσούλη, Γεωργία (1928)
Thumbnail

Η χελώνα και η μέλισσα ήταν αδερφάδες.Και η μάννα τους ήταν άρρωστη κι’έστειλε μια συγγένισά της να τις φωνάξη για να τις ευχηθή.’Ετυχε λοιπόν να ζυμώνουνε κι’οι δυό,κι’η χελώνα και η μέλισσα.Λέει η χελώνα ; ‘’Δεν μπορώ νάρθω,ζυμώνω,έχω φαμελιά,και μου φωνάζουν τα παιδιά μου για ψωμί.’’Το είπανε αυτό της μάννας της και την καταράθηκε :’’Το σκαφίδι να γίνη σαμάρι στη ράχη της και να το σούρνη σ’ούλη της τη ζωή’’.Μηνύσανε και της μέλισσας και μόλις τα’άκουσε αυτή πιλάλησε με τα προζύμια στα χέρια.’’Μαννούλα μου της λέει,ήρθα.’’Η δόλια η μάννα ήταν πια στο ψυχομάχισμα και δεν τήνε γνώριζε.’’ποια είσαι,της λέει,ποια είσαι ; Μάννα μου,της λέει,είμαι η Μελισσούλα σου. –Μπά,παιδάκι μου,την ευχή μου νάχης.Δίχως εσένα λειτουργία να μη γένεται.Δίχως εσένα πανηγύρι να μη γένεται,ούτε γάμος,ούτε γιορτή.’’ Κι’έτσι έγινε η κόρη μέλισσα και βγάνει μέλι και κερί κι’ό,τι γένεται,είτε γάμος,είτε πανηγύρι,είτε λειτουργία,το κερί και το μέλι είναι απαραίτητα. 

Ταρσούλη, Γεωργία (1939)
Thumbnail

Νια βολά ο Παναγιώτης ο Χρόνης ερχόταν απο το χτήμα του και στάθηκε στο πηγάδι εκεί στα Τζαφέρια να ξαποστάση λιγάκι. Τηράει κι ερχόταν ένας άνθρωπος, μα τέτοιον άνθρωπο δεν τον είχε ματαιδωμένον, ψηλόν, θεώρατον, κι είχε κάτι παπούτσες τόσες μεγάλες και τις είχε βαλμένες κάτω απο τη μασχάλη του. Ώσπου να τόνε καλοιδή, γίνεται σκυλί, απο σκυλί άνθρωπος, απο άνθρωπος φίδι και χώθηκε σε μια τρούπα. 

Ταρσούλη, Γεωργία (1939)
Thumbnail

Εδώ στο Καπλάνι είναι ένας που τόνε παίρνουνε οι ξωτερικές και χορεύουνε και πάλι τον αφήνουνε. Χάνεται δυο μέρες, τρείς και γυρίζει πίσω ξεσκισμένος, ακουρνιάχτιγος και δε μιλάει κανενού. Χάνεται από τον Κάσσαρη και βρίσκεται πέρα στου Γρίζι, τον παίρνουν οι κυράδες και τον σηκώνουν στον αέρα και τον πάνε κει πέρα. Τον χορεύουν, ποιος ξέρει τι τόνε κάνουνε και τον απιθώνουν. Όποτε τις θέλει ναρθούνε κάθεται και βαρεί το καλάμι του. Μια φορά τον είχανε παρμένον ένα χρόνο και φάνηκε μετά, που λέγαμε πως είχε πεθάνει. Σ.τ.Σ. Κατά την κάθοδόν μου εκ του χωρίου ο αγωγιάτηςμ μου έδειξε ένα ρακένδυτον ποιμένα και μου είπε «Να ευτούνος είναι που τον παίρνουνε οι ξωτερικές.» 

Ταρσούλη, Γεωργία (1939)
Thumbnail

Σαν ήμαστον μικροί την ώρα που βασίλευε ο ήλιος μας έλεγε η μάναν μας. “Ε, τον τηράτε τον ήλιο που βασιλεύει; παέι να ταΐση τα παιδιά του που πεινάνε κι' αύριο το πρωί θαρθή πάλι. - Γιατί, μάννα, τη ρωτάγαμε, το μεσημέρι δεν τρώνε; - Όχι, κάθε βράδυ πάει μονάχα και τους δίνει ψωμί”. 

Ταρσούλη, Γεωργία (1939)
Thumbnail

Του Κωσταντή του Κόκκαλη το κορίτσι είναι νεραϊδοπαρμένο. Έτυχε ώρα κακή και τώρα είναι παράλυτο. Του Παναγιώτη του Ντρέ το μεγάλο κορίτσι που πέθανε το είχαμε πάρει οι νεράϊδες και το συνοπήρανε στον αέρα από το Γιαλόρεμα ως το Πηγαδόρεμα, κι έτρεξε η μάννα της και την επρόκαμε. Της κάμανε φυλαχτικά, λειτρουγίες, μα κουτσάθηκε το κορίτσι και δεν πέρασε πολύς καιρός που πέθανε. 

Ταρσούλη, Γεωργία (1939)
Thumbnail

Μια βολά ήτον ένας βγαλμένος στο κυνήγι και δεν εβάρηγε τίποτε. Εκεί που καθότουνα βλέπει και κατεβαίνει ένας αντρουκλας, Παναγιά μου σώσε, βουνό σωστό, και του λέει : Έχεις, ντουφέκι, μπάρμπα ; -Έχω, λέει εκείνος ο κακομοίρης, μα η ψυχή του είχε πάει στα πόδια του. Εγώ, του λέει ο άλλος, είμαι το στοιχειό του Βασιλιτσού και θα παλέψω μ’έν’άλλο στοιχειό πώρχεται να χαλάση του Βασιλίτσι. Αν το νικήσω θα γλυτώση το χωριό, μ’αν με νικήση, χαθήκατε. Πάρε ευτούνα τα τρία ασημένια βόλια και γιόμισε τοντουφέκι σου και την ώρα που θα παλέβομε θα σου κάνω νόημα να τόνε βαρέσης. Αν δεν τόνε πιτύχης, τον ματαβαρής, μ’αν τόνε πιτύχης μην τόνε μαραβαρέσης, γιατί θα χαθούμε κι συ κι εγώ. Και να σου το ειπή, μην το κάνης. Βαράει λοιπόν μια το στοιχειό του Βασιλιτσού με το πόδι του και ανοίγει ένα τράφο, ένα μπόι βαθύ. Μπαίνει μέσα ο έρμος ο κυνηγός, και χώθκε ούλος που ίσα ίσα το κεφάλι του έβγαινε όξω. Καννιά βολά, κατεβαίνει το άλλο στοιχειό, που σειόντανε τα όρη. Πιαστήκανε τα δυό στοιχειά κι αρχινήσανε να παλεύγουνε. Κάνει νόημα το στοιχειό του Βασιλιτσού σ’ εκείνονε που ήτονε χωμένος μες στην τρούπα να βαρέση. Δίνει μια εκείνος με το ντουφέκι του και το πετυχαίνει το άλλο στοιχειό στο σταυρό. Του λέει εκείνος : Μάτα βάρει! –Ναι βολά μ’εγέννησε η μάννα μου, ναι βολά βαρώ’’, λέει ευτούνος. Μόλις τώπε τούτο, έπεσε χάμω το στοιχειό κι έσκασε σαν καρπούζι. –Άντε τώρα στο χωριό σου, του λέει το στοιχε3ιό του Βασιλιτσού κι από δώ κι ομπρός δεν έχετε πιόνε να φοβούσαστε τίποτις. Έτσι τη γλύτωσε του Βασιλίτσι. 

Ταρσούλη, Γεωργία (1938)
Thumbnail

Ένας θειός μου ο Μιχάλης, είχε χάσει τ'άλογά του. Πάει στην ετιά, εκεί έχι νερό, να ιδή μην πήγανε εκεί, δεν τα βρίσκει. Πάει στην Ξερόβρυση, τότε είχε νερό η Ξερόβρυση- τηράει έναν άνθρωπο κόκκινον. Όσο νάρθη παραπάνω, λίγο παραπανίτσα, βλέπει έναν παπά, τον ίδιο τον εδικόνε μας. Ήρθε εδώ κι αρρώστησε. Του λέει η νοικοκυρά του : Να φέρουμε τον παπά να σε σταυρώση ; Της λέει : Eγώ τον άφκα στην Ξερόβρυση ! 

Ταρσούλη, Γεωργία (1939)
Thumbnail

Οι τρείς τελευταίες μέρες του Μάρτη λέγονται Μέρες της γριάς γιατί τις έκλεψε από το Φλεβάρη. Έβγαινε ο Μάρτης και η γριά παινεύτηκε και είπε : “Στην μπομπή σ' Μάρτη μου, τ’ ερμοκατσικάκια μου τάβγαλα”. Και τις εδανείστηκε τις τρείς μέρες από του Φλεβάρη, έρριξε χιόνι και την πλάκωσε τη γριά κάτω απ' το λεβέτι. Χώθηκε η γρία κάτω απ' το λεβέτι για να γλύτωση και την πλάκωσε κι αυτήν και τα κατσίκια. 

Ταρσούλη, Γεωργία (1939)
Thumbnail

Kάτω στη βρύση, εκεί που λέμε στο Καμαράκι, είναι κρούσματα. Η γιαγιά μου είχε ιδωμένη μια νύχτα τα μεσάνυχτα έναν παπά, με τη παπαδιά του και με δυό παπαδοπούλες, μα κατάλαβε που δεν ήτονε καλό πράμα κι έκανε το σταυρό της και χαθήκανε απο τα μάτια της. Άλλος πάλι έχει ιδωμένο στο ίδιο μέρος μια γουρούνα με δώδεκα γουρουνόπλα. 

Ταρσούλη, Γεωργία (1938)
  • «
  • 1
  • 2
  • 3
  • 4
  • 5
  • 6
  • 7
  • . . .
  • 17
  • »

Πλοήγηση

Όλο το ΑποθετήριοΑρχείο & ΣυλλογέςΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμεναΑυτή η συλλογήΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμενα

Ο λογαριασμός μου

Σύνδεση

Περιήγηση ανά

ΤύποςΠαραδόσεις (164)Συλλογέας
Ταρσούλη, Γεωργία (164)
Τόπος καταγραφήςΜεσσηνία, Πύλος, Κορώνη (50)Μεσσηνία, Πύλος, Ζιζάνι (30)Μεσσηνία, Πύλος, Καπλάνι (16)Μεσσηνία, Πύλος, Μεσοχώρι (14)Σύρος (14)Μεσσηνία, Πύλος, Σαρατσά (10)Μεσσηνία, Πύλος, Γρίζι (9)Μεσσηνία, Πύλος, Καινούργιο Χωριό (6)Μεσσηνία, Πύλος, Μεθώνη (5)Μεσσηνία, Πύλος, Βασιλίτσι (4)... Προβολή ΠερισσότερωνΧρόνος καταγραφής1930 - 1939 (155)1920 - 1929 (8)1916 - 1919 (1)
Επικοινωνήστε μαζί μας | Αποστολή σχολίων
Κέντρον Λαογραφίας E-Mail: keel@academyofathens.gr
Δημιουργία/Σχεδιασμός ELiDOC
Λογισμικό DSpace Copyright © 2015  Duraspace


Το Έργο «Εθνικό δίκτυο ψηφιακής τεκμηρίωσης της άυλης και υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς» στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ψηφιακή Σύγκλιση» του ΕΣΠΑ 2007-2013, συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από εθνικούς πόρους.