• Ελληνικά
    • English
  • Ελληνικά 
    • Ελληνικά
    • English
  • Σύνδεση
Αναζήτηση 
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Αναζήτηση
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Αναζήτηση
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.

Αναζήτηση

Προβολή προηγμένων φίλτρωνΑπόκρυψη προηγμένων φίλτρων

Φίλτρα

Χρησιμοποιείστε φίλτρα για να περιορίσετε τα αποτελέσματα αναζήτησης.

Αποτελέσματα 41-50 από 494

  • Επιλογές Ταξινόμησης:
  • Συνάφεια
  • Τίτλος Αυξ.
  • Τίτλος Φθιν.
  • Ημερ. Υποβολής Αυξ.
  • Ημερ. Υποβολής Φθιν.
  • Αποτελέσματα ανά σελίδα:
  • 5
  • 10
  • 20
  • 40
  • 60
  • 80
  • 100
Thumbnail

Τα Γλαρονήσια ήτανε ένα νησί με τη Μήλο και ο Καλόγερος μαζί. Με τσι σεισμούς εχωρίσανε. 

Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1959)
Thumbnail

Το χωριό μας το Λουτράκι δεν ευρισκότανε στη θέσι αυτή. Εδώ ήρθαμε κ’ εκτίσαμε σπίτια μετά το 1912 που ελευθερώθηκε ο τόπος από τους Τούρκους. Το χωριό ευρισκότανε πιο ψηλά 5 χιλιόμετρα προς τα δυτικά, στο βουνό επάνω για να προφυλάγεται από τους Τούρκους της πιπεριάς που ήσαν πιο σκληροί Τούρκοι στον κάμπο μας. Το όνομα του χωριού παλαιά ήτανε Πόζιαρ. Μετωνομάσθηκε σε Λουτράκι μετά το 1920 από τα ιαματικά λουτρά που βρίσκονται έξω από το χωριό, δυτικά ως τρία χιλιόμετρα. Στο μέρος που έχει κτισθή τώρα το χωριό ήσαν παλαιότερα, προ του 1912, μικρές καλύβες που τις είχε το χωριό σαν αποθήκες για τα γεννήματα. Τα χωράφια του κάμπου τα εκαλιεργούσαν μέχρι το 1912 οι άνδρες, οι γυναίκες από το φόβο των Τούρκων δεν εκατέβαιναν κάτω. Οι κάτοικοι δε ασχολούταν με την υλοτομία διότι εφοβούνταν τους Τούρκους να κατέβουν κάτω στον κάμπο. 

Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1961)
Thumbnail

Βρυκολάκοι λέγονται αυτοί που το σώμα dως δε λειώνει. 

Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1959)
Thumbnail

Στις Ποίσες είναι μια τοποθεσία που τη λένε Κάστρο και είναι η Παναγία απάνω (= εκκλησία της Παναγίας). Εκεί πέρα υπήρχε παλιά βασίλειο, έμενε εκεί πέρα ένα βασιλόπουλο. Στην Αγία Μαρίνα που είναι ο πύργος έμενε μια βασιλοπούλα. Την αγαπούσε το βασιλόπουλο αλλά ο πατέρας της δεν τον ήθελε και τον κυνηγούσε. Αυτή τον ήθελε κ’ έκανε παντοίους τρόπους να τον δη. Αυτός έβαλε απ’ έξω και τη φυλάγανε μέσα κλεισμένη. Το βασιλιόπουλο εύρισκε τρόπο κ’ ερχότανε το βράδυ και την έβλεπε. Ανέβαινε πάνω στην Αγία Μαρίνα με το άλογό του και για να μην τον καταλάβουνε όταν ανέβαινε προς τον πύργο έβαζε τα πέταλα του άλογου ανάποδα, προς τα κάτω, για να βλέπουν το πρωΐ τα πέταλα προς τα πού πηγαίνουν τα βήματα. Όταν έφευγε εγύριζε τα πέταλα προς τα πάνω για να μην τον ανακαλύψουνε. Μια νύχτα τα μεσάνυχτα, όταν ερχότανε για να ιδή τη βασιλοπούλα, ο βασιλιάς είχε βάλει αθρώπους και τον παραμόνεψαν σε μια θέσι που τη λέμε Κρεμαστή. Το μέρος είναι άγριο, είναι βουνά, είναι όλο στεφάνες (=κρημνοί και βράχοι μεγάλοι). Μια στιμή παρουσιάστηκε αυτός που παραμόνευγε μπροστά, το άλογο εχταμπίστηκε (=εξιππάσθηκε) και έρριξε κάτω το βασιλόπουλο, εκρεμάστηκε κ΄εσκοτώθηκε. Κι από τότε λένε το μέρος αυτό Κρεμαστή. Μετά από πολλά χρόνια μια γριούλα είχε εκεί κοντά ένα μπαξέ (=περιβόλι) κ’ εσηκώθηκε ακόμη βαθειά νύχτα που ήταν φεγγάρι για να πάη να ποτίση τον μπαξέ. Τότες δεν είχαν ρολόγια Κι’ αυτή εξύπνησε κ’ έφυγε για τον μπαξέ με την πρώτη λαλιά του πετεινού, ακόμη μεσάνυχτα. Επήγε κι άνοιςε τη στέρνα να ποτίση. Μια ματιά που έρριξε πέρα προς την Κρεμαστή είδε μια λάψι και μέσ’ στη λάψι αυτή ένα αξιωματικό με το τσιγάρο στο στόμα και με το βούρδουλα στο χέρι. Μόλις είδε αυτό, εθυμήθηκε που είχε ακούσει για το βασιλιόπουλο, και το είδε τώρα ολοφάνερο. Ετρόμαξε, έπεσε πάνω σε μια ρίζα από λεμονιά κ’ εσκέπασε τα μάτια της να μην βλέπη ίσαμε που ξημέρωσε κ’ εβγήκε ο ήλιος. Το νερό που είχε αρχίσει να ποτίζη επήρε όλο τον μπαξέ, το χώμα, και τόνε κατάστρεψε. Η γριούλα τρομαγμένη γύρισε στο σπίτι της. 

Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1960)
Thumbnail

Οι Καλιτσαντέροι ελέγανε οι παλιοί πως ερχόντανε από τη Μύκονο το σαραντάμερο. Ήσαν σαν άνθρωποι, εγυρίζανε τα Χριστουγενόσκολα την νύχτα κ’εμπαίνανε μέσα στα σπίτια. Στην Ικαρία είχαμε σούβλες σιδιρένιες που τις λέγαμε αρφάδια επερνούσαμε σ’αυτές τις σούβλες το κρέας και το ψήναμε γυρίζοντάς το πάνω στα κάρβουνα. Αυτό το κρέας το λέγαμε γιαμπάπι. Όταν ήψηνε το γιαμπάπι ένας Ικαριώτης μπαίνει μέσα ένας Καλιτσάντερος κ’ερώτησε το νοικοκύρη που έφτειανε το γιαμπάπι πως τον λένε. Λέει αυτός με λένε ‘’Απατό μου’’. Εκεί που έψηνε το κρέας φέρνει του Καλιτσαντέρου με το αρφάδι μια στα μάτια. Ο Καλιτσάντερος βγήκε όξω και φώναζε τρέχουν οι άλλοι Καλιτσάντεροι και τον ρωτούν να κάψη ο Θεός το φώς του κ’ η αλαύρα (φωτιά) τα παιδιά ντου’’. Οι άλλοι που τον άκουσαν ότι τον έκαψε ο Απατός του, δηλ. εκάη μόνος, εσηκώθηκαν κ’εφύγανε. 

Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1962)
Thumbnail

Όταν έβλεπε κανείς όνειρα ότι στο τάδε μέρος υπάρχουνε λεφτά, το όνειρο αυτό επερίμενε να το ιδή τρείς φορές. Μετά επήγαινε στο μέρος αυτό που είδε όνειρο ότι υπάρχουνε χρήματα και έρριχτε στάχτη να ιδή τι πατησιά θα υπήρχε. Όποιου ζώου πατημασιά ήτανε ή ανθρώπου έπρεπε να σφαχτή επάνω εκεί για να μπορέση να βρή τα λεφτά και να τα πάρη, διαφορετικά δεν θα μπορούσε να τα πάρη. 

Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1961)
Thumbnail

Ένας άλλος απ'εδώ (λένε πως ήτο ο Τέσκος Γεώργιος, τον έφταξα εγώ) [Χωρίον Ραχές] είδε ένα καίκι κ' ήρχετο και πήε να ιδή. Τι καίκι ήτο, πάει δεν είδε καίκι μόνο ένα καρνότσοφλο γεμάτο μερμήγκια. Πιάνει το καρνότσοφλο και το ρίχνει μέσ' στη θάλασσα μαζί με τους μερμήγκους. Ύστερα αυτός ο άνθρωπος έπαθε, ήχασε το φώς του. 

Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1962)
Thumbnail

Οι Εβραίοι εκυνήγησαν το Χριστό. Ο Χριστός εχώστηκε στη ματζιαούρα (= στη μάντρα). Αυτοί τον ευρήκανε εκεί και τον επιάσανε και τον κρεμάσανε. 

Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1963)
Thumbnail

Για το μαύρο του φεγγαριού λέμε πως τούτο έκαμε ο ήλιος, που το κτύπησε με λάσπη 

Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1961)
Thumbnail

Ήτανε μια φορά ένας βασιλιάς νιόπαντρος κ’ έκαμε με τη βασίλισσα ένα κοριτσάκι. Στις τρεις μέρες περίμενε ο βασιλιάς με τη βασίλισσα μ’ αγωνία που θα πηγαίνανε οι Μοίρες να το μοιράννουνε το βράδυ πήγανε οι Μοίρες. Η μια του είπε ότι θα γίνη βασίλισσα. Η άλλη του είπε πως θα γίνη πολύ όμορφη. Η Τρίτη του είπε ότι όταν θα γίνη δεκαεννιά χρονώ θα πνιγή στο πηγάδι του κήπου του παλατιού. Όταν έφτασε το κορίτσι δεκαεννιά χρονώ εκλείσανε το πηγάδι για να μη πέση μέσα. Αυτό όμως όλο κ’ ετριγύριζε πάνω από το πηγάδι. Όταν ήρθε η ωρισμένη μέρα που του ‘χε μοιράνει η μοίρα του, πήρε ένα ποτήρι νερό να πιή κι όπως έπινε το νερό επνίγηκε. Από τότε έμεινε η παροιμία «Απού του μέλλει να πνιγή ποτέ του δεν πεθαίνει». 

Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (1960)
  • «
  • 1
  • . . .
  • 2
  • 3
  • 4
  • 5
  • 6
  • 7
  • 8
  • . . .
  • 50
  • »

Πλοήγηση

Όλο το ΑποθετήριοΑρχείο & ΣυλλογέςΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμεναΑυτό το ΑρχείοΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμενα

Ο λογαριασμός μου

Σύνδεση

Περιήγηση ανά

Τύπος
Παραδόσεις (494)
Συλλογέας
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (494)
Τόπος καταγραφήςΚέα (74)Λέρος (47)Κίμωλος (30)Ικαρία, Ράχες (25)Ικαρία, Ράχες, Γιαλισκάρι (18)Ικαρία, Μάραθος (17)Πέλλα, Άγιος Αθανάσιος (17)Ικαρία (16)Ικαρία, Βρακάδες (16)Μήλος, Πλάκα (16)... Προβολή ΠερισσότερωνΧρόνος καταγραφής1960 - 1963 (372)1950 - 1959 (100)1939 - 1939 (22)
Επικοινωνήστε μαζί μας | Αποστολή σχολίων
Κέντρον Λαογραφίας E-Mail: keel@academyofathens.gr
Δημιουργία/Σχεδιασμός ELiDOC
Λογισμικό DSpace Copyright © 2015  Duraspace


Το Έργο «Εθνικό δίκτυο ψηφιακής τεκμηρίωσης της άυλης και υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς» στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ψηφιακή Σύγκλιση» του ΕΣΠΑ 2007-2013, συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από εθνικούς πόρους.