• Ελληνικά
    • English
  • English 
    • Ελληνικά
    • English
  • Login
Search 
  •   Homepage
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Search
  •   Homepage
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Search
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.

Search

Show Advanced FiltersHide Advanced Filters

Filters

Use filters to refine the search results.

Now showing items 1-10 of 25

  • Sort Options:
  • Relevance
  • Text Asc
  • Text Desc
  • Time Recorded Asc
  • Time Recorded Desc
  • Results Per Page:
  • 5
  • 10
  • 20
  • 40
  • 60
  • 80
  • 100
Thumbnail

Επί τινός των κλιτύων του όρους Τελεθρίου εκτεινομένης ΒΔ τούτου υπάρχει επιμήκης σειρά λευκών λίθων, μακρόθεν φαινομένη ως σειρά εφίππων φουστανελλοφόρων βαδιζόντων κατά παραγωγήν. Ταύτην οι περίοικοι ονομάζουσι “συμπεθερικό”/. Περί αυτής φέρεται η ακόλουθος παράδοσις. Απ' το Παλιοχώρι επάιρνανε μνιά νύφ 'ςτουν Άη Γιάννη. Όταν ξεκίνησ' το συμπεθερικό, επήραν τα προικιά κι άδειασ' ούλο το σπίτι. Μαζί ερχόταν κ' η μάννα της νύφης. Όντας φτάσαν 'ςτ' Αγιαννιώτικο, γυρίζ' η νύφ' και λέει της μάννας της “μάννα, ξέχασαμ' τον τρουβιά”. Η μάννα της κακοφάνηκε και της λέει, “ούλες σ΄οι πίκρες, κόρη μ' για τον ντρουβιά τανε; Τρουβιάδες να γίνητ' και σύ και το συμπεθερικό σ'. Και αμέσως γινήκαν ούλοι τρουβιάδες. Σημ. Παλιοχώρι, χωριόν του δήμου Αιδηψίων, ου σήμερον σώζονται ελάχιστα ερείπια. Άη Γιάννης : χωρίον του δήμου Ιστιαίων. - Τρουβιάς = λεία λίθινη σφαίρα, δι ής οι ποιμένες τρίβουσι το άλας, όπερ προσφέρουσι κατ' Αύγουστον εις τα ποίμνια. 

Άγνωστος συλλογέας (1914)
Thumbnail

Οι άλλοι μήνες εξώδεψαν ότι είχαν μαζεμένα κι άμα έρθη ο Μάρτης σώνουνται ούλα και τότε του λένε πως αυτός τα σωσε ούλα και τον κρεμάνα. Όταν τον κρεμάνε κλαίει κι όταν τον ξεκρεμάνε γελάει. (Άλλα αίτια της αστασίας του Μαρτίου βλ. Εν Πολίτου Παραδ. αρ. 990 κε.) 

Άγνωστος συλλογέας (1916)
Thumbnail

Στο Ξηροκάμπι της Σπάρτης εφέρνανε νερό από αλαργινό μέρος που λεγότανε Ανάκωλο κ' επειδή ήτανε βράχια το εφέρνανε σκαλιστό για να περάσουνε ταυλάκι. Εκεί που το κοντέψανε να ντο φέρουνε 'ς το χωργιό απαντήσανε μαστόρους κ' εφτειάνανε γιοφύρι χωρίς λάσπη. Ερώτησανε εκείνοι που κάνατε ταυλάκι, αν κοντεύουν να ντο κιώσουν το γιοφύρι, κ' εκείνοι είπανε “αν θέλη ο Θεός θα ντο φτειάσουμε”. Κ' είπανε, “ήθελε δεν ήθελ' ο Θεός, εμείς το φέραμε το νερό”. Κ' ήντουσαν καθισμένοι να φάνε κι άμα είπανε το λόγο, χάλασε ταυλάκι κ' έγινε βράχος, όπως ήτανε πρώτα κ' εθυμώσανε αυτοί κι επατάξανε τημ πίτα το ψωμί στο βράχο κ' εκόλλησε και φαίνεται ως τα σήμερα εκεί 

Άγνωστος συλλογέας (1916)
Thumbnail

Οι καλλιβρούσηδες ή καλλικαντζάροι θεωρούνται μικροί δαίμονες, οι οποίοι <βγαίνουν> την νύκτα της παραμονής των Χριστουγέννων εκάστου έτους εις τας υπογείους αποθήκας των χωρικών και χορεύουν μεταξύ των. Οι οικείοι φροντίζουν απο πρωίας να έχουν καθαρίση καλώς απο πάσαν ακαθαρσίαν τα υπόγεια, διότι όταν είναι πολύ καθαρά πιστεύεται όι <δέν πολυβγαίνουν>. Καθ' όν δε χρόνον χορεύουν <κατουρούν> και τα εντός των πίθων ή πιθαριών συνήθως αποθηκευόμενα σύκα. Δια τούτο δε όλα αυτά τα δοχεία προηγουμένως <τα χρούνε με τη βορβιθιά ή βουρθιά>, κολλητικόν μείγμα εξ ύδατος και βοείου ακαθαρσίας. Μένουν δε ούτω κεκλεισμένα μέχρι της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, ότε καο τα ανοίγουν οι οικείοι λέγοντες : Κύριε των Δυνάμεων μεθ'ημών γενού άλλον γάρ εκτός σου βοηθόν πάρε τ'άλετρό σου κι άντε στο χωριό σου κι άνοιξε τα σύκα σου και δώσε τω bαιδιώ σου. (η αρχαία λέξη βόλβιτον, σημαίνυσα την κόπρον των βοών) 

Άγνωστος συλλογέας (1918)
Thumbnail

Στο ποτάμι είναι ένα βράχο και εκεί πήγανε δυό παιδιά να κυνηγήσουνε. Εχτύπησε το ένα ένα πουλί κ' εκατέβαινε να ντο πάρη, αλλά παραπάτησε κ'έπεσε 'ς το ποτάμι κ'επέθανε. Απο τότε εστοίχειωσε το μέρος εκείνο και ακούνε φωναίς νύχτα και ημέρα. Πολλούς τους φωνάζει με τ'όνομά τους και τους λέει να πάν' εκεί πάνε μα δε βλέπουν τίποτα. 

Άγνωστος συλλογέας (1916)
Thumbnail

Όταν ο Χριστός εγύριζε με τους μαθητάς του, απάντησε ‘ς το δρόμο ένα ζευγολάτη και ώργωνε, και αντί να γυρίζη πίσω το αλέτρι, το έπαιρνε ‘ς το νώμο του και το γύριζε από την ίδια μεργιά. Γι αυτό δε γινότανε η δουλειά του πολλή και γλήγορη. Του λέει ο Χριστός <γιατί να ντο γυρίζης το αλέτρι από την ίδια μεργιά, που αρχινάς και δεν γυρνάς πίσω από τη μεργιά που φτάνεις;> Ο ζευγολάτης το μαθε και ώργωνε γλήγορα. Πέρασ’άλλος ζευγολάτης <βρέ>του λέει <πως το μαθες αυτό;><πέρασε ένας άνθρωπος, θεός συχωρέσαι τομ πατέρα του, και μου το δειξε και το μαθα>. Από κεί εκίνησ’ ο Χριστός κ’επήγε ‘ς ένα σπίτι ‘ς το χωργιό και ηύρε μια και ύφαινε. Πέρναγε μια φορά τη σαγίττα, έκοβε τηγ κλωνά αι τημ πέρναγε πάλε από την ίδια μεργιά. Της λέει ο Χριστός να μην την κόβει, αλλά να ντη γυρίζη πίσω τηγ κλωνά. Εκείνη το έμαθε πάλε. Ήρθε μια γειτόνισσα και της λέει <πως το μαθες αυτό να υφαίνης;>Εκείνη λέει <μοναχή μου το μαθα.>Γι αυτό καταράστηκε ο Χριστός και το παννί της γυναίκας γίνεται λίγο, του ζευγολάτη όμως το στάρι γίνεται πολύ, γιατί το ευλόγησε ο Χριστός. 

Άγνωστος συλλογέας (1916)
Thumbnail

Ο έφορος των αρχαιοτήτων κ. Ν. Γ. Παπαδάκις εν τη καλίστη πραγματεία αυτού «Περί το Χαροκόπειον της Κορώνειας (εν αρχαιολογικώ δελτίω 1917 τ. Β, σελ. 258) αναφέρει την εξής βοιωτικήν παράδοσιν : «Αυτά δω τα παχιά χωράφια τα είχε μια φορά ένας τυφλός, και τα δινε σε κολλήγους να τα δουλεύουν. Ένας όμως από δαύτους κάποτε, άνθρωπος άδικος εις το μοίρασμα του σιταριού απάνω στ’ αλώνι, εκαλογέμιζε το κοιλό πάντα και τα’ άδειαζε στο δικό του σωρό, στου συντρόφου του το μέρος όμως έχυνε μόν’ όσο χωρούσε ανάποδα το κοιλό, στο γύρο, αποκάτ’ από τον πάτο και τον ρωτούσε κάθε φορά. «Βλέπεις, σύντροφε; - Βλέπ’ ο Θεός,» απαντούσε ο τυφλός ανύποπτα, ωε το τέλος, τότες όμως να! Ο θεός, που τώντες έβλεπε, του κάνει ξάφνου χώμα το σωρό του. Έτσι γένηκε το Λειώμα». Όμοιαν νεοελληνικήν παράδοσιν αναφέρει ο κ. Ν. Γ. Παπαδάκης την μεγαρικήν εν ταις εμαίς Παραδ. Αρ. 297, όπου όμως άλλη φέρεται αιτίας της μεταβολής των σωρών σίτου εις χωματολόφους. Ο μύθος, άνευ της κατακλείδος της τελικής μεταμορφώσεως και τις αναφοράς εις ωρισμένους τόπους, ήτις μεταβάλλει αυτόν εις παράδοσιν, είναι κοινός πολλαχού της Ελλάδος. Μια επτανησιακή διατύπωσις αυτού (παρά Γ. Καβαδία ο Πρακτικός Λόγος, Κέρκυρα 1876, σελ. 23, αρ. 993) έχει ως εξής : «Αναποδογυρισμένο έχοντας το κουβέλι, εμέτραγε ένας μια φορά, για να παράδωσγ του στραβού του σέμπρου του το μερδικό του τα κουκιά. Και για να του αποδείξη πως του τα εμέτραε υπέρχειλα, και πως δεν θέλει να ωφεληθή από την στραβομάρα του, του έπαιρνε το χέρι, του άνοιγε την απαλάμη, του την απίθωνε απά στα σωρισμένα τα κουκκιά και του έλεγε. «Βλέπεις, σέμπρε;» Ο στραβός ή γιατί του έμεινε κάποια υποψία ή άθελα έτσι … απιλογιόνταν και έλεγε «βλέπει ο Θεός». Ο μύθος ούτος συνεπτύχθη εις παροιμίαν ής φέρονται διάφοροι παραλαγαί. Τοιάτη παραλαγή φαίνεται ότι είανι και η μεσαιωνική παροιμία «Πολέμα ως πολεμάς, αμή ο θεός θεωρεί» (Άθων συλλογή Γ’ 31εν Π. Π. τ. Α, σελ. 17), ενέχουσα την έννοιαν, την οποίαν εκφράζει και η αρχαία γνώμη «Έστι δίκης οφθαλμός, ός τα πάνθ’ ορά» και άλλαι τινές [(ΠΠ. Λ. θεός, αρ. 215). Την αυτήν παράδοσιν ευρίσκομεν και παρ’ άλλοις λαοίς. Ιταλός συγγεαφεύς των μέσων του ΙΣΤ΄αιώνος αναφέρει ότι κατά τας διηγήσεις των χωρικών το σικελικόν βουνόν Μόδιον (il Moggio) εκλήθη ούτω εκ τοιαύτης αιτίας. Ήσαν δύο αδερφοί, ων ο έτερος τυφλός, οίτινες συνεκόμισαν μεγάλην ποσότητα σίτου εκ της σοδείας των αγρών των. Κατά την διανομήν δε, ο βλέπων αδελφός εις το μερίδιον του εκένου πλήρες το μόδιον αναποδογυρισμένο. Ο τυφλός ψηλαφών τον σίτον και μη δυνάμενος να εννοήση την απάτην, έλεγεν. «Αν δεν βλέπω εγώ, βλέπει για μένα ο θεός.» Αφού εμοιράσθη το σιτάρι και έγινε μεγαάλος σωρός το μερίδιον του δόλιου αδελφού, επήλθε εκ θαύμαρος πύρ εξ ουρανού και κατέκαυσε και αυτόν και τον σωρό του, ο οποίος έγινεν ένα υψηλόν βουνόν κοκκινωπον. – Παραπλήσιαι δε παραδόσεις φέρονται και σήμερον παρά τω ιταλικώ λαώ, ως σημειώνει ο G. Pitre. Άλλην αναφέρει την θείαν τιμωρίαν ομοίου δόλου σουηβική τις παραδόσις. Διένεμον τα χρήματα των τρείς καλογριαί, ων η μια τυφλή, εις την οποίαν αναστρέφουσαι το μέτρον έδιδον το μεριδιόν της, θέτουσαι εις το αβαθές μέρος, αφού πρώτον την εκάλουν να ψηλαφήση αυτό. Η τυφλή υποπτευθείσα τον δόλον είπε. Αν με γελάτε, να βουλιάξη η πόλις μαζί σας. Μόλις ετελείωσεν η διανομή, το μέρος εκείνο βούλιαξε. [Διάφοροι παραλαγαί = «Βλέπεις στραβέ – Βλέπει ο Θεός». (ΠΠ .λ. Θεός, αρ. 60). Άλλαι παραλαγαί αυτ. αρ. 61,66. ΙΣΤ΄αιώνος = Giul. Filot defli Omodei Descrizione della Sicillia. βιβλ. Ι, σελ. 51 – 52. (εκδ. G. Di Marzo, Palermo, 1876) εν Archinio per le tradiz. Popolari 1898, τ. XVII, 227- 8, βούλιαξε = E. Meier, Deutsche Sagen aus Schwaben Stuttgart τ. I, σελ. 33, Revue des trad. Popul. 1891, τ. Vi, σελ. 517, O Simrock (Deutsche Mythologie 105, σελ. 341), αγνοώ πόθεν παραλαμβάνων, λέγει ότι εν τοις γερμανικοίς μύθοις δια του αυτού δόλου εξαπατά την αγαθήν Μοίραν ή κακή εν τη διανομή των αγαθών, το μέτρον, εν ώ τα χρυσά νομίσματα, παρουσιάζει αντιστρόφως, ώστε μόνον λίγον μέρος μεταξύ πυθμένος και κάτω χειλέων πληρούται.]. 

Άγνωστος συλλογέας (1918)
Thumbnail

Η εν Κρήτη τοποθεσία Καϊάφα, κείμενη εις μικράν απόστασιν εκτός της πόλεως Ηρακλείου, πλησίον των ερειπίων της αρχαίας Κνωσσού μνημονεύεται εν φ. 303β του υπ. αρ. 10 κώδικος της Πανεπιστημιακής βιβλιοθήκης της εν Σουηδία Ουψάλας. Εγράφη το παρόν ψαλτήριον δια συνδρομής και εξόδου του θεοσεβεστάτου ιερέως κυρού Νικολάου του Κρητικού, εν τω χωρίω τω επικεκλημένω ο Καϊάφας εν μηνί Ιουνίω κς τω ςωοζ’ έτει ίνδ. ζ’(=1369). Μεταξύ των λέξεων Καϊάφας εν μηνί τρεις περίπου στίχοι διεξεσμένοι εν αρχή του φ. 304α. Ίδε Graux Martin Notices sommaires des manuscrits grecs de Suede εν τοις Archives des missions scientifiques. Σειράς τρίτης τ. ΙΕ (1889) σ. 398 κε. Το επώνυμον Κρητικός του γράψαντος ιερέως αποδεικνύει ότι μάλλον περί του ειρημένου χωρίου της Κρήτης πρόκειται η περί της ομωνύμου εν Ηλεία τοποθεσίας, ην έλαβε και η λίμνη η λεγόμενη Καϊάφα. Του πελοποννησιακού Καϊάφα το όνομα ανέρχεται τουλάχιστον εις τον ΙΣΤ αιώνα, καθ’ όν εγράφη ο κουτλουμουσιακός κώδιζ 220, εν ω μνημονεύεται.» (Σπ. Π. Λάμπρος εν Νέω Ελληνομνήμονι τ. Ι (1913) σ. 491) Το παρά το Ηράκλειον της Κρήτης χωρίον Καϊάφας έλαβε το όνομα εξ αρχαίου μνημείου, όπερ τάφον του Καϊάφα ονομάζει δημώδης κρητική παράδοσις (των εμών Παραδόσεων αρ. 189), ης τα στοιχεία ευρίσκονται εν τω αποκρύφω βιβλίω των πεπραγμένων τω Πιλάτω. Περί τούτων διαλαμβάνομεν εν Παράδ. σ. 792 – 2. Το παλαιότερον έγγραφον, εν ω αναφέρεται το χωρίον Καϊάφα είναι του 1248. – Σ.τ.Δ.) 

Άγνωστος συλλογέας (1914)
Thumbnail

Πολλαίς φοραίς 'ς το δρόμο τη νύχτα παρουσιάζονται 'ς τους διαβάταις καλαμωταίς, σαν εκείναις που βάνουν τα μεταξοσκούληκα, και δεν αφήνουνε τον άνθρωπο να περάση. Έτσι ερχότανε 'ς το χωργιό ένας νύχτα και δεν τον άφηναν να περάση, όσο που ακούστηκαν τα κοκόρια να λαλούνε. Ένας άλλος ερχότανε νύχτα κ' εκράτειγε 'ς τα χέργια του ένα σκερπάνι, του παρουσιάστη η καλαμωτή, την εβάρεσε με το σκερπάνι κ' επέρασε. Άμα ήρθε ς το σπίτι, είδε με το φως το σκεπάρνι του γιομάτο αίματα. 

Άγνωστος συλλογέας (1916)
Thumbnail

Στον Άη Γιαννάκη, που ήτανε παλαιά η εκκλησία του απόξω από το Καστρί, ερχόντουσαν καβάλλα τα στοιχειά των Αγίων πρώτοι οι Άγιοι Θεόδωροι, ύστερα ο Άγιος Νικόλαος, ο Άγιος Γεώργιος, ο Άγιος Αθανάσιος και ο Άη Γιαννάκης. Ένας είχε κεί κοντά τα πρόβατά του κ’ εψοφάγανε και δεν είχε τι να κάμη. Επήγε ‘ς αυτόν ο Άη Γιαννάκης και του είπε να ντα πάη τη νύχτα εκεί και να ντα φήση και αυτός να πάη να καθήση παραπάνου ‘ς ένα δέντρο και να κυτάη, αλλά να μη φοβηθή. Τη νύχτα είχε ο Άη Γιαννάκης ένα τουβούλι σα ρετσίνι, το πέταγε μέσα ‘ς τα πρόβατα κ’ εβούιζε κ’ εσκροπίζανε τα πρόβατα ερχότανε αμέσως ένα μικρό σκυλάκι και τα μάζευε αυτό γινότανε ως την αυγή. Όντας εφύγανε οι άγιοι επήγ’ ο τσοπάνης κ’επήρε τα πρόβατα του κι από τότε γίνανε καλά. 

Άγνωστος συλλογέας (1916)
  • «
  • 1
  • 2
  • 3
  • »

Browse

All of the Digital RepositoryArchive & CollectionsPlace recordedBy Time RecordedAuthorsLemmaLegend classification (acc. Politis)Source indexTitlesThis ArchivePlace recordedBy Time RecordedAuthorsLemmaLegend classification (acc. Politis)Source indexTitles

My Account

Login

Discover

Type
Παραδόσεις (25)
Collector
Άγνωστος συλλογέας (25)
Place recordedΑρκαδία, Κυνουρία, Καστρί (14)Άδηλου τόπου (2)Άνδρος, Μεσαριά (1)Αρκαδία, Κυνουρία, Βέρβαινα (1)Αχαΐα, Πάτρα, Ξηροχώρι (1)Βοιωτία (1)Θεσσαλία (1)Καρδίτσα, Δράνιτσα (1)Κρήτη (1)Κρήτη, Σφακιά (1)... View MoreTime recorded1919 (1)1918 (3)1916 (17)1914 (3)1912 (1)
Contact Us | Send Feedback
Κέντρον Λαογραφίας E-Mail: keel@academyofathens.gr
Δημιουργία/Σχεδιασμός ELiDOC
Λογισμικό DSpace Copyright © 2015  Duraspace


Το Έργο «Εθνικό δίκτυο ψηφιακής τεκμηρίωσης της άυλης και υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς» στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ψηφιακή Σύγκλιση» του ΕΣΠΑ 2007-2013, συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από εθνικούς πόρους.