Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Μανασσείδης, Συμεών Α."
-
Τον πήρε 'ς το λαιμό του
Μανασσείδης, Συμεών Α. (1906) -
Τον πονεί το δόντι διά ...
Μανασσείδης, Συμεών Α. (1906) -
Τον σύρνω από την μύτην
Μανασσείδης, Συμεών Α. (1917)Ερμηνεία: Έχω αυτόν υπό τας διαταγάς μου μη έχοντα θέλησιν -
Του βάλλω τα γυαλιά
Μανασσείδης, Συμεών Α. (1917)Γυαλία= ομματογυάλια. Ερμηνεία : Αποδεικνύω τινί ότι είμαι ανώτερος αυτού -
Του έδωκε τα παπουτσια 'ς το χέρι
Μανασσείδης, Συμεών Α. (1906) -
Του κόσμου περιγέλοιο τον κόσμον περιγελά
Μανασσείδης, Συμεών Α. (1917)Ερμηνεία: Προς τον αξιογέλαστον τον καταγελούντα άλλον -
Του πουλιού το γάλα
Μανασσείδης, Συμεών Α. (1906) -
Τούτος ο ανήφορος θα φέρη και κατήφορον
Μανασσείδης, Συμεών Α. (1917)Ερμηνεία: Μετά την δυστυχίαν έρχεται η ευτυχία. Μετά την δυσκολίαν έρχεται και η ευκολία -
Τρώγεται μι τα ρούχα του
Μανασσείδης, Συμεών Α. (1885)