Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Μανασσείδης, Συμεών Α."
-
Πα 'ς τα νύχια πατεί
Μανασσείδης, Συμεών Α. (1906)Ερμηνεία: Δια τον αβροβάτην, αυτός που περπατά καμαρωτά -
Πάγει καλιά του
Μανασσείδης, Συμεών Α. (1906) -
Πάγει να μοιάση
Μανασσείδης, Συμεών Α. (1917)Ερμηνεία: Προς τον ειπόντα οτι το δείνα ομοιάζει τω δείνα, καίτοι όλως απέχει του είναι όμοιον -
Παίρνω τόν αέρα του
Μανασσείδης, Συμεών Α. (1917)Ερμηνεία: εννοώ ποιάς διαθέσεώς τις είναι καί μεταχειρίζομαι αυτόν όπως θέλω -
Παλαμήδα του μυρίζει μα δεν τρώγει ουδέ κολλοιό
Μανασσείδης, Συμεών Α. (1885)Ερμηνεία: Δια τον επιθυμούντα τινός -
Παλαμίδα σε μυρίζει, μα δεν τρως ουδέ κολοιό
Μανασσείδης, Συμεών Α. (1906)Ερμηνεία: Δια τον επιθυμούντα μεγάλων και μη επιτυγχάνοντα ουδέ μικρών -
Παντρέψαμε τη γωνιά μας
Μανασσείδης, Συμεών Α. (1882)Έτσι λέγουσιν όταν θα βάλωσιν εκ την εστίαν μέγαν δαυλόν όρθιον -
Παπάν να (περι) γελάσης, παπάς δεν γίνεσαι
Μανασσείδης, Συμεών Α. (1917)Ερμηνεία: Παν ότι καταγελάσης, ένδεκτον (ενδεχόμενον) να καταντήσης, μόνον ιερεύς δεν γίνεσαι