Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Ζήσης, Ευστράτιος"
-
Μιγάλο το καράβ' μιγάλα τα νερά τ' μ'κρό το καράβ' μικρά τα νερά τ'
Ζήσης, Ευστράτιος (1937)Εννοούσαν ότι οι ευκατάστατοι έχουσι και περισσοτέρους κινδύνους και μεγαλυτέρας φροντίδας -
Μισισμένος του ματιού μου, κληρονόμος του σπιτιού μου
Ζήσης, Ευστράτιος (1938)Δια τα απρόοπτα της τύχης, ότε άνθρωπος μισητός και περιφρονητέσι εγίνοντο συγγενείς και κληρονόμος εκείνων που τους μισούσαν -
Μπαbά μ΄στείλε μ΄τ΄ν ευκή σ΄- Έλα με τα ποδάργια σ΄κι πάλε καθώς διούμε ...
Ζήσης, Ευστράτιος (1939)Ερμηνεία: Δια μερικούς που νομίζουν ότι θα επιτύχουν ευκόλως δι΄ενός λόγου κάτι, δια το οποίον χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια -
Μπαμπά μ', όταν μ' ορμήνευες, εβδομηdαδυό τσι μετρούσα
Ζήσης, Ευστράτιος (1937)Λεγόνταν για τους νεαρούς και αργοσχόλους ανθρώπους, οι οποίοι αποφεύγουν να κουράσουν τη σκέψη των -
Μπαμπά μ', όταν μ' ορμήνευες, εβδομηdαδυό τσι μετρούσα σ' μ'λαριού μας
Ζήσης, Ευστράτιος (1937)Λεγόνταν για τους νεαρούς και αργοσχόλους ανθρώπους, οι οποίοι αποφεύγουν να κουράσουν τη σκέψη των -
Να 'σαι καλά του Άγουστο που 'ναι παχειές οι μύγες
Ζήσης, Ευστράτιος (1937)Κοροϊδία και ένδειξη δυσανασχετήσεως για την παχυδερμία ωρισμένων ανθρώπων που ενόμιζαν ότι εξωπλήρωσαν το καθήκον των προς άλλοις, κάμνοντας κάτι που εύκολο που θα το κάμναν κ χωρίς να έχουν καμία υποχρρέωση -
Να ΄χα ΄στιά και πυροστιά
Ζήσης, Ευστράτιος (1941)Διά παντελή ανέχειαν. Περικοπή παραμηθιού, κατά το οποίον μια οικοκυρά εξεδήλωνε την προθυμίαν της να περιποιηθή τους επισκέπτας της, να τους κάμη χαλβά, αλλά δεν είχε ούτε φωτιά, ούτε πυροστιά ούτε και τα άλλα υλικά -
Να γεράσω, να παινεύωμαι
Ζήσης, Ευστράτιος (1938)Συνήθως οι γέροι κατηγορούν τους νέους, διότι εκείνοι θυμούνται μόνον τα κατορθώματα των, τα οποία μεγαλοποιούν -
Να κάμ'ς κόκκιν' σακκούλα
Ζήσης, Ευστράτιος (1937)Ήταν ειρωνεία για εκείνους που εδάνειζαν και δεν επρόκειτο να τα πάρουν. Το κόκκινο ήταν κάτι το πανηγυρικό. Λεγόνταν και για εκείνους που περίμεναν να εισπράξουν αμφίβολα κέρδη -
Να κατεβάζ' η Παρνασσός, κι να κόβ' η Άγιο Τρύφωνας
Ζήσης, Ευστράτιος (1937)Παροιμία παρόμοια με την: “Θέλ' να το χ' η κούτρα να κατεβάζ' ψείρες” η οποία όμως δεν ήταν σε μεγάλη χρήση στο Αυδήμι, όπως η πρώτη -
Να κοσκινίζης κι να παίριν'ς
Ζήσης, Ευστράτιος (1938)Όταν επρόκειτο να διαλέξουν πρόσωπον, δια να το κάμουν γαμβρόν ή νύμφην. Περισσότερον όμως ελέγετο δια τους ψευδολόγους -
Να κρεύ΄ς ένινα, να ΄χ΄ αbέλια κι χωράφια σα δίν έχ΄, ούτε παλιοbγdαλάδες
Ζήσης, Ευστράτιος (1938)Ν συναναστρέφεται κανείς με ανθρώπους, οι οποίοι έχουν συναίσθησιν των πράξεων των και επίγνωσιν των λόγων των. Ελέγετο ως επί το πλείστον μόνο η πρώτη σειρά -
Να λες λόγια σαν αλώνια, και στρογγ'λά σα' μακαρόνια
Ζήσης, Ευστράτιος (1939)Αστεία συμβγουλή περί καλής συμπεριφοράς (περικοπή παραμυθιού) -
Να με τρυπήσ'να τ' μύτ'
Ζήσης, Ευστράτιος (1941)Όταν ήθελε να δώση μεγαλυτέραν βάσιν εις τους λόγους του -
Να π'χύζεται του gαβαλάρ' που κρέμ'dαι τα ποδάρια
Ζήσης, Ευστράτιος (1938)Όταν τινές υπόπτου ενδιαφέροντος εστενοχωρούντο δι' επικειμένη υποθετική ζημία τρίτων και καθίσταντο ούτω γελοίοι -
Να ταν η θάλασσα κρασί κι του καράβι κούπα η Μαρμαράς χλωρό τυρί κι η κάbος όλος πίττα
Ζήσης, Ευστράτιος (1939)Την έλεγαν οι αγωγιάται και οι αμπελουργοί, όταν ανερχόμενος εις τα βουνά, έβλεπον ολόκληρον την πεδιάδα της Θράκης, αφ' ενός και αφ' ετέρου την Προποντίδα με τον Μαρμαράν -
Νάχαν τ' αντρόγυνα κακό, να 'χαν τ΄αδέρφια μάχη
Ζήσης, Ευστράτιος (1938)Περί των ασημάντων ερίδων και προστριβών μεταξύ οικείων