Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Ζήσης, Ευστράτιος"
-
Ράλις, Κουτρούλις, μάγειρας
Ζήσης, Ευστράτιος (1939)Ειρωνικώς δι' όσους ανεκατεύοντο εις εργασία, που δεν ήσαν της ειδικότητός των -
Σ' λουγιέται σα dου γ' ρούν π' θα gλάσ'
Ζήσης, Ευστράτιος (1939)Δια τα παιδιά, όταν ηρωτώντο και δεν απήντων, είτε λόγω ενοχής είτε λόγω αμηχανίας. -
Σ΄ήρτε ένα ; Πάdεχε κι΄άλλο
Ζήσης, Ευστράτιος (1939)Πάdεχε = περίμενε Ερμ. : Περί αλλεπαλλήλων ατυχημάτων -
Σα dου γ' ρούν', θέλ' να τουν τραβήξης οξοπίσου, για να πάη σαbροστά
Ζήσης, Ευστράτιος (1938)Δια τους δυστρόπους και ανοήτους ανθρώπους, που έπρεπε να μηχανευθή κανείς διάφορα, δια να τους κάμη να ευνοήσουν το καθήκον των. -
Σα γκάνουνε οι τουρκοι μπαριάμι, θα ρωτήσουνε και ντο χαχάμη
Ζήσης, Ευστράτιος (1929)Προς τους εφιεμεύοις να γνωρίζωσι τας πράξεις μας -
Σα δ'λεύω κι π'νώ, κάθομαι κι π'νώ
Ζήσης, Ευστράτιος (1938)Όταν κανείς εργαζόμενος αμείβετο γλισχρώς ή ειργάζετο επί πιστώσει -
Σα μ'τζούρ'κο σκ'λί
Ζήσης, Ευστράτιος (1937)Όταν κανείς λερώνεται, χωρίς να το καταλάβη, λέγει ο ίδιος την παροιμία: Γίν'κα σα μ'τζούρ'κο σκ'λί, δηλαδή όπως ο σκύλος όταν μουτζουρωθή -
Σα με δγής, το κάμνω ψέματα, σα δε με δγής, το κάμνω αλήθεια
Ζήσης, Ευστράτιος (1939)Δια μερικούς που εις τα αστεία αφαιρούν κάτι από τον άλλον και εάν δεν γίνουν αντιληπτοί, το κρατούν δια λογαριασμόν των. Ελέγετο όταν εγίνετο αντιληπτός. -
Σα τζ' γίδας του τομάρ'
Ζήσης, Ευστράτιος (1939)Δια εορτινά φορέματα ή υποδήματα, τα οποία τα παιδιά ήθελαν να τα φορούν καθημερινώς, όπως η γίδα το τομάρι της -
Σά bνιγώ, να πνιγώ σε μεγάλ' θάλασσα
Ζήσης, Ευστράτιος (1938)Εσήμαινε τολμηρότητα και μεγαλοπραγμοσύνη -
Σά dό μπόϊ μ' είδα σά τζί δ'λειεζ ιμ δεν είδα
Ζήσης, Ευστράτιος (1938)Δ'λειέζ = δουλειές μου. Ελέγετο συνήθως από τάς μητέρας και γενικώς από τάς οικοκυράς αι οποίαι δεν ήρεζον τα έργα που έκαμνον αι θυγατέρες των ή άλλαι γυναίκες -
Σάββατο κοdά γιορτή, έφτασε κι' η Κυριακή
Ζήσης, Ευστράτιος (1941)Δια κάτι το οποίον συντόμως θα εφανερώνετο -
Σαν d' γάτα με του σκύλου
Ζήσης, Ευστράτιος (1938)Όταν δυό άνθρωποι αλληλοϋποβλέποντο. Το περισσότερον ελέγετο δια τα παιδιά της αυτής οικογενείας -
Σαν dα βρεμένα τα π΄λάκια
Ζήσης, Ευστράτιος (1939)Διά τα ορφανά παιδιά, τα οποία δεν έχουν το θάρρος των άλλων -
Σαν έκαμνανα ούλες οι μέλισσες μέλ', θαλά κάμνα κ' οι σκατομπουρμούν'
Ζήσης, Ευστράτιος (1937)Σκατοbούρbουνοι ή κερατάδες ήταν τα μεγάλα μαύρα μαμούδια, τα οποία κατά τους θερινούς μήνας κυλούσαν μέσα στους αγροτικούς δρόμους βώλους από τα περιττώματα των ζώων. Θέλει να πη ότι ο κάθε άνθρωπος δεν είναι και ικανός ... -
Σαν έχ'ς καλά παιδιά, το 'βγιο τι το θέλ'ς; Κι' σα διν έχ'ς καλά παιδιά, πάλι το βγιο τι το θέλ'ς;
Ζήσης, Ευστράτιος (1938)Όταν θα ήσαν καλά τα παιδιά, θα ανεκούφιζον τους γονείς, όποτε αυτά δεν είχαν αναγκην περιουσίας. Και όταν πάλι τα παιδιά δεν θα ήσαν καλά, θα κατεσπατάλουν την περιουσίαν