Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Ζήσης, Ευστράτιος"
-
Η πολλή η δ'λειά τρώει του σαϊμπη
Ζήσης, Ευστράτιος (1939)Σαϊμπή = ιδιοκτήτη. Προτροπή πρός ανάπαυσιν -
Η σάρα και η μάρα, και η τρύπα η χουλιάρα
Ζήσης, Ευστράτιος (1939)Περί συναθροίσεων παντοειδών στοιχείων, ιδίως εκ των κατωτάτων στρωμάτων -
Η σκάφ' είναι ζητιάνα
Ζήσης, Ευστράτιος (1939)Την έλεγαν αι νοικοκυραί, όταν είχαν υπόψιν των να πλύνουν ολίγα, αλλά κοντά εις το ένα έπλυναν και το άλλο και απησχολούντο πολλήν ώραν εις την εργασδίαν αυτήν, χωρίς εξ' αρχής να έχουν την πρόθεσιν -
Η σκύλα σα δι σείσ' τ΄ν ουρά τς, η σκύλος δι bάει κοdά τς
Ζήσης, Ευστράτιος (1938)Συνοδεύεται από κείμενο... -
Η τέντζερες βράζ' να δγιούμε τι μαγειρεύεται
Ζήσης, Ευστράτιος (1941)Δια κάτι αναμενόμενον δυσάρεστον -
Η τύχ' τ' κορτσού πίσω από τ' bόρτα είναι
Ζήσης, Ευστράτιος (1939)Ότι δεν είναι βέβαιον πότε θα πανδρευθή ένα κορίτσι -
Ή εσύ να πεθάν΄ς ή εγώ να χηρέψω
Ζήσης, Ευστράτιος (1937)Μάλλον αστείο που λέγονταν μεταξύ των συζύγων σε στιγμές αμηχανίας. Πάντοτε όμως λέγονταν, ότι κάποιος άλλος το είπε. Π.χ. “Που μας ήρτανα τα παραμύθια, που κι ο Α έλεγε : Έτσι καθώς γίν΄καμε, μαρή γ΄ναίκα, ή εσύ να πεθάνης ... -
Ηδώ του λέει η Κουρωνιός και η Παληά η Πάτρα
Ζήσης, Ευστράτιος (1938)Ελέγετο προκειμένου να υπερπηδηθή δυσκολία τις εις αξιόλογον έργον -
Ηύρε η νύφ' του γυνί πίσω σ' bόρτα
Ζήσης, Ευστράτιος (1937)Η παροιμία αυτή που συνηθίζονταν πολύ στο Αυδήμι, προέρχεται από την εποχή που υπήρχε γεωργία στο χωριό. Γιατί τα τελευταία χρόνια, που έλειπε ολότελα η γεωργία και συνεπώς και τα γεωργικά εργαλεία, ήταν αδύνατο να εξηγηθή ... -
Θα σ' δείξω γω, πόσ' παράδες έχ' το γρόσ'
Ζήσης, Ευστράτιος (1938)Απειλή κατ' εκείνων που διέπραττον αυθαιρεσίας ή παρεβίαζον τα συμφωνηθέντα -
Θάμασμα, μωρέ Μανώλ', δυό σταφύλια σ' ένα κλήμα!
Ζήσης, Ευστράτιος (1937)Η παροιμία αυτή λέγοταν ή με προσποιητό θαυμασμό ή ερωτηματικά, και αφορούσε τοις ανθρώποις οι οποίοι εκπλήττονταν με σύνηθη πράγματα -
Θαλά καούνε δυό σπίτια, κάηκε ένα
Ζήσης, Ευστράτιος (1938)Ερμηνεία: Θα εκαίοντο δηλαδή δυό οικογένειαι και εκάη μία -
Θαρρώ πως κλαίει το ποτήρ
Ζήσης, Ευστράτιος (1941)Όταν εν αντικείμενον από αυτά (ποτήρι, οιάτο) ευρίσκετο εις επισφαλές μέρος και υπήρχε κίνδυνος να σπάση -
Θε να σε κάμω 'να βρακί κόκκινο και σαλένιο όποτε θέλω να το 'χω κι όποτε να το δένω
Ζήσης, Ευστράτιος (1937)Το έλεγαν για λογαριασμό του τρίτου, ο οποίος ήθελε να έχει υποχείριον κάποιον άλλον. Κ λέξη σαλένιο σημαίνει μάλλινο -
Θέλ΄ να το ΄χ η κούτρα να κατεβάζ΄ ψείρες
Ζήσης, Ευστράτιος (1937) -
Θέλ΄ να το ΄χ το κούτελο να κατεβάζ΄ ψείρες
Ζήσης, Ευστράτιος (1937)Δηλαδή : ο λαός πιστεύει ότι ο άνθρωπος γίνεται ό,τι από φύση του είναι -
Θέρος, τρύγος, πόλεμος!
Ζήσης, Ευστράτιος (1938)Δι΄ εργασίας απαιτούσας ταχύτητα και μη επί δεχομένων αναβολών