Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Ζήσης, Ευστράτιος"
-
Σαν ξεζέψουν οι ζευγολάδες, τότε ζεύγουν κερατάδες
Ζήσης, Ευστράτιος (1938)Εσήμαινε τα παράκαιρα έργα -
Σαράdα πάν', σαράdα κάτ'
Ζήσης, Ευστράτιος (1937)Πίστευαν για τον κοκίτη, ότι επί σαράντα ημέρας οξύνεται και επί σαράντα καταπραΰνεται -
Σαράdα φας, σαράdα πιής, σαράνdα δώσ' για την ψυχή σ'
Ζήσης, Ευστράτιος (1937)Λέγονταν την ημέρα των αγίων Σαράντα Μαρτύρων, διότι αυτήν την ημέρα ζύμωναν κι έψηναν στο σάτσι αλαγίτες και ήταν συνήθεια να μοιράζουν και για την ψυχή τους -
Σένα τα λέγω, πεθερά, για να τ' ακούη η νύφη
Ζήσης, Ευστράτιος (1939) -
Σκάλες κατεβάζ' σκάλες ανεβάζ'
Ζήσης, Ευστράτιος (1937)Εννοείται ο Θεός, ο οποίος εξυψώνει και καταβαραθρώνει τους ανθρώπους -
Σκότωνε τιρλοί, πλήρωνε τζερεμέ
Ζήσης, Ευστράτιος (1938)Όταν κανείς δια της ανοησίας του εξερέθιζέ τινα και τον έφερεν εις αδιέξοδον, ώστε ν' αναγκασθή να βιοπραγήση εναντίον του -
Σκύλλος τον σκύλλο ώριζε κι ο σκύλλος την ουρά του, και η ουρά του πρόσταζε να πάη η κυρά του
Ζήσης, Ευστράτιος (1936)Για όσους έβαζαν να κάμουν μια εργασία κι εκείνοι την ανέθεταν εις άλλους μικροτέρους των -
Σούdαι μ'λιές, σούdαι φ'τειές, σούdαι κι' οι κουκουροφ'τειές
Ζήσης, Ευστράτιος (1937)Ελέγετο όταν καμμιά γυναίκα της κατωτέρας τάξεως, προσπαθούσε να μιμηθή τον στολισμόν και τας πράξεις των πλουσιοτέρων της -
Σπασμένο πιάτο
Ζήσης, Ευστράτιος (1938)Υπενόει τοις πάσχοντας από νόσον ύπουλον η οποία ευρίσκετο εις ύφεσιν -
Σπουδαία τα λάχανα!
Ζήσης, Ευστράτιος (1938)Αστειευόμενος, δια πράγματα ασήμαντα, τα οποία άλλοι επεδίωκον να παραστήσουν σπουδαία -
Στά κούd'ρα άλογα, στά μακρυγιά γαϊδούρια
Ζήσης, Ευστράτιος (1938)Όταν κανείς έπειθε τινα να αναζητή κάτι, το οποίον δεν επρόκειτο να ανεύρη -
Στεκόμαστε κερί και φ'τύλ'
Ζήσης, Ευστράτιος (1938) -
Στην ξενιτειά (ή στα ξένα) να παινεύεσαι κι στα bακιρτζίδ' κα να κλάν'ς
Ζήσης, Ευστράτιος (1939)Όταν ήθελαν να εκφράσουν αμφιβολίας δι όσα έλεγον οι ξένοι περί της περιουσιακής των καταστάσεως, εφόσον δεν ήτο δυνατον να ελεγχθούν τα λεγόμενα των -
Στου σπίτι μας λαγούνα πετ'νσί, δι λαγούνα κότες
Ζήσης, Ευστράτιος (1939)Περί της σοβαρότητος μιας οικογενείας εις την οποίαν εκυριάρχουν ανδρικαι γνώμαι και όχι γυναικείαι -
Τ' αθρώπου τ' αχείλ' είναι ξένο, η καρδιά είναι θ'κη' τ
Ζήσης, Ευστράτιος (1941)Ο άνθρωπος και εις τας στιγμάς της μεγαλυτέρας του θλίψεως πιθανόν δια μιαν στιγμήν να γελάση ασυναισθήτης -
Τ' αλεπλή και τ' Αλμαλή κι του κουμπουρλάρ μαζί
Ζήσης, Ευστράτιος (1938)Την έλεγαν συνήθης οι αγωγιάται, όταν ήθελαν να ειπούν οτι πρόκειται περί ασήμαντων πραγμάτων. Τα τρία ταύτα μικρά ελληνικά χωριά είσαν εις τον κάμπον της Θράκης, κατοικούμενα από γεωργούς λεγόμενους περιφρονητικώς “κουτσουράδες” -
Τ' κάτσ' αγραπίδι
Ζήσης, Ευστράτιος (1938)Ελέγετο δια τρίτους, όταν συνέβαινε εις αυτούς ατυχήματι, ιδίως ματαίωσις επωφελούς η σύναξις άσυμφορου συνοικεσίου κτλ. (αγραπίδι=άωρον απίδιον, το οποίον δυσκόλως καταπίνεται -
Τ' Λεμονή τ' αbέλ' λο τ' Παμπούρ η φ'τγειά γομίσανε οι κάδοι κι' όλα τα βουτσιά
Ζήσης, Ευστράτιος (1937)Το τετράστιχο αυτό το έλεγαν οι Αυδημιώτες ειρωνικά, γιατί αυτά τ' αμπέλια ήταν τα μικρότερα συνέπιπτε δε και ν' αντικρύζουν