Εναλλαγή πλοήγησης
Ελληνικά
English
Ελληνικά
Ελληνικά
English
Σύνδεση
Εναλλαγή πλοήγησης
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
DSpace at KEEL: Πρόσφατες εγγραφές
Αποτελέσματα 8841-8860 από 142579
Η παράδοση για την Αγιά Σοφιά και την Πόλη.
Τον γκαιρό που πήαν οι Τούρκοι στημ Πόλη, ηλουτουργούσαν τα Τζιακόνια μέσα στην Αγιά Σοφιά κ’ ι’ ήφτασαν η λουτουρ’ζια ως τας θύρας τας θύρας ύστερις ηκατέβηκε το μάρμαρο της πόρτας του ιερού κι ηκλείστηκαν μέσα. Και κάθουνται μέσα και νάφτουν τα καντήλια, κ’ ι όντας σωθή το λάϊ β’ζιαίνει τόνα gιακόνι κ’αι πάει να πάρει λάϊ, κ’αι εν γρωνίζουν τη μονέδα κ’αι κυνη(γ)ούν το gιακόνι, που αρπά ευτής ο...
Ζερβός, Ιωάννης
(
1958
)
Η διακοπείσα λειτουργία της αγίας Σοφίας
Μια φορά ένας από πα επήγε ‘ς τη(ν) Πόλη. Σαν επήγε, έμαθε από ένα Τούρκο πως αποκάτω από τσι πλάκες τσ’ αγιάς Σοφιάς είναι καλόγεροι και βαστούνε χαρθιά και διαβάζουνε. Έδωκε κι αυτός καμπόσος παράδες ‘ς το Τούρκο, που έβλεπε ‘ς τη μπόρτα τα’ εκκλησίας και ύστερις, σαν έβγαλε τα παπούτσια του, ακλούθηξε του Τούρκου. Αυτός τον έφερε σε μια σκάλα μαρμαρένια, που κατέβαινε κάτω και του πε να καταβή...
Άγνωστος συλλογέας
Ο βασιλιάς ο Κωνσταντίνος ο Παλαιολόγος ήτο εις τα παλάτιαν του και έψηνε ψάρια κ(αι) επήαν οι δούλες του και λέουν του. Θα μας πάρουν αφέντη βασιλέα την Πόλι. Ο βασιλιάς είπε: είναι αδύνατο. Εκείνες όμως του λέουν ναι μας παίρουν την Πόλι και των λέει πάλι εκεινών ότι όταν φύουν τα ψάαρια από τον ταβά κ(αι) έμπουν μέσα στη λίμνη τότες θα μας πάρουν την Πόλι. Και τότε σαλτούν από τον ταβά μισοψημένα...
Παπαμιχαήλ, Άννα Ι.
(
1964
)
Παρά την αγραμματωσύνην που επικρατούσε και την μακροχρόνιον τουρκικήν δουλείαν, ουδέποτε έδειξον υποταγήν εις τον «σκωλεκέαν» Τούρκον (έκφρασις Ματσούκας). Ποτέ δεν απεμακρύνθη εις τα ονειροπολήματά του, από τον Βασιλέα με την δωδεκάρα και την Πόλ’, (ήτοι το Βυζάντιον). Συχνά ηκούετο η φράσις «γαμώ την σκωλεκέαν» ήτοι τον Τούρκον, την Κυριαρχίαν της τουρκίας. «Η Πόλ’ τ’ εμέτερον έτον και ξαν’ τ’...
Αμανατίδης, Σοφοκλής
(
1962
)
Πόλη κι Αγιά Σοφιά
Μια γυναίκα ετηγάνιζε ψάρια. Του ‘πανε πως οι Τούρκοι πήρανε την Αγιά Σοφιά. Λέει: Αν ζωντανέψουν τα ψάρια τότε κι η Αγιά Σοφιά θα Τουρκέψη. Και τω όντις τα ψάρια εζωντανέψανε. Και έτσι το πίστεψε.
Λουκάτος, Δημήτριος Σ.
(
1957
)
Ο Παλαιολόγος που ήταν βασιλές της Κωνσταντινουπόλεως και όταν καταπολεμούσαν την Κωνσταντινούπολι είχε οχυρά μεγάλα, ήταν ακαταπολέμητη. Τέτοια οχυρά είχε. Όπου στο κάστρο υπήρχε μια θύρα μυστική όπου πήγε ένας εφιάλτης απ’ τους δικούς μας και πρόδωσε αυτή τη θύρα και μπήκαν απ’ αυτή. Επήγε κάποιος και το είπε του βασιλιά που ήταν με τον Πατριάρχη ότι έσπασαν τα τείχη. Ο Βασιλιάς θάμαξε. Και λέει:...
Ήμελλος, Στέφανος Δ.
(
1961
)
Άμα επρόκειτο ‘α πάρουν την Πόλι οι παλιότουρκοι το εκουβεντιάζαν οι καλόεροι κ’ ένας καλόηρος (δ)εν το επίστευκε και οι άλλοι λέαν του: ναι πήραν την. Τότε εκείνος είπε: εγώ δεν το πιστεύκω τότε μόνο ‘α το πιστεύκω άμα ‘δω και φύουν αυτά τα ψάρια απ’ το τηάνι και παν’ στο νερό, αμέσως τα ψάρια έτσι όπως ήτο ήμπαν στη χαβούζα και είναι απ’ τη μια μεριά τηανισμένα.
Παπαμιχαήλ, Άννα Ι.
(
1964
)
Η κάτω Πέτρες κι η Αγιά Σοφιά
«Στες κάτω Πέτρες κοντά στην πρωτεύουσα είναι σκαλισμένη πάνω σ’ ένα βράχον μια θυρίδα μέσα στην οποίαν υπήρχεν άλλοτε ένα εικόνισμα της Αγιάς Σοφιάς. Σαν εκτίζετο η Αγιά Σοφιά, οι πέτρες αυτές εκυλούσαν μοναχές τους από το βουνό κι επήγαιναν για την Πόλη. Σαν ήρτεν η είδηση πως ετελείωσε το μέγα μοναστήρι οι πέτρες εσταμάτησαν άξαφνα κι εμείνασιν εκεί που τες βλέπουμε σήμερον». Φαίνεται ότι η παράδοση...
Άγνωστος συλλογέας
Τα ψάρια του Μπαλουκλή
Όταν έπεσε η Πόλη μια γιαγιά τηγάνιζε ψάρια και επήγε το εγγονάκι και της λέγει «Γιαγιά, η Πόλη έπεσε. Μπα! Παιδί μου! Αν είν’ αλήθεια να ζωντανέψουν τούτα τα ψάρια». Κι αμέσως ζωντανεύουν και πέφτουν στη θάλασσα. Κι ακόμη τις σήμερο από το ένα μέρος είναι μαύρα τηγανισμένα.
Λιουδάκη, Μαρία
(
1939
)
Όταν κτίζαν την Αγία Σοφία δεν μπορούσαν να βρουν ξύλα να την σκεπάσουν. Λέει ο βασιλιάς Κων/νος για φέρτε αυτό το ξύλο ξα το βάλτε επάνου. Το βάζουν δεν έφτανε. Όταν το έβαζαν κάτω ήταν μεγάλο. Τότε θύμωσε ο βασιλιάς και αντίς να πη πάρτε το το τρισκατάρατο είπε πάρτε το τρισευλογήμένο. Το πέταξαν δε μια άκρα και πήραν άλλα και σκέπασαν. Μετά με κείνο το ξύλο το πήραν οι Εβραίοι και κάμαν το σταυρό...
Δευτεραίος, Άγγελος Ν.
(
1965
)
Ο Τούρκος ήπαιρνε τημ Πόλη με πονηρ’ξια είχεν ένα φούρνο σι(δ)ερένιο κι ημετακίνα-ν-το, και σαν τον βλέπαν οι Ρωμιοί,ηφο(β)ούντο να μην τους κάψει κ’ ι’ ηκόφτασι ήπαιρνε λλίο – λλίο, ένα-ένα χνάρι του πετσού της πατούσας, ώσπου την πήρεν ούλη.
Ζερβός, Ιωάννης
(
1958
)
Ιχθύς της Ζωοδόχου Πηγής
Εικοτολογούσιν ότι καθ’ ην στιγμήν ο πορθητής Μωάμεθ ο Βος εισήλασε νικητής εντός της Κωνσταντινουπόλεως, ο ατυχής της πύλης του Αδριανού ήρως αμερίμνως και αναλγήτως ηυθύμει παρά το αγίασμα της Ζωοδόχου Πηγής. Αγγελθείσης δ’ αυτώ της αλώσεως της Πόλεως, εδυσπίστει προς το γεγονός ειπών: «εάν τούτο η αληθές, οι εν τω τηγάνω ιχθύς αμέσως να αναζήσωσι». Ω του θαύματος οι ημίεφθοι ιχθύς αναστάντες έπεσαν...
Οικονομίδης, Απόστολος Β.
Η αγία Σοφία
Ότε εάλω η Κωνσταντινούπολις, οι Χριστιανοί αυτής κάτοικοι ελειτουργούντο εν τω περιβλέπτω ναώ της Αγ. Σοφίας και ηκροώντο την του Αποστόλου ανάγνωσιν. Ότε δε εισήλασαν τα οθωμανικά στρατεύματα, ο παις ο αναγινώσκων την περικοπήν του αποστόλου, ο ιερεύς ο ιστάμενος παρά την ωραίαν Πύλην και πάντες οι πιστοί απελιθώθησαν και έκτοτε μένουσι απολιθωμένοι.
Οικονομίδης, Δημήτριος
Την Αιά Σοφιά τη φτειάξαν με θάμα, έτσι όπως τη φτειάξαν ήτο από το Θεό, γιατί εκείνοι πόπρεπε ‘α την κάμουν ‘εν ήξεραν πως ‘α την κάμουν και όλο εσκέπτοντο, μια μέρα έχε λειτουρια κ(αι) εκειά που μοίραζε το αντί(δ)ωρο ο παπάς μια μέλισσα πήρε ένα αντί’ωρο κ’ έφυε. Εκυνή’ησαν την την μέλισσα γιατί ήτο κακό, μεάλη αμαρτία κι αμέσως ώσπου (ν)α παν στην κεψέλη ‘α βρουν το αντί’ωρο ηύραν το μέσα στο κερί...
Παπαμιχαήλ, Άννα Ι.
(
1964
)
Το σκέδιο της Αιάς Σοφιάς ηύραν το απ’ τη μέλισσα. Ένας που ‘χε κεψέλια πήε μια βολά (ν)α φκάλη το μέλι και το κερί ‘α του πουλήση κ εί(δ)ε κ’ είχαν κάμει οι μέλισσες ωραίο σκέδιο κ(αι) εσκέφτηκε κ’ είπε: Αυτό ‘εν τω χαλώ ‘’α πάω (ν)α το πουλήσω στην πιάτσα= αγορά που ‘ναι ωραίο πράμα. Κ(αι) επήρεν το στην πιάτσα (αγορά). Εκειά περνούν αυτοί που ‘θέλαν ‘άφτειάξουν την Α(γ)ιά Σοφιά και το εί’αν κ’...
Παπαμιχαήλ, Άννα Ι.
(
1964
)
Ο παπούς για την Αγιά Σοφιά
Απού τουν κιρό που ου μεγάλους Βασιλιάς μας, πουλιμώντας τα’ Αγαρηνούς, βαρέθηκε κι λαβουμένος έπεσε στου χουόμα, κατ’ στα μουράγια, απού τότες που τα σκλιά οι Τούρκοι μπήκαν στην Πόλη, τραντάζουντ’ οι κολόνες τσ’ Αγιάς Σοφιάς, τριέμ’ η σκεπή, βουϊζουν τα ντουβάρια, σιώτ’ του πάτουμα, κουνιέντ δώθε πέρα τα τρικκέρια, κλαίν’ οι Αγίοι, λυγάει του τέμπλου, ανθρούπους δεν κρατιέται ουλόρθους στα πόδια....
Χατζηγάκης, Αλέξανδρος Κ.
(
1948
)
Όταν έκαναν την επίθεσιν οι Τούρκοι κατά της Πόλης εκείνη την ώραν ένα καλόγηρος τηγάνιζε ψάρια. Τότε ο καλόγηρος είπε ότι όταν τα ψάρια θα ζωντανέψουν και θα βγουν μέσα από το τηγάνι τότε θα μπουν στην Αγία Σοφιά οι Τούρκοι. Εκεί που έψελαν στη μέση της λειτουργίας και όταν ήσαν έξω από την Αγία Σοφιά οι Τούρκοι έκλεισαν οι πόρτες και εσταμάτησε η λειτουργία στη μέση και είναι όλοι μαρμαρωμένοι....
Δευτεραίος, Άγγελος Ν.
(
1965
)
Το σχέδιο της Αιάς Σοφιάς το βρήκαν και το πήραν και το φτειάσαν εκείνοι που φτειάσαν απ’ τη μέλισσα, ήτο θέλημα του Θεού έτσι, η μέλισσα το ‘φτειασε μέσα σ’ ένα κουβάνι. Μια βολά εκεί που ο πατριάρχης έδινε στο κόσμο το αντίερο μια μέλισσα σήκωσε ένα αντίε’ρο κ’ έφυε, τότε ο Πατριάρχης διέταξε να κυνηήσουν τη μέλισσα και (ν)α πάρουν το αντίερο γιατί αυτό ήτο μεάλο κακό (ν)α πάρη το ιερό πράμα, εκεί...
Παπαμιχαήλ, Άννα Ι.
(
1964
)
Το ξυλένιο σπαθί
Τον καιρό που πάρτηκεν η Πόλη ο Κωνσταντίνος ητι(γ)άνιζε ψάρ’ζια κι ηπήαν κι είπαν του, πως ηπάρτηκεν η πόλη, ζωντάνεψαν τα ψάρ’ζια κ’ ι’ ηπφέσαν στηχ χαβούζα. Κι ύστερις ήρηξεν το ξύλενο σπαθί πούκαμεν θρήνος στους οχτρούς, κι ηπήραν το οι Τούρκοι. Μα πάλι τα παιgιά του Κωνσταντίνου, που κοιμήθηκεν τώρα κείνος, ηκόλοψάν τους με πέσ’σεσια (ταξίματα) κι ‘ήστρεψαν το πίσω το σπαθί και τώρα κρατούν το...
Ζερβός, Ιωάννης
(
1958
)
Μια βολά μοίραζε ο πατριάρχης τ’ αντίερο σε μια εκκλησά ‘κει που το μοίραζε μπαίνει μια μέλισσα και αρπά’ του ένα αντίερο και φεύγει, τότε τρέχουν ‘ά βρουν ποια ήτο η μέλισσα και που ‘πήε γιατί ήτο αμαρτία που πήρε το αντίερο. Ψάχναν τα δυψέλια κ(αι) εκεί που ψάχναν βρήκαν μέσα σ’ ένα δυψέλι μια εκκλησά ωραία και πα’ στην Αγιά τράπεζα το αντίερο και τότε κατάλαβαν πως τη μέλισσα την είχε στείλει ο...
Παπαμιχαήλ, Άννα Ι.
(
1964
)
«
»
Πλοήγηση
Όλο το Αποθετήριο
Αρχείο & Συλλογές
Τόπος καταγραφής
Χρόνος καταγραφής
Συλλογείς
Λήμμα
Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
Ευρετήριο πηγών
Κείμενα
Ο λογαριασμός μου
Σύνδεση