Εναλλαγή πλοήγησης
Ελληνικά
English
Ελληνικά
Ελληνικά
English
Σύνδεση
Εναλλαγή πλοήγησης
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
DSpace at KEEL: Πρόσφατες εγγραφές
Αποτελέσματα 4641-4660 από 142579
Αι Νεράϊδες (Νηρηΐδες) παριστώνται εις σχήμα γυναικός ωραίας. Διηγούνται και βεβαιώνουν πολλοί ότι τους είδον εις όχθας ποταμών λουομένας και χορευούσας με ατημελήτους κόμας, ότε μεν γυμνάς, άλλοτε δε ενδεδυμένας λευκά. Ο διαβαίων τότε δεν πρέπει να ομιλήση, μήτε να προχωρήση προς αυτάς διότι αμέσως γίνονται άφαντοι. Αλλά δεν πρέπει και να παραμείνη πολύ, διότι δια της λιγηράς φωνής των τον αποκοιμίζουν...
Χατζόπουλος, Κωνσταντίνος Ν.
(
1873
)
Τις νεράιδες λέγουν «ανερούσες», είναι δε θαλάσσια τέρατα με σώμα γυναικός και ιχθύος.
Φιλιππίδης, Φίλιππος Α.
(
1916
)
Ξωθιά ης εν Ιωαννίνοις Ξωτκιά, η Νεράϊδα η Ανεράϊδα= Η ωραία γυνή εν Ιωαννίνης ξωτκός ο ωραίος ανήρ». Ξωτκό= Νόσος προερχομένη εκ των ξωθιών δηλ. των πνευμάτων των κακοποιών ιδία των εν τη εξοχή συνήθως διαμενόντων».
Σάρρος, Δημήτριος Μ.
(
1893
)
Νεράϊδες
Σ’ έναμ μέρους σ΄κην Πηγήν ένας άθρουπους ήτσοιμούνταν τσ’ ήκουεν να ξενεμίλλουλ-λίρες. Ησηκώθην τσ’ κείνεν κοντά τσ’ είδεγ γυναίτσες να ξενεμίζζουλ λίρες τσι του ‘πα. «Φέρε του μουλάρις σου κουντά να σου το φορτώσουμε, μόνου έχε τον νούς σου, απού πίσου σου θ’ ακούς φουνές τσι μεγάλην ταραχή τσι να μηγ γυρίης πίσου, γιακί θα τες χάης. Αυτός ήφυεν τσ’ άμα ‘ρτεν κοντά στου χουριό ηγύρισεν να δη, τσ’...
Βίος, Στυλιανός Σχολάρχου
(
1918
)
Του Κωσταντή του Κόκκαλη το κορίτσι είναι νεραϊδοπαρμένο. Έτυχε ώρα κακή και τώρα είναι παράλυτο. Του Παναγιώτη του Ντρέ το μεγάλο κορίτσι που πέθανε το είχαμε πάρει οι νεράϊδες και το συνοπήρανε στον αέρα από το Γιαλόρεμα ως το Πηγαδόρεμα, κι έτρεξε η μάννα της και την επρόκαμε. Της κάμανε φυλαχτικά, λειτρουγίες, μα κουτσάθηκε το κορίτσι και δεν πέρασε πολύς καιρός που πέθανε.
Ταρσούλη, Γεωργία
(
1939
)
Άμα ήμαν κουρίτς πάϊνα μι άλλα κουρίτσια να πάρου νιρό τ νύχτα κι κει ‘ς τα βρύς είδα τέσσερις γναίκις απ κάθουντανι κι χτενίζουνταν κι φόβγαμι κι δε μπήραμι νιρό. Άλλ το είδανι να χουρεύουνι κι να τραγδάνι κι όπιοις πέρναγι τουν μάλιβαν μι τς πέτρες. Σι κείν τα βρύς ακόμ βρίσκουντι νιραϊδουσφόντλα (λίθινοι σπόνδυλοι των ατράκτων).
Βίος, Στυλιανός Σχολάρχου
(
1918
)
Ύδωρ βρύσεως
Εν Γραμματικώ Μαραθώνος θεωρείται επιβλαβής το να πίνη το ύδωρ απευθείας από την βρύσην. Ο πράττων τούτο πιστεύουσιν ότι καταλαμβάνεται υπό βηχός. Η πρόληψις αυτή επικράτησεν εκ των Ναϊάδων νυμφών, αίτινες ήσαν θεαί των υδάτων και των κρηνών τιμωρούσαι τοις μολύνοντας τα νάματά των. Εν τη συγγραφή του ο Παυσανίας αναφέρει περί τινος πηγής εν τω υδάτι της οποίας ως εξ αντανακλάσεως εφαίνοντι οι λιμένες...
Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν.
(
1890
)
Ανεμοπύρωμα
Κρατημάρα= παραλυσία Κουλιάντσα= ισχιάς Ερμην. «Λέγεται ότι τας ταύτας ασθενείας πάσχει τις όταν πατήση το τραπέζι των. Βουβαμάρα (= Αφασία). Ερμην. «Λέγεται ότι θεραπεύεται δι’ αμιλήτου νερού εάν όμως ζη η Νεράϊδα παρ’ ης έπαθεν υπόκεινται εις θάνατον. Σημ. «Όλαι αι ανωτέρω ασθένειαι αποδίδονται εις τες Νεράϊδες αίτινος λέγονται και ξωτκές ή ξωθιές διότι κατοικούσιν εις την εξοχήν σήμερον οι ξωτικές...
Σάρρος, Δημήτριος Μ.
(
1893
)
Εξωτικός, η ,ου, ξένος παρεπίδημος, etranger θηλ. εξωτικιά νεράϊδα κλπ, ύβρις προς γυναίκα.
Σαμίδης
(
1912
)
Νεράϊσες= Νηρηΐδες
Χατζόπουλος, Κωνσταντίνος Ν.
(
1873
)
Αναραϊδικό= λέγεται ούτω και ευφημισμόν δυσμορφός τις και κακότροπος γυνή.
Δένδιας, Μιχαήλ
(
1915
)
Νεράϊδες
Σαν ησκαίναμε στο χουράφια πούχαμε στ’ Ανθίλια, ου πατέρας μου ήμενεν ετσεί για να δουλεύγη τσ’ ς’ εκέν τα’ ητσοιμήθη μέρος σ’ ένα δ δώμα. Ετσεί κοντά ήταν τσίδγκό ποτάμια. Κην νύχταν ήκουσαμ παιχνίδια στουν έναμ ποταμό τσι λιάϊν είδε δυο γεναίτσες ας’ τουν έναμ ποταμό τσ’ ηπήαινναν εις τουν άλλον τσ’ ηλέγαν. «Για δες οι σπηλαιόγερους πούρτεν να ππέη μπρος απού σπίκι μας». Τσ’ ηκεν η μια να βγάλη...
Βίος, Στυλιανός Σχολάρχου
(
1918
)
Νιράϊδες
Έναν παδίν ήβγεν νύχτα να γυρέψη την πατέραν του με το φανάρι. Κάποιος τον επάντησε στο δρόμον και τον επήρες σ’ ένα χ χάλασμα. Εκεί ήδεν πολλούς αθρώπους, άντρες και γυναίκες κ εκάμναγ γάμο. Του δίναν κουφέττα κ’ ήταν βερβε΄΄ιές και του λίγαν « θες δεθ θες, θα τα φας». Ήλλησεν εφτά μέρες κι επέθανεν.
Βίος, Στυλιανός Σχολάρχου
(
1918
)
Νεράϊδες ή Καλομοίρες
Σχεδόν γενική ιδέα επικρατεί εν τω χωρίω τούτω (Πυργί) ότι νόσοι ασθένειες προέρχεται από τα είδη ταύτα, ατιναλάλουσιν ενός γέννη είναι, και άματις πάθη την παραμικράν ασθένειαν α)θα κάμη αγιασμόν τον οποίον εντός ποτηρίου ή φιάλης θα φέρη εις το μέρος όπου ειργάζετο ο παθών, ή όπου έστε νερού ή διέβη ή ούρησε και θα ρίψη τον αγιασμό αφού με το αγγείον και επιστρέφει εις την οικίαν δι’ άλλως οδού...
Κανελλάκης, Κωνσταντίνος Ν.
(
1892
)
Ανάραϊδα= Πλάσματα της δεισιδαίμονος φαντασίας του λαού κατοικούντα τας ερήμους παραλίας κοιμώμενα εις τας ξυλοκερατιές/κουτσουπιές και διαφέρονται των άλλων δαιμόνων κατά του πλούσιου αυτών ιματισμού, την άψογον ωραιότητα και την αγαθή προς τους ανθρώπους διάθεσιν. Ευφάνταστοι διηγούνται ότι είδον αυτάς καθημένας εις τους παλαιούς εξώστας/πόντζους τω ερήμων ή μεμονωμένων οικιών, εχούσας την κόμην...
Δένδιας, Μιχαήλ
(
1915
)
Ξαθιτσές= νεράϊδες
Αλεξανδρής, Απόστολος
(
1902
)
Στην Κόκκινην Παϊδιά την νύχτα βγκαίννουν από μέσα στηλ – λαγκάδα που έ μια μεγάλη σπηλλιά Καλές Αρκόντισσες και περνούν εις τον ποταμόν και παίζζουν βιολιά, κλαρίνα, λαούτια. Επήεν κ’ ένας παιχνιδιάτορας ο Γέρον Κουμάς και του έπαιξεν που είχαγ γάμον κ εχορεύγκαν κι άμα ετέλεψεν ο γάμος τον επήραν και τον επήαν σ’ έναμ μέρος που είχαν τρεις σωρούς γρόσα. Επήρεν πια ‘φτος κ’ εγέμισεν τον τουρβάν του....
Βίος, Στυλιανός Σχολάρχου
(
1918
)
Αερκό= Νόσος του αέρος ην επιφέρουν τα ησκιωτικά τα διερχόμενα αφανής ‘ς εν είδει αέρος τας εξοχάς.
Σάρρος, Δημήτριος Μ.
(
1893
)
Λάμια= τέρας: Μη πηγαίνης, να μη σε φάη η λάμνια. Νεράϊδα= η αρχ. Νηρηίς πχ. Μη πας σ’ εκείνη τη βρύσι, γιατί βγαίν’ η Νεράϊδα – Εγ’ είδα πολλές φορές τες Νεράϊδες που ίπλυναν τα ποκάμισά των. Ξαφνίζεται= συληνιάζεται.
Ζήκος, Αστέριος
(
1892
)
Νηρηΐδες (Νεράϊδες) Νύμφαι (Καλότυχαι), Λάμιαι
Περί των Νηρηΐδων πιστεύουσιν ότι εξέρχονται περί μέσας νύκτας και λούονται εις τας πηγάς γυμναί, μεθ’ εαυτών φέρουσι κάτοπτρον, κτένας και εν γένει πάντα τα προς κόμωσίν των. Λίαν επικίνδυνον νομίζουσι το να ίδωσιν αντάς ούτω λουομένας. Δια τούτο συνιστάται ιδίως εις τας αβράς παρθένους να μη μεταβαίνωσιν εις τα πηγάς περί μέσας νύκτας προς ίδρευσιν. Περί δε των Καλοτύχων πιστεύουσιν ότι και αύται...
Αγακίδης, Ι.
(
1892
)
«
»
Πλοήγηση
Όλο το Αποθετήριο
Αρχείο & Συλλογές
Τόπος καταγραφής
Χρόνος καταγραφής
Συλλογείς
Λήμμα
Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
Ευρετήριο πηγών
Κείμενα
Ο λογαριασμός μου
Σύνδεση