Νεράϊδες
Σαν ησκαίναμε στο χουράφια πούχαμε στ’ Ανθίλια, ου πατέρας μου ήμενεν ετσεί για να δουλεύγη τσ’ ς’ εκέν τα’ ητσοιμήθη μέρος σ’ ένα δ δώμα. Ετσεί κοντά ήταν τσίδγκό ποτάμια. Κην νύχταν ήκουσαμ παιχνίδια στουν έναμ ποταμό τσι λιάϊν είδε δυο γεναίτσες ας’ τουν έναμ ποταμό τσ’ ηπήαινναν εις τουν άλλον τσ’ ηλέγαν. «Για δες οι σπηλαιόγερους πούρτεν να ππέη μπρος απού σπίκι μας». Τσ’ ηκεν η μια να βγάλη κημ μανκήλαν του. Ισείνους κην ήσφινψιν να μην του κην πάρη μα δεν ημίλησεγ γιατί ηλοβάλουμ μην του πάρη κημ μιλιάν του. Είπεν τότες το πάτερ ημών τσι τουν πρώτουχ χαιρετισμόν κης Παναγίας τα’ ήφυγαν σι γυναίκες. Αυτές οι Μιλιγάνες φαίνεται πως είχαγ γάμον τσ’ ηπκαίναν να καλέσουν κις μελιγάνες τ΄αλλονού του πουταμού. [Ανζίλια= τοπωνυμία Μεστών]
Τόπος Καταγραφής
ΧίοςΧρόνος καταγραφής
1918Πηγή
Αρ. 692 – 80, Σ. Βίος, ΧίοςΣυλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
692, Αρχείο χειρογράφωνΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT