Εναλλαγή πλοήγησης
Ελληνικά
English
Ελληνικά
Ελληνικά
English
Σύνδεση
Εναλλαγή πλοήγησης
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
DSpace at KEEL: Πρόσφατες εγγραφές
Αποτελέσματα 4161-4180 από 142579
Παναγία Τσέτου
Πριν φτάσει κανείς στο χωριό Πάν Περνιάγκο, σε γραφική τοποθεσία πλαισιωμένη από αιωνόβια δέντρα, εγείρεται το ξωκλήσι της Παναγίας Τσέτου. Λίγο πιο πάνω απ’ το ξωκλήσι, υπάρχουν τα χωράφια με τα αραποσίτια. Κατά την παράδοση, μια χρονιά ένα άγριο δαιμονικό, έπεσε στ’ αραποσίτια κόβοντας τις καλαμιές τους και τρώγοντας τις ρόκκες. Χωρικοί που παραφυλάξανε είδανε να λάμπουν στο σκοτάδι χιλιάδες κόκκινα...
Χατζηγάκης, Αλέξανδρος Κ.
(
1948
)
Ο Χριστός, ο διάβολος και ο γεωργός
Ένας γεωργός, όταν κατά το μεσημέρι τελείωσε το όργωμα στο χωράφι του, κάθισε στο τραπέζι του να γευματίση. Την στιγμή αυτή στάθηκαν από πάνω του αόρατοι, ο Χριστός και ο διάβολος. – Δικός μου είναι αυτός είπε ο Χριστός. Όχι είναι δικός μου του απαντάει ο διάβολος. – Ο Χριστός τότε του λέει: Αν, ο άνθρωπος αυτός, πριν αρχίσει να τρώγη, κάμει το σταυρό του, τότε θα είναι δικός μου, αλλοιώτικα θα είναι...
Σταυρόπουλος, Κωνσταντίνος
(
1953
)
Εάν παρατηρήση κανείς στο οπίσθιον πόδι της καμήλου κοντά στον μηρόν της, θα δη κάποιο σημάδι ομοιάζον προς αποκοπέν πόδι. Γι’ αυτό λοιπόν υπάρχει η ακόλουθος παραδόσις. Λέγουν ότι την κάμηλον την έκαμε ο σατανάς και της έβαλε πέντε πόδια. Όταν την τελείωσε, της είπε να σηκωθή απάνω. Αυτή όμως δεν εσηκώθη. Τότε ο Σατανάς επήγε στον Θεόν και του ζήτησε να σηκώση την κάμηλον. Ο δε Θεός του είπε να πάη...
Γεωργίου, Ανδρέας
(
1957
)
Για τα γίδια λέμε ότι έχουν το διάβολο καβάλλα. Κάποτε τα καβαλλάει και παίρνουν δρόμο και δεν μπορεί ο τζομπάνος να τα πιάση.
Οικονομίδης, Δημήτριος Β.
(
1959
)
Ο αφωρεσμένος και το λυκοφάγωμα
Ο Κήτο Τσιέλεγκας έζησε ενενήντα πέντε χρόνια και πέθανε εδώ και λίγα χρόνια στη Βούρμπιανη. Όλη του τη ζωή πιστικός και τζιομπάνος. Πρόβατα πολλά δεν είχε, μόν’ έτσ’ κάποιος παλιός γκουτζιάμπασης τον είπε μια φορά «τσιέλεγκα» κι έτσι το πήρε κι αυτός και τα παιδιά τ’ και τ’ αγγόνια του για παραγκόμ’ κι απόμεινε. Τα βουνά τάξερε με την πιθαμή, οι ρούγες , τα μονοπάτια, τα σύρματα, οι κλεφτόβρυσες...
Ρεμπέλης, Χαράλαμπος
(
1953
)
Η αναποδοφωτιά
Πολλάκις εις τους οδοιπορούντας κατά τας ασελήνους και σκοτεινάς νύκτας, παρουσιάζεται εξαφνικά έμπροσθέν των ένα ξωτικό, υπό μορφήν μικρού κυνηγετικού σκύλου – σαν ζαγάρι – κατά την έκφρασιν των χωρικών, το οποίον βαδίζει άνω και κάτω του δρόμου και παρά τους πόδας του ανθρώπου, σαν να θέλη να τον ενοχλή και να του φέρη εμπόδια στο δρόμο του και δυσκολία στην πορεία του. Για μια στιγμή εξαφανίζεται...
Σταυρόπουλος, Κωνσταντίνος
(
1953
)
Ο Διάολος, ο έξω απ’ ε’ώ αυτός έχει πολλές μορφές γίνεται λούγρα, γάαρος, κάττης, μουλάρι, σκύλλος.
Παπαμιχαήλ, Άννα Ι.
(
1964
)
Το τσατάλι ήκαμε το διάολο κ’ ήσκασενε. Μια φορά ο διάολος είδεν ένα χωράφι σκαμμένο κ’ εκοίταζε να ΄βρη τσι παδουλιές αυτουνού που το σκαψε, μα δεν ηύρηκε καμμιά, γιατί το ‘χενε σκάψει με το τσατάλι. Από το κακό του ήσκασε. Ο σκάπτων την γην με το τσατάλι σκάπτει αντιστρόφως ή ο σκάπτων με την αξίνην. Ο πρώτος δηλ. ίσταται επί του χέρσου, εμπηγνύει δια της πιέσεως του δεξιού ποδός το τσατάλι εντός...
Ήμελλος, Στέφανος Δ.
(
1959
)
Μια φορά που ήμουν μικρός άκουσα τς γερόντους να κουβεντιάζουν, ο ένας με τον άλλον. Ο ένας έλεγε: - Όταν κίναγα να πάνω για κλεψά αν δεν θα μου έβγαινε σκυλί αμπρουστά να με πάνιγε και να μ’ έγερνε, δεν έπαιρνα τίποτα, δεν μπόραγα να κλέψω. Κι όταν μου έβγαινε το σκυλί, που κίναγα να πάνω να κλέψω, πάνιγα για κλεψά. Και κίρδιζα. Ο άλλος του είπε. Ήταν ο διάβολος αυτός οπού σου έβγαινε το σκυλί εμπροστά,...
Οικονομίδης, Δημήτριος Β.
(
1958
)
Οξαποδώ (ο). Σκωπτ. Ο θέλων να βλάπτη και να πειράζη τον άλλον, όπως και ο πειρασμός, που αποκαλείται και αυτός με την ιδίαν έκφρασιν:Τι ‘ναιμ, bρε, ο οξαποδώ ε(γ)ίνης».
Καρανικόλας, Σωττήριος Α.
(
1958
)
Διάβολος
Παρουσιάζεται σα σκυλί, σα γάτα. Εάν έχης σκυλί μαζί σου ο διάβολος δεν παρουσιάζεται. Σε ένα μας έλεγαν ότι άμα περπατούσε την νύκτα του παρουσιαζόντανε στο δρόμο και τον εκαβαλλίκευε ο διάβολος και τον ετσιμπούσε και του έλεγε «τσούξ» όπως εβαρούσε αυτός και ομιλούσε στο γαϊδούρι για να περπατή.
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1961
)
Ο διάβολος πάει στη γυναίκα την νύκτα που κοιμάται και της κάνει στο σώμα της πατησιές. [=σημάδια πατημάτων]
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1961
)
Ο ίδιος είχε ‘δη πάλι τα μεσάνυχτα που ερχόνταν στην εκκλησά εκεί πάλι στον Άλιτα μια γουρούνα, σκρόφα που τη λέομε (ν)α τον παίρη α’ό πίσω. Άμα έφτασε στα σκαλιά της εκκλησιάς η σκρόφα τον έφηκε πίσω τότε επηχήστη (=θύμωσε) και την εκαταράστη: Ας τον όξω από δουά. Ύστερα ήμπε μέσ’ στην εκκλησία κ’ ήψε τα καντήλια κ’ ύστερα τον κοίταξε ο παπάς και είχαν στραβήσει τα μούτσουνά του και είχαν πάει στα...
Παπαμιχαήλ, Άννα Ι.
(
1964
)
Μου είχε διηγηθή κάποτες ο μπάρμπας μου, που πέθανε το 1945, ότι κάποιος διαβάτης ερχόντανε από το Σούλι και κατίβαινε προς τα κάτου. Μόλις, λέει, έφτασι στο ποτάμ – στο Ντάλα – ήταν νύχτα – ακούει όργανα, βλέπει κόσμο, σαν γάμος σωστός. Προχώρεσε και πλησίασι. Μόλις έφθασι εκεί αμέσως τον επήραν και του προτείναν θέση να γλεντήση. Κι αυτός βλέπει να χορεύουν, να τρώνε ψητό και να πίνουν. Το ίδιο...
Οικονομίδης, Δημήτριος Β.
(
1958
)
Λένε πως κάποτε ο Θεός ρώτησε το διάβολο: «τι κάνεις τέλος πάντων στους ανθρώπους και σκάζουνε από φόβο;» «Να, έλα μαζί μου να ιδής» του αποκρίθη. Τράβηξαν μεσάνυχτα σ’ ένα μοναχικό δρόμο και κρύφτηκαν παράμερα. Τότε ακούστηκε νάρχεται απ’ αντίπερα ένας μεθυσμένος. Ο διάβολος μαζεύτη έγινε ένα κουβαράκι και ο μεθυσμένος πέρασε συνεχίζοντας το τραγούδι του. Μετά από λίγο φάνηκε νάρχεται πάνω σ’ ένα...
Βλάχος, Αναστάσιος Δ.
(
1953
)
Η γυναίκα που ΄βαλε το διάολο μεσ’ στο bοκάλι. Ο Αγιος Αντώνης είχενε το διάολο βάλει μεσ’ στο bοκάλι. Εθαρρεύτηκενε μια γυναίκα κ’ εξεβούλωσε το bοκάλι κ’ επετάχτηκανε αυτός έξω. Ευτή λοιπό έξυπνη, του λέει: για ‘μπα, λέει, μέσα να δω πως ήμπηκες; Σε χωρεί; Ήμπηκενε μέσα και τον ήκλεισενε και από το gάμο dου ήσκασε. Γιαυτό συνηθούν και λένε «η γυναίκα ήβαλε το διάολο μέσ’ στο bοκάλι.
Ήμελλος, Στέφανος Δ.
(
1959
)
Εδώ στη Μούργκα και Φλάμπουρο, βουνά του Σουλιού, ακούγανε από δω και κάμποσα χρόνια άργανα, κλαρίνα, ντέφια, να βαράνε. Μου ‘λεγε ο πάππος μου πως τ’ άκουε κ’ ήταν διαβόλ’ που βαρούσανε και δεν πλησίαζαν οι τζομπαναραίοι καθόλου προς τα εκεί.
Οικονομίδης, Δημήτριος Β.
(
1958
)
Ζαγιούλια= δαιμόνια. Αυτά γίνονταν πρόβατα, γάτες κ.τ.λ.
Ιωαννίδου, Μ.
(
1943
)
Τα μικρά παιδιά τα μικρά δεν κάνει να πάνε στο μύλο, γιατί ντέν’ν, δηλαδή παίρνουν από ήσκιωμα. Και άνθρωπος που έχει σιλιασμό απαγορεύεται να ζυγώση το μύλο, γιατί τη νύχτα παράωρα στο μύλο έρχονται ξωτικά οι δαιμοναραίοι, οι διαβόλοι, και με συχωρήτε για τη λέξ’. Πολλές φορές λυούνε το μύλο, δηλαδή λυούνε, τη σταματήρα και εργάζεται ο μύλος συνήθως έχει βαρύν ύπνο ο μυλωνάς: Αλέθ’ ο μύλος, δεν ακούει...
Οικονομίδης, Δημήτριος Β.
(
1958
)
Στις κουφάλες από τα δέντρα συχνάζει ο διάβολος και γι’ αυτό τα κυνηγάει, τα βαράει και κεραυνός, γιατί πάει εκεί ο διάβολος. Αυτό έχει γίνει σε μια βάβω δικιά μου. Είχε πάει τα γελάδια της και καθόντανε από κάτ’ από να δέντρο, κ’ εκείνη τη στιγμή θα βαρούσε κεραυνός, γιατί ήταν ο διάβολος μέσα στην κουφάλα και βγαίνει μία γυναίκα άγνωστη, άγνωστη γυναίκα εντελώς και φώναξε τ΄όνομά της. Έβρεχε κ εbουbούνιζε...
Οικονομίδης, Δημήτριος Β.
(
1958
)
«
»
Πλοήγηση
Όλο το Αποθετήριο
Αρχείο & Συλλογές
Τόπος καταγραφής
Χρόνος καταγραφής
Συλλογείς
Λήμμα
Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
Ευρετήριο πηγών
Κείμενα
Ο λογαριασμός μου
Σύνδεση