Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής
Αποτελέσματα 68-87 από 670
-
Από δ'λειά κι' από θάνατο να μη νοτάζεσαι
(1939)Η εργασία και ο θάνατος είναι κάτι που δεν εξαρτάται εκ της ιδίας την θελήσεως -
Από κούτσουρο σε λ'θάρ(ι)
(1938)Όταν κανείς ομιλή συνεχώς, αφήνων την μιαν υπόθεσιν δια να αρχίση άλλην -
Από μακριά κι αγάπ' πάρ' από κοdά κι αμάχ'
(1939)Της έλεγαν συγγενείς και στενοί φίλοι, οι οποίοι ως εκ της οικειότητος των ήρχοντο εις προστριβάς, όταν έχων ο εις πλησίον του άλλου -
Από που, κυρά μ, λουκάνικο;
(1938)Όταν μερικοί επερίμεναν να φιλοδωρηθούν χωρίς να συντρέχη λόγος ή να προσηληθούν εις γάμον, χωρις να συνδέονται δια φιλία ή συγγενεία -
- Από πού 'σαι, καρδαμάκ'(ι); Απ' αυτό τό bοστανάκ'(ι)
(1936)Λέγουνταν γιά τούς ανθρώπους εκείνους, πού δέ μπορούσαν ν' αποφύγουν τις συνέπειες τής καταγωγής τους. Αντιστοιχεί η παροιμία αυτή μέ τή γνωστότερη “κατά τόν μπαρμπα-Γιάννη...”. Ήταν όμως ονειδιστική γιά τά ελαττώματα τών ... -
- Από πού 'σαι, κλωναράκ'(ι); - Από κείνο τό δεdράκ(ι)
(1936)Γιά κείνους πού δέν μπορούσαν ν' αποφύγουν τίς συνέπειες τής καταγωγής τους. -
Από Σάββατο σε Σάββατο να κρέν'ς
(1938)Στα παιδιά που είχαν την κακήν συνήθειαν να αναμιγνύωνται εις τας συνομιλίας των μεγάλων -
Από τ' dρίτ' ούσαμι τ' dετάρτ'
(1938)Δια τους σπάταλους, οι οποίοι δεν εφείδοντο των χρημάτων των -
Από τ' αυτί κι στου δάσκαλο
(1936)Λέγουνταν περί της αμέσου ενέργειας, τόσο για σοβαρές περιπτώσεις όσο και για αστείες. -
Από τα πέρα αμπέλια
(1941)Συνήθως προηγείτο ή ακολουθούσε η λέξις “γνωρίζετα”. Δηλαδή το πράγμα ήτο καταφανές -
Από την Πόλη έρχομαι και στην κορφή κανέλλα, και πέφτω μεσ' στη θάλασσα και πλέω σα bαλτάς
(1936)Λέγουνταν για όσους έλεγαν ασυναρτησίες και ακατάληπτα πράγματα, ιδιαίτερα για όσους δεκίμαζαν να γράψουν στίχους -
Από του Μάη ως τα κιράσια
Η φράσις αυτή είναι σαν κάποια πριθεσμία. Την λένε εμπαιχτικά σε μικρές προθεσμίες, γιατί ο Μάϊος δεν απέχει καθόλου από την εποχή που καρποφορούν οι κερασιές -
Απόταξ' η σκατζόχοιρος να δώκ' κι τν αχελώνα;
(1938)Όταν κανείς εζήτει δάνειον ή άλλο τι από άνθρωπον εξ ίσου πτωχόν με τον ζητούντα -
Αποβραδίς γιόρτασε με, και το πουρνό δούλεψέ με
(1939)Την έλεγαν αι γυναίκες δικαιολογούμεναι όταν εργάζοντο κατά τας εορτάς -
Αργεί, άμα δε λησμονεί
(1936)Εννοούσαν το Θεό, ο οποίος δεν λησμονεί τις κακίες των ανθρώπων και τις τιμωρεί -
Αργεί, άμα θαματουργεί
(1936)Εννοούσαν το Θεό, ο οποίος δεν λησμονεί τις κακίες των ανθρώπων και τις τιμωρεί